Με κέρδη 7% για τον Ιούλιο, η αγορά της Αθήνας βρέθηκε τον μήνα που έκλεισε στην κορυφή των αποδόσεων ανάμεσα στα χρηματιστήρια που παρακολουθεί η Deutsche Bank, ενώ διεύρυνε την άνοδό του για το 2024 στο 18%, κάτι που επίσης αποτελεί μια από τις καλύτερες επιδόσεις στον κόσμο.
Πάντως, όπως σημειώνει η Deutsche Bank, o Ιούλιος ήταν ένας μήνας δύο μισών, όπου το πρώτο μισό είδε τον S&P 500 να σημειώνει αλλεπάλληλα ιστορικά ρεκόρ.
Σε κάποιο βαθμό, το ράλι αυτό ήταν το αποτέλεσμα όλο και πιο αδύναμων στοιχείων, τα οποία πυροδότησαν αυξανόμενες προσδοκίες για μείωση επιτοκίων από τη Fed έως τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι και τα ομόλογα σημείωσαν ράλι, ειδικά μετά την ανακοίνωση των στοιχείων για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ.
Όμως, οι αγορές «γύρισαν» στα μισά του μήνα και οι μετοχές της κατηγορίας Magnificent 7 σημείωσαν σημαντικές απώλειες, με αποτέλεσμα ο S&P 500 να χάσει 10% από τα υψηλά του και να εισέλθει και επίσημα σε φάση διόρθωσης.
Οι τιμές των εμπορευμάτων επίσης υποχώρησαν, με ισχυρές πιέσεις στην ενέργεια, τα βιομηχανικά μέταλλα και τα αγροτικά προϊόντα. Το μπρεντ υποχώρησε κατά 6,6%, ο χαλκός κατά 4,9%, η σόγια έχασε 10,6% και το σιτάρι 4,7%.
Οι πολιτικές εξελίξεις παρέμειναν ψηλά στην ατζέντα των αγορών τον Ιούλιο, με το πολιτικό αδιέξοδο που έδειξαν οι γαλλικές εκλογές να λειτουργεί τελικά καθησυχαστικά για τους επενδυτές, καθώς εκτιμάται ότι δεν επιτρέπει σε κανένα κόμμα να εφαρμόσει εύκολα το πρόγραμμά του και άρα οδηγεί αναγκαστικά σε κάποια πολιτική συνέχεια.
Ανάμεσα στις 38 επενδύσεις που παρακολουθεί η Deutsche Bank, η μοναδική που ξεπέρασε τις αποδόσεις του ΧΑ ήταν το γιεν, το οποίο ενισχύθηκε κατά 7,3% έναντι του δολαρίου, λαμβάνοντας στήριξη από την απόφαση της Τράπεζας της Ιαπωνίας να αυξήσει τα επιτόκια, στο τέλος του μήνα.