Μια παύση στις μειώσεις επιτοκίων, με τη διατήρησή τους στο επίπεδο του 2%, είναι σύμφωνα με την Deutsche Bank η κίνηση την οποία όλοι περιμένουν για τη συνεδρίαση Ιουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το ερώτημα, όμως, είναι εάν πρόκειται για μια σύντομη παύση μέχρι τον Σεπτέμβριο ή για μια πιο μόνιμη παύση.

Όπως σημειώνουν οι αναλυτές του γερμανικού επενδυτικού οίκου, η ΕΚΤ δεν έχει κανένα κίνητρο να κάνει σημαντικές αλλαγές στη ρητορική ή τα έμμεσα μηνύματά της τον Ιούλιο. Η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή, οι νέες προβλέψεις των οικονομολόγων της δεν θα είναι διαθέσιμες μέχρι τον Σεπτέμβριο και το Διοικητικό Συμβούλιο έχει βάσιμους λόγους να κρατήσει όλες τις επιλογές ανοιχτές και να διατηρήσει την πολιτική του μηδενικού guidance και των κινήσεων ανάλογα με τα δεδομένα που ακολουθεί.

Άλλωστε, η Deutsche Bank τονίζει ότι οι κίνδυνοι στο μέτωπο της ανάπτυξης, του πληθωρισμού και της νομισματικής πολιτικής διευρύνονται.

Ο πληθωρισμός αναμένεται να κινηθεί χαμηλότερα από τον στόχο του 2% για τους επόμενους 18 μήνες και οι προβλέψεις για επιστροφή στον στόχο το 2027 είχαν βασιστεί στην εκτίμηση ότι η ΕΚΤ θα έκανε 1-2 ακόμη μειώσεις επιτοκίων.

Από τον Ιούνιο, τα δεδομένα για το τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ έχουν αλλάξει, καθώς από τη μία πλευρά η ανατίμηση του ευρώ και ο κίνδυνος των δασμών θα μπορούσαν να αυξήσουν τους κινδύνους αποπληθωρισμού, ενώ από την άλλη πλευρά η δημοσιονομική χαλάρωση στη Γερμανία επιταχύνεται και τα αντίποινα της Ε.Ε. τους δασμούς των ΗΠΑ θα μπορούσαν να διευρυνθούν.

Δύο βασικά ερωτήματα

Το αν η ΕΚΤ θα μειώσει περαιτέρω τα επιτόκια και πότε, θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο και για πόσο καιρό θα παραμείνει ο πληθωρισμός κάτω από τον στόχο. Συνεπώς, σύμφωνα με την Deutsche Bank, τα κρίσιμα ερωτήματα είναι δύο:

–          Πρώτον, είναι ο αντίκτυπος της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ και της ευρωπαϊκής δημοσιονομικής χαλάρωσης θετικός ή αρνητικός για τον πληθωρισμό;

–          Δεύτερον, είναι η ανατίμηση του ευρώ αποπληθωριστική ή όχι;

Τρία σενάρια

Κατόπιν τούτων, η Deutsche Bank καταλήγει σε τρία σενάρια για το τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ:

–          2% («σενάριο Schnabel»),

–          1,75% («σενάριο διαχείρισης κινδύνου»)

–          1,50% (το βασικό της σενάριο).

Ο οίκος αναγνωρίζει ότι οι κίνδυνοι για το βασικό του σενάριο (τελικό επιτόκιο στο 1,50%) έχουν αυξηθεί. Πλέον, θεωρεί μη αμελητέο τον κίνδυνο ο κύκλος χαλάρωσης της ΕΚΤ να σταματήσει στο 1,75% ή ακόμα και στο 2%. Τονίζει, ωστόσο, ότι εξακολουθούν να υπάρχουν δυνάμεις που θα μπορούσαν να επιδεινώσουν την υποχώρηση του πληθωρισμού και να ενθαρρύνουν την ΕΚΤ να μειώσει το επιτόκιο στο 1,50%. Αυτοί θα ήταν, σύμφωνα με τον οίκο:

(1) Μια ισχυρή εξωγενής ανατίμηση συναλλάγματος,

(2) Μια σαφής εκτροπή του εμπορίου,

(3) Μια χειρότερη από την αναμενόμενη εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ ή και καμία συμφωνία.

Κατόπιν τούτων, η Deutsche Bank καταλήγει ότι η μακροοικονομική αβεβαιότητα είναι αυξημένη, η νομισματική πολιτική θα μπορούσε να ακολουθήσει διάφορες οδούς στο μέλλον και δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι το τελικό επιτόκιο θα επιτευχθεί απαραίτητα το 2025.

Διαβάστε ακόμη: