Στη ΔΕΠΑ Υποδομών σε συμμαχία με την Italgas μπαίνει και ο Όμιλος Κοπελούζου! Το εταιρικό σχήμα υπογράφει την απόκτηση του 100% της εταιρείας αύριο με το ΤΑΙΠΕΔ.
Σύμφωνα με πληροφορίες η συμφωνία των δύο Ομίλων είχε συναφθεί πριν ακόμη καρποφορήσει ο διαγωνισμός για την πώληση της ΔΕΠΑ Υποδομών.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές ο Όμιλος Κοπελούζου θα εκπροσωπηθεί στο σχήμα από την εταιρεία «Φαέθων» με βασικό μέτοχο την κα Ελμίνα Δ. Κοπελούζου, ενώ το ποσοστό της «Φαέθων» θα φτάσει το 20%.
Το κόστος εξαγοράς της ΔΕΠΑ Υποδομών από τους Ιταλούς και τους συνεταίρους τους, μαζί με την εξαγορά του 49% της ΕΔΑ ΘΕΣΣ, ήταν στα 940 εκατομμύρια.
Οι επενδύσεις της Italgas στις υποδομές
Σε ενημέρωση αναλυτών ο διευθύνων σύμβουλος της Italgas, κ. Paolo Gallo, μίλησε για τη ΔΕΠΑ Υποδομών και μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό του ιταλικού Ομίλου στη χώρα μας. Μέχρι το 2030 οι επενδύσεις του εταιρικού σχήματος στη ΔΕΠΑ Υποδομών θα ξεπεράσουν τα 1,1 δισ. ευρώ.
Με τα κεφάλαια αυτά, το μήκος των δικτύων διανομής θα φτάσει στα 11.500 χλμ. το 2030, από τα 6.875 χλμ. στο τέλος του 2022. Επίσης, τα σημεία παράδοσης θα ξεπεράσουν τα 1.050 το 2030, από 510 φέτος.
Στη ΔΕΠΑ Υποδομών ανήκει το 100% της ΕΔΑ Αττικής, το 100% της ΔΕΔΑ, καθώς και το 51% της ΕΔΑ ΘΕΣΣ. Επίσης, μέσω παράλληλης διαδικασίας, στην Italgas περιήλθε και το υπόλοιπο 49% της Εταιρείας Διαχείρισης των δικτύων διανομής Θεσσαλονίκης – Θεσσαλίας, με βάση τη σχετική «φόρμουλα» στην οποία είχαν συμφωνήσει το ΤΑΙΠΕΔ με την προηγούμενη κάτοχο του μειοψηφικού μεριδίου, την επίσης ιταλική Eni.
Προχωράει και η υπόγεια αποθήκη Καβάλας
Εν τω μεταξύ στο πρώτο τρίμηνο του 2022 αναμένεται η υποβολή προς το ΤΑΙΠΕΔ των δεσμευτικών οικονομικών προσφορών για την υπόγεια αποθήκη φυσικού αερίου, στη Νότια Καβάλα, ενώ, αντίθετα, για τη ΔΕΠΑ Εμπορίας συνεχίζεται η εκκρεμότητα της ιδιωτικοποίησης.
Για την υπόγεια αποθήκη φυσικού αερίου (UGS), στη Νότια Καβάλα στην Κομισιόν έχουν πληροφορηθεί ότι, με βάση το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα του διαγωνισμού, «η υποβολή δεσμευτικών προσφορών αναμένεται στο πρώτο τρίμηνο του 2022». Το πρώτο σχέδιο Σύμβασης Παραχώρησης αναμένεται να διατεθεί στους προτιμητέους επενδυτές έως τα τέλη της φετινής χρονιάς. Απομένει να διευθετηθεί ο Κανονισμός Τιμολόγησης από τη ΡΑΕ, απόφαση η οποία αναμένεται σχετικά σύντομα αν και έχει καθυστερήσει πολλούς μήνες ήδη.
«Για τον ενεργειακό τομέα, οι θεσμοί επικροτούν, καταρχήν, την ολοκλήρωση της συμφωνίας για το anti-trust case, που είχε να κάνει με το λιγνίτη –που πάντως επανέρχεται πλησίστιος- και επισημαίνουν ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι στην ενεργειακή αγορά θα μπορούν να αγοράζουν περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια σε μακροπρόθεσμη βάση, ενώ θετική είναι και η υποδοχή για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ Υποδομών, που ουσιαστικά ολοκληρώθηκε» όπως μας έλεγε έμπειρος ενεργειακός τεχνοκράτης των Βρυξελλών.
Τα ίδια συμπεράσματα αναφέρονται και στην Έκθεση της 12ης αξιολόγησης για την Ελλάδα, που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Αναφορικά με τη ΔΕΠΑ Εμπορίας η πληροφορία από το ΤΑΙΠΕΔ είναι ότι αναμένεται να ληφθούν αποφάσεις από το νέο έτος, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια για την έκβαση των εκκρεμών θεμάτων.
Βασική εκκρεμότητα είναι η δικαστική μάχη της εταιρείας με την ELFE, συμφερόντων Λαυρεντιάδη, που είναι σε εξέλιξη.
Για κίνδυνο ενεργειακής φτώχειας στην Ε.Ε. κάνει λόγο η Κομισιόν
Η Κομισιόν στην έκθεσή της, αναγνωρίζει ότι οι πιέσεις στις χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος, που εμφανίστηκαν το τρίτο τρίμηνο του 2021, λόγω των παγκόσμιων εξελίξεων στις τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, αντιπροσωπεύουν πρόσθετη επιβάρυνση για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 14% τον Σεπτέμβριο του 2021, λέει η Επιτροπή, ενώ σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ε.Ε. οι τιμές της ενέργειας για νοικοκυριά στην Ελλάδα είναι περίπου 14% πάνω από τον αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Με τα δεδομένα αυτά, η Κομισιόν κρούει τον κώδωνα του κινδύνου τα νοικοκυριά χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος να βρεθούν αντιμέτωπα με την ενεργειακή φτώχεια. Επικαλείται, μάλιστα, στοιχεία του 2020, σύμφωνα με τα οποία περίπου το 16,7% του ελληνικού πληθυσμού, ποσοστό που είναι περίπου 8,5 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, δεν μπόρεσε να ζεσταθεί επαρκώς τον περασμένο χειμώνα. Επισημαίνει, ακόμη, ότι η αύξηση των εγχώριων τιμών ηλεκτρικής ενέργειας είναι μεν αποτέλεσμα των διεθνών εξελίξεων, αλλά συναρτάται και με την εξάρτηση της χώρας από το φυσικό αέριο.
Η Κομισιόν εκφράζει την εκτίμηση ότι η προώθηση μιας σειράς παρεμβάσεων, όπως, η ενίσχυση των ΑΠΕ, η ενεργειακή απόδοση, η αποθήκευση ενέργειας, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά και η διασύνδεση των νησιών με το ηπειρωτικό σύστημα θα αυξήσει την προστασία των καταναλωτών από μελλοντικούς κραδασμούς των τιμών σε ένα μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.