Σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ΔΕΗ στο «Β+» από «B» προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poor’s, αποτέλεσμα της αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας αλλά και της βελτίωσης των θεμελιωδών μεγεθών της επιχείρησης, με τις προοπτικές της να χαρακτηρίζονται ως θετικές.

Πιο συγκεκριμένα, η ΔΕΗ προχωρά στην εφαρμογή του στρατηγικού της σχεδίου με προσανατολισμό τη μείωση των εκπομπών CO2, έχοντας πάντα ως στόχο τη βελτίωση των περιθωρίων κέρδους και τη σταθερότητα των ταμειακών ροών.

Η εταιρεία παρουσιάζει βελτιωμένα θεμελιώδη και λειτουργική αποδοτικότητα, με το ένα τρίτο των μη κερδοσκοπικών εγκαταστάσεών της που βασίζονται στην εξόρυξη λιγνίτη να κλείνουν.
Σημαντικό θεωρείται το ότι επαναξετάζεται το πλάνο παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, αλλά και με βάση το φυσικό αέριο.
Η ΔΕΗ έχει κλείσει ήδη λιγνιτικές μονάδες 1,1 gigawatts (GW) και αναμένεται να προβεί σε περαιτέρω μείωση στα 0,68 GW από 3,3 GW έως το τέλος του έτους 2023 και σε 0 GW έως το 2025, κυρίως χάρη στη μετατροπή του εργοστασίου της Ptolemaida V.
Η παραγωγή με βάση τον λιγνίτη αντιπροσώπευε το 26% του ενεργειακού μείγματος στις 31 Μαρτίου 2021, έναντι 44% το πρώτο τρίμηνο του 2020.
Σημειώνεται πως σε ό,τι αφορά την παραγωγή ρεύματος με ΑΠΕ καταγράφεται ανάπτυξη, με 634 μεγαβάτ (MW) νέων αδειών παραγωγής φωτοβολταϊκών (PV) να χορηγούνται τον Απρίλιο του 2021.

Συρρίκνωση μεριδίου

Σύμφωνα με τη Standard and Poor’s, η ΔΕΗ έχει κάνει μεγάλη πρόοδο στη διαχείριση των απαιτήσεών της, ενώ θα επωφεληθεί από τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά Ενέργειας.
Σε ό,τι αφορά το EBITDA αναμένεται σταθεροποίηση, ωστόσο η σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό κανονισμό για τις επιχειρήσεις κοινής ωφελείας μπορεί να επιφέρει απότομη συρρίκνωση του μεριδίου της ΔΕΗ στην αγορά – σε λιγότερο από 50% τα επόμενα χρόνια, από 95% στην αγορά λιανικής και 65% στην αγορά χονδρικής σήμερα.
Σε κάθε περίπτωση, αποτιμάται ως πολύ σημαντική η βελτίωση των ταμειακών ροών από δραστηριότητες λιανικής τα επόμενα χρόνια, χάρη στις βελτιωμένες εισπράξεις.
Οι δύο τιτλοποιήσεις χρέους και οι δημοπρασίες τους που πραγματοποιήθηκαν τον Νοέμβριο του 2020 και τον Απρίλιο του 2021 επέτρεψαν στη ΔΕΗ να επιταχύνει τη νομισματοποίηση των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεών της κατά 150 εκατομμύρια ευρώ και 325 εκατομμύρια ευρώ, αντίστοιχα.
Η εταιρεία είχε ως το τέλος του 2020 να αντιμετωπίσει αθετήσεις πληρωμών, ύψους περίπου 2,4 δισ. ευρώ, ωστόσο η εταιρεία θα είναι σε θέση να ανακτήσει μέρος αυτού του ποσού τα επόμενα τρία χρόνια.
Η S&P αναμένει ότι το EBITDA θα αυξηθεί σε περίπου 900 εκατομμύρια ευρώ έως 1 δισεκατομμύριο ευρώ το 2021-2023, από 845 εκατομμύρια ευρώ το 2020.
Σε αυτό θα συμβάλουν η μείωση των εκπομπών ρύπων διοξειδίου του άνθρακα αλλά και η μείωση στο κόστος μισθοδοσίας.

Εκτιμήσεις

H S&P ότι ο δείκτης προσαρμοσμένα λειτουργικά κέρδη της ΔΕΗ προς χρέος θα βελτιωθεί περισσότερο από 14% το 2022 από 13,2% το 2020 ενώ ο λόγος χρέους προς EBITDA θα μειωθεί κατά 5,5 φορές το 2022 από 5,9 φορές το 2020.
Αυτό οφείλεται στο μεγάλο αναπτυξιακό σχέδιο κεφαλαιουχικών δαπανών (capex) της ΔΕΗ, συνολικού προϋπολογισμού 750 εκατ. ευρώ το 2021 και 2022 και 950 εκατ. ευρώ το 2023, οδηγώντας σε ουδέτερη έως αρνητική δημιουργία ταμειακών ροών από το 2021 και απουσία μερισμάτων για τους μετόχους.
Η Standard & Poor’s κάνει λόγο για περαιτέρω αναβάθμιση της ΔΕΗ σε ΒΒ+ σε περίπτωση αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας, καθώς επίσης και εάν συνεχιστεί η σταθερή εφαρμογή του μετασχηματισμού της Εταιρείας.