Κέρδη κατά 39,08% κατέγραψε ο Γενικός Δείκτης του Χ.Α. το 2023 (μέχρι τις 27/12), που το κατατάσσει στις πρώτες θέσεις μεταξύ όλων των αγορών του πλανήτη και στην πρώτη θέση της λίστας 35 πλούσιων, κυρίως, χωρών του Economist, με βάση στοιχεία που αφορούν πέντε οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς δείκτες (πληθωρισμός, εύρος πληθωρισμού, ΑΕΠ, θέσεις εργασίας, επίδοση χρηματιστηρίου). Με τον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης να καταγράφει κέρδη κατά 38,60%, τον δείκτη μεσαίας κεφαλαιοποίησης να αυξάνεται κατά 58,98% και τον δείκτη των τραπεζών να υπεραποδίδει, καταγράφοντας κέρδη κατά 66,88%.
Την ίδια στιγμή, στη Wall Street ο Dow Jones αυξήθηκε κατά 13,27%, ο S&P κατά 24,36% και ο Nasdaq κατά 54,29%, ως αποτέλεσμα της υπεραπόδοσης των μεγάλων τεχνολογικών κολοσσών. Στην Ευρώπη, ο Dax αυξήθηκε κατά 19,98%, o CaC κατά 16,92% και ο Eurostoxx κατά 19,19%. Στην Ιαπωνία, ο Nikkei κατέγραψε κέρδη κατά 29,07% και από τα εμπορεύματα ο χρυσός 13,24%, με τα άλλα μέταλλα (αλουμίνιο, χαλκός, νικέλιο κ.α.) να υποχωρούν σε ετήσια βάση, έχοντας καταγράψει στο ξεκίνημα τις υψηλότερες τιμές τους.
Τα ελληνικά ομόλογα υπεραπόδωσαν, καθώς οι αποδόσεις των 10ετών διαμορφώνονται στο τέλος του έτους στο 3% από 4,6% στην αρχή, με τις τιμές να έχουν αυξηθεί κατά 10% σε ετήσια βάση και με τον δείκτη ομολόγων S&P να αυξάνεται κατά 12%, ως αποτέλεσμα της απόκτησης επενδυτικής βαθμίδας για την ελληνική οικονομία. Τέλος, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, παραμένουν αποδόσεις ύψους 10% περίπου στον κλάδο των ακινήτων (οικιστικά και επαγγελματικά).
Η ανοδική κίνηση του Γ.Δ. αποτυπώθηκε στον μεγαλύτερο αριθμό εισηγμένων εταιρειών καθώς μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου, 116 μετοχές κατέγραφαν κέρδη έναντι 37 που υποχώρησαν, ενώ 12 εταιρείες κατέγραψαν αποδόσεις μεγαλύτερες του 100%, ξεπερνώντας και το 300%! Παράλληλα, θεαματική αύξηση κατά 47,9% κατέγραψε η μέση ημερήσια αξία των συναλλαγών, που στο τέλος Νοεμβρίου διαμορφωνόταν στα 111,5 εκατ. ευρώ έναντι 75,4 εκατ. ευρώ το 2022.
Ο αριθμός των ενεργών μερίδων βελτιώθηκε αισθητά, καθώς ήταν πάνω από 20 χιλιάδες σε όλους τους μήνες του έτους από επίπεδα που το 2022 ήταν κάτω από τις 20 χιλιάδες. Ο μέγιστος αριθμός ήταν 27.485 τον Φεβρουάριο, ενώ τον Νοέμβριο ανήλθε σε 25.412. Αξιοσημείωτο ήταν ότι κατά τη δημόσια προσφορά της Εθνικής Τράπεζας τον Νοέμβριο υποβλήθηκαν 7.247 αιτήσεις ιδιωτών επενδυτών. Προκύπτει επομένως το συμπέρασμα ότι κατά το 2023 εκδηλώθηκε αξιοσημείωτο ενδιαφέρον ιδιωτών, τόσο από τον αυξημένο αριθμό ενεργών μερίδων όσο και από τη συμμετοχή τους στη δημόσια προσφορά μετοχών της Εθνικής Τράπεζας.
Τον Νοέμβριο διακόπηκε η διαδικασία συνεχόμενων εκροών των αλλοδαπών επενδυτών από το ελληνικό χρηματιστήριο, καθώς στο 7μηνο Απριλίου-Οκτωβρίου είχαν καταγραφεί εκροές ύψους 616,9 εκατ. ευρώ. Η μεταβίβαση μετοχών του ΤΧΣ, της Alpha Βank και της Εθνικής Τράπεζας, είχε σαν αποτέλεσμα να καταγραφούν εισροές ύψους 1,16 δισ. ευρώ από αλλοδαπούς επενδυτές κατά το Νοέμβριο ενώ η συμμετοχή τους στις συνολικές συναλλαγές διαμορφώνεται στο 59,1% από επίπεδα πάνω από 60% στους προηγούμενους μήνες.
Το 2023 αντλήθηκαν από εισηγμένες εταιρείες συνολικά €2.044 εκατ. μέσω του χρηματιστηρίου. Από αυτά, €608,3 εκατ. προήλθαν από αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου με μετρητά, €236,9 εκατ. από νέες εισαγωγές (την Optima Bank, την Trade Estates και την Orilina), €600 εκατ. από νέες ομολογιακές εκδόσεις, €105,85 εκατ. από επανεπένδυση μερισμάτων του ΟΠΑΠ, ενώ €492,95 εκατ. αφορούσαν ιδιωτικές τοποθετήσεις.
Ταυτόχρονα, επτά εταιρείες διαγράφηκαν από το χρηματιστήριο, το Πλαίσιο, ο Μπουτάρης, ο Βαράγκης, η ΑΕΓΕΚ, η Dionic, η ΕΛΒΙΕΜΕΚ και η ΕΛΓΕΚΑ, δύο από τις οποίες δρομολόγησαν εκουσίως την αποχώρησή τους με τη διαδικασία της δημόσιας πρότασης (το Πλαίσιο και η ΕΛΓΕΚΑ), με τον αριθμό των εταιρειών που έχουν διαγραφεί από το 2000 να ανέρχεται σε 310! Έτσι, στην κύρια αγορά τελούν υπό διαπραγμάτευση 128 εταιρείες και στην εναλλακτική 13, ενώ 13 εταιρείες είναι σε καθεστώς επιτήρησης. Υπενθυμίζεται ότι ο αριθμός εταιρειών στο Χ.Α. ήταν 251 το 1998 και 350 το 2005, όταν είχε καταγραφεί ο μέγιστος αριθμός εισηγμένων.
Το ΑΕΠ θα διαμορφωθεί στα €211,6 δισ. στο τέλος του έτους, σύμφωνα με την τελευταία εκτίμηση της ΤτΕ για αύξηση κατά 2,4% για το 2023 (ήταν στα 206,6 δισ. το 2022 κατά την ΕΛΣΤΑΤ). Με την κεφαλαιοποίηση να ανέρχεται στα €88,1 δισ. στις 15/12/2023, η σχέση της ως προς το ΑΕΠ διαμορφώνεται στο 41,6%. Η επίδοση είναι αισθητά υψηλότερη σε σχέση με την περσινή, που ήταν μόλις 30,7%, αλλά παραμένει πολύ χαμηλότερη σε σχέση με τον υπερδιπλάσιο ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Παρά τις αξιοσημείωτες βελτιώσεις που καταγράφηκαν το 2023, οι χρόνιες παθογένειες του ελληνικού χρηματιστηρίου παραμένουν, με τους δεικτοβαρείς τίτλους να συμμετέχουν κατά 90% περίπου στις ημερήσιες συναλλαγές: η συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών παραμένει χαμηλή, ο αριθμός των επενδυτικών επιλογών υψηλής αξιοπιστίας συνεχίζει να είναι μικρός, η εγχώρια επενδυτική κοινότητα θεσμικών επενδυτών έχει μικρό ειδικό βάρος και η αξιοπιστία δεν έχει αποκατασταθεί, καθώς η διαδικασία απονομής δικαιοσύνης στις υποθέσεις που εκδικάζονται, είναι δραματικά αργή.
Αν και τα υψηλά επιτόκια συνιστούν πλέον σημαντικό λόγο για να εξετάσουν οι ευμεγέθεις κερδοφόρες επιχειρήσεις το ενδεχόμενο εισαγωγής τους στο χρηματιστήριο, είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν μέτρα στο πλαίσιο ενός συνολικού σχεδιασμού μακράς πνοής, με στόχο την οργανική σύνδεση του ελληνικού χρηματιστηρίου με τη διαδικασία οικονομικής μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας.
Οι εξελίξεις του 2023
Με ανοδική κίνηση ξεκίνησε το 2023, πετυχαίνοντας να ξεπεράσει τις 1.100 μονάδες (στις 1.129,25 στο τέλος του διμήνου, +21,45% από την αρχή του έτους), με οδηγό τον τραπεζικό κλάδο και με τους επενδυτικούς οίκους J.P.Morgan και Morgan Stanley να αναβαθμίζουν τις τιμές-στόχους. Ο ΟΔΔΗΧ εξέδωσε 10ετή τίτλο πετυχαίνοντας την άντληση €3,5 δισ. με επιτόκιο 4,279% στις 17/1, ενώ στις 27/1 ο οίκος Fitch αναβαθμίζει την ελληνική οικονομία σε ΒΒ+, μία μόνο θέση κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Στις 1/2 και 2/2 τόσο η Federal όσο και η ΕΚΤ αναπροσαρμόζουν τα επιτόκιά τους κατά 25 μ.β. και 50 μ.β. (στο 4,75% και 3,25% αντίστοιχα) καθώς ο πληθωρισμός επιμένει αυξητικά. Η Wood παίρνει τη σκυτάλη της αναπροσαρμογής των τιμών-στόχων για τις τράπεζες και η Τράπεζα Πειραιώς δρομολογεί τη σύνθετη διαδικασία μεταβίβασης της Attica Holdings σε εταιρεία ειδικού σκοπού, με στόχο την εξυγίανση της MIG και την περαιτέρω βελτίωση του δείκτη ΜΕΔ της Τράπεζας).
Όμως, τον Μάρτιο όλα αλλάζουν. Την 1η/3 το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη επιβαρύνει ως «μαύρος κύκνος» το εξωτερικό περιβάλλον και η επενδυτική κοινότητα εκτιμά ότι συντρέχουν προϋποθέσεις επανόδου του πολιτικού κινδύνου. Παράλληλα, το χρηματοπιστωτικό περιβάλλον επιβαρύνεται καθώς στις 10/3 η αμερικανική τράπεζα SVB βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης με την αποκάλυψη της απομείωσης της καθαρής της θέσης να οδηγεί σε μαζικές αναλήψεις των καταθέσεων (bank run).
Λίγες μέρες αργότερα, στις 13/3, πτωχεύει η Signature Bank και η J.P.Morgan με άλλες 11 τράπεζες προσφέρουν ρευστότητα $30 δισ. στη First Republic. Γίνεται έτσι αντιληπτό ότι το θεσμικό πλαίσιο των ΗΠΑ δεν είναι επαρκές ώστε να μη λάβει χώρα μια συστημική απειλή στο αμερικανικό τραπεζικό σύστημα, εξαιτίας προβλημάτων στις μικρές τράπεζες μετά την άνοδο των επιτοκίων.
Την ίδια ώρα, στις 19/3 εμφανίζεται «μαύρος κύκνος» και στην Ελβετία, με την Credit Suisse να απειλείται με κατάρρευση εξαιτίας των μεγάλων επενδυτικών αστοχιών που έχει διαπράξει από το 2015. Η γενναιόδωρη στήριξη που της προσφέρεται από την Ελβετική Κεντρική Τράπεζα πάνω από $170 δισ. δεν επαρκεί και τελικά προκρίνεται η εξαγορά της από τη UBS, με όλους να αντιλαμβάνονται την πραγματική εικόνα του θεωρούμενου ως υψηλής αξιοπιστίας ελβετικού τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα, στις 16/3 και 22/3 τόσο η ΕΚΤ όσο και η Federal Reserve συνεχίζουν τις αυξήσεις των επιτοκίων τους, που διαμορφώνονται στο 3,75% και 5% αντιστοίχως. Εν μέσω αυτού του περιβάλλοντος, ο Γ.Δ. υποχωρεί στις 31/3 στις 1.054,59 μονάδες (-6,6% σε μηνιαία βάση) επιδεικνύοντας ανθεκτικότητα.
Τον Απρίλιο, οι αναταράξεις του διεθνούς περιβάλλοντος απομακρύνονται και το ελληνικό χρηματιστήριο επανέρχεται σε ανοδική κίνηση. Η S&P αναφέρεται στις θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και η Goldman Sachs αναβαθμίζει τις τιμές-στόχους των τραπεζών. Στις 28/4, ο Γ.Δ. κλείνει στις 1.085,11 μονάδες (+2,90% σε μηνιαία βάση).
Τον Μάιο, την 2/5 και 3/5, η Federal Reserve και η ΕΚΤ διαμορφώνουν τα επιτόκιά τους στο 5,25% και 4% αντιστοίχως. Οι ξένοι οίκοι εν χορώ δημοσιοποιούν εκθέσεις αποδίδοντας τα εύσημα στην ελληνική οικονομία και τις προοπτικές της. Στις 21/5 διενεργούνται οι βουλευτικές εκλογές, στις οποίες η Ν.Δ. καταγράφει ποσοστό 41%, με την επενδυτική κοινότητα να εκτιμά ότι είναι κυρίαρχη στο πολιτικό σκηνικό και να μηδενίζεται ο πολιτικός κίνδυνος παρά το γεγονός ότι λόγω της απλής αναλογικής δεν πετυχαίνει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ο Γ.Δ. κλείνει στις 31/5 στις 1.218,65 μονάδες (+12,3% σε μηνιαία βάση).
Τον Ιούνιο, ο συνωστισμός των επενδυτικών οίκων (Morgan Stanley, Jeferries, Bofa, Goldman Sachs, D-Bank, Ambrosia κ.α.) με αναφορές για τις ευοίωνες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και αναβαθμίσεις των τιμών των τραπεζικών μετοχών συνεχίζεται. Η Federal Reserve δεν μεταβάλλει τα επιτόκιά της στις 14/6 αλλά στις 15/6 η ΕΚΤ τα διαμορφώνει στο 4,25%. Στις επαναληπτικές εκλογές στις 25/6 η Ν.Δ. πετυχαίνει ποσοστό 40,56%, με το δεύτερο κόμμα να υπολείπεται κατά 22,73 μονάδες και να λαμβάνει 158 από τις 300 έδρες στη Βουλή. Στις 30/6, ο Γ.Δ. διαμορφώνεται στις 1.276,61 μονάδες (+4,76% σε μηνιαία βάση).
Ο ενάρετος χρηματιστηριακός κύκλος συνεχίζεται και τον Ιούλιο. Στις 11/7 εκδίδεται 15ετής τίτλος που συγκεντρώνει €3,5 δισ. στο 4,46%. Στις 26/7 η Federal Reserve διαμορφώνει τα επιτόκιά της στο 5,5% και την επομένη η ΕΚΤ στο 4,5%, στον βωμό της τιθάσευσης του πληθωρισμού, παρά το γεγονός ότι στην Ε.Ε. και στην Κίνα διαφαίνεται ότι η οικονομική επιβράδυνση είναι ήδη ορατή.
Οι καταστροφές από τις πυρκαγιές του καλοκαιριού στην Εύβοια, τη Ρόδο και την Αγχίαλο είναι στην κορυφή της επικαιρότητας αλλά το χρηματιστήριο καταγράφει στις 27/7 την υψηλή επίδοση έτους στις 1.346,63 μονάδες, για να κλείσει στις 31/7 στις 1.335,48 μονάδες (+4,6% σε μηνιαία βάση).
Οι εκθέσεις των διεθνών οίκων συνεχίζονται τον Αύγουστο ενώ στις 4/8 ο οίκος Scope Ratings αποδίδει στην ελληνική οικονομία επενδυτική βαθμίδα. Τα 6μηνιαία αποτελέσματα των τραπεζών πιστοποιούν ότι «έχει γυρίσει η σελίδα» καθώς καταγράφουν κερδοφορία, χαμηλό ποσοστό ΜΕΔ και υψηλούς δείκτες φερεγγυότητας. Στις 30/8, ο Γ.Δ. διαμορφώνεται στις 1.312,49 μονάδες (-1,72% σε μηνιαία βάση).
Τον Σεπτέμβριο, η DBRS αποδίδει στην ελληνική οικονομία επενδυτική βαθμίδα στις 8/9 ενώ στις 15/9 η Moody’s ανακοινώνει διπλή αναβάθμιση (ένα σκαλοπάτι πριν την επενδυτική βαθμίδα). Ωστόσο, τα υψηλά επιτόκια φοβίζουν τις αγορές και συζητείται το ενδεχόμενο εισόδου σε ύφεση για την παγκόσμια οικονομία. Παράλληλα, ο «Daniel» προκαλεί βιβλικές καταστροφές στη Θεσσαλία, με μεγάλες απώλειες για το ΑΕΠ. Ο Γ.Δ. κλείνει στις 30/9 στις 1.209,34 μονάδες (-7,86% σε μηνιαία βάση).
Τον Οκτώβριο, οι διεθνείς αναταράξεις συνεχίζονται ελέω των υψηλών επιτοκίων και του ενδεχομένου περαιτέρω αύξησής τους. Στις 7/10 η αιφνίδια επίθεση της Χαμάς κατά Ισραηλινών ανοίγει ένα μέτωπο εχθροπραξιών στη Γάζα και την απειλή για κλιμάκωσή τους στη Μ. Ανατολή. Όμως, στην Ελλάδα η S&P αποδίδει επενδυτική βαθμίδα στην ελληνική οικονομία, η ιταλική UniCredit αναγγέλλει στις 24/10 την αγορά του 9% των μετοχών της Alpha του ΤΧΣ, μεταδίδοντας ηχηρή ψήφο εμπιστοσύνης για τις προοπτικές της ελληνικής τράπεζας, και η ΔΕΗ ολοκληρώνει την εξαγορά των εγκαταστάσεων της Enel στη Ρουμανία, επιτρέποντας στον Γ.Δ. να κλείσει στις 30/10 στις 1.193,10 καταγράφοντας μικρές μόνο μηνιαίες απώλειες (-1,3%).
Τον Νοέμβριο, μεταξύ 14-16/11, διενεργείται με επιτυχία η δημόσια πρόταση για τη μεταβίβαση του 22% των μετοχών της Εθνικής κατοχής του ΤΧΣ. Το βιβλίο Ελλήνων και ξένων επενδυτών υπερκαλύπτεται κατά 8 φορές, με το ΤΧΣ να εισπράττει πάνω από €1 δισ. και η Εθνική να αποκτά μετόχους τους κορυφαίους επενδυτές του πλανήτη. Ο Γ.Δ. κλείνει στις 30/11 στις 1.275, 13 μονάδες (+6,9% σε μηνιαία βάση).
Την 1/12 ο οίκος Fitch αποδίδει και αυτός επενδυτική βαθμίδα στην ελληνική οικονομία, εκτιμώντας ότι οι προοπτικές της είναι σταθερές. Το ΤΑΙΠΕΔ και ο όμιλος Λάτση μεταβιβάζουν στις 7/12 το 11% της Helleniq Energy, με στόχο τη βελτίωση της εμπορευσιμότητας της μετοχής. Το Ecofin της 20/12 επιτρέπει στην Ελλάδα την εξαίρεση των αμυντικών της δαπανών από τον υπολογισμό του υπερβολικού της ελλείμματος, ενώ οι νέοι όροι του Συμφώνου Σταθερότητας επιτρέπουν την εφεξής προσαρμογή του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ κατά 1 π.μ., στόχος εφικτός για τη χώρα. Τέλος, η ΤτΕ διατυπώνει πιο συγκρατημένες προβλέψεις σε σχέση με τον Ιούνιο για τους ρυθμούς μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας το 2023 και το 2024-25.
Οι προοπτικές για το 2024
Διεθνές περιβάλλον: με χαμηλό βαθμό ορατότητας!
Συντρέχουν πολλοί λόγοι που δικαιολογούν την άποψη ότι και το 2024, σε συνέχεια του 2023, αναμένεται να είναι έτος για το οποίο υπάρχει υψηλός βαθμός αβεβαιότητας. Αυτή προέρχεται από τρεις κατηγορίες λόγων, τους οικονομικούς, τους πολιτικούς και τους γεωπολιτικούς. Ας τους δούμε πιο αναλυτικά:
Οικονομικοί λόγοι. Σύμφωνα με την τελευταία εκτίμηση της Federal Reserve, η αμερικανική οικονομία αναμένεται να σημειώσει αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,4% το 2024. Για την ευρωπαϊκή οικονομία, η εκτίμηση της ΕΚΤ είναι ότι θα αναπτυχθεί με ρυθμό μόλις 0,8%, ενώ το ΔΝΤ εκτιμά ότι η παγκόσμια οικονομία θα μεγεθυνθεί με ρυθμό 3%. Στην Κίνα, ο ρυθμός μεγέθυνσης δύσκολα θα ξεπεράσει το 5%, σε συνέχεια των προβλημάτων που σχετίζονται με τα ακίνητα. Με τα δεδομένα αυτά, οι Κεντρικές Τράπεζες πρέπει να δρομολογήσουν εντός του 2024 τη διαδικασία μείωσης των επιτοκίων ώστε να αποφύγουν το ενδεχόμενο τα υψηλά επιτόκια να προκαλέσουν ύφεση, έχοντας ωστόσο προηγουμένως τιθασεύσει τον πληθωρισμό (2,4% το Νοέμβριο στην ευρωζώνη, στο 3,1% στις ΗΠΑ).
Το στοίχημα είναι δυσχερέστατο και η επενδυτική κοινότητα θα συνεχίσει να παρακολουθεί από κοντά τις δηλώσεις των Πάουελ και Λαγκάρντ, πριν αποφασιστεί μια ουσιαστική αλλαγή της στάσης χαμηλού βαθμού διάθεσης για ανάληψη μεγαλύτερων επενδυτικών κινδύνων. Εκτιμάται πάντως ότι κατά το 1ο εξάμηνο του 2024 θα διατηρήσουν τα παρεμβατικά τους επιτόκια στα τρέχοντα επίπεδα, αφού το ενδεχόμενο αναζωπύρωσης του πληθωρισμού δεν μπορεί να αποκλειστεί, αναζητώντας το άριστο timing για το ξεκίνημα της μείωσης των επιτοκίων, με στόχο το λεγόμενο soft landing στην οικονομία, δηλαδή τη μη υπερβολική επιβράδυνσή της. Οι αναλυτές πάντως θεωρούν ότι η ΕΚΤ οφείλει να ξεκινήσει νωρίτερα τη σχετική διαδικασία καθώς η παρατεταμένη διατήρηση υψηλών επιτοκίων θα προκαλέσει ανεπιθύμητα μεγάλη υποχώρηση των συνθηκών ζήτησης, δηλαδή της κατανάλωσης των ιδιωτών και των επενδύσεων των επιχειρήσεων.
Γεωπολιτικοί λόγοι. Η oυκρανική κρίση συνεχίζεται και στις 20/2/2024 θα συμπληρώσει μια διετία. Αν και έχει παγιωθεί ένα σκηνικό σύμφωνα με το οποίο ούτε η Ουκρανία μπορεί να ανακτήσει τα εδάφη που κατέλαβε η Ρωσία, ούτε η Ρωσία μπορεί να επεκτείνει την επιρροή της στο Κίεβο, οι δύο πλευρές δεν αναμένεται στο εγγύς μέλλον να διακόψουν τις μεταξύ τους εχθροπραξίες.
Ωστόσο, η συνέχιση της χρηματοδότησης του πολέμου είναι ολοένα και πιο δύσκολη για τη Δύση, ενώ η Ρωσία, αν και αιμορραγεί οικονομικά, έχει βρει τρόπους να ξεπερνά τις εναντίον της κυρώσεις συνεργαζόμενη με άλλες χώρες, όπως την Κίνα, την Ινδία και την Τουρκία.
Παράλληλα, η εμπόλεμη κατάσταση στη Γάζα εγκυμονεί πάντα κινδύνους να κλιμακωθεί σε όλη τη Μ. Ανατολή. Μάλιστα, στην παρούσα φάση, οι δράσεις των ανταρτών Χούθι της Υεμένης έχουν οδηγήσει στη διακοπή της διέλευσης πλοίων από τη διώρυγα του Σουέζ, με προφανείς δυσμενείς επιπτώσεις για την εφοδιαστική αλυσίδα προϊόντων και πρώτων υλών καθώς από εκεί διακινείται το 12% περίπου του παγκόσμιου εμπορίου σε όγκο και ίσως το 30% της παγκόσμιας διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων.
Πολιτικοί λόγοι. Η συνάντηση των προέδρων Μπάιντεν και Σι που έγινε το Νοέμβριο στο Σαν Φρανσίσκο συνέβαλε στην αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ, καθώς έγινε αντιληπτό ότι η οικονομία ενώνει τις δύο υπερδυνάμεις. Σαν αποτέλεσμα, το ενδεχόμενο απρόβλεπτων εξελίξεων για το θέμα της Ταϊβάν παραμερίστηκε στην παρούσα φάση. Όμως, το δημοσκοπικό προβάδισμα του Τραμπ και το ισχυρό ενδεχόμενο μιας νέας υποψηφιότητάς του για την προεδρία των ΗΠΑ το 2025 προκαλεί εύλογες ανησυχίες, λόγω του απρόβλεπτου της προσωπικότητας του. Με την Ευρώπη να χρειασθεί να αντιμετωπίσει την άμυνά της αποκλειστικά με ίδια μέσα, ενδεχόμενο για το οποίο δεν έχει προετοιμαστεί. Θα χρειαστεί ωστόσο προηγουμένως να περάσει από το Ανώτατο Δικαστήριο που θα κρίνει για το κατάλληλο της υποψηφιότητάς του ως υποψήφιου των Ρεπουμπλικάνων.
Οι προαναφερόμενοι παράγοντες είναι γνωστοί στις κυβερνήσεις, στις Κεντρικές Τράπεζες και σε άλλους φορείς που είναι σε διαδικασία επαγρύπνησης, ώστε να ενεργήσουν κατά τρόπο που θα αποφύγουν τις αποσταθεροποιητικές συνέπειες στο ενδεχόμενο που εξελιχθούν με βλαπτικό τρόπο για την οικονομία (απαισιόδοξο σενάριο). Από την άλλη πλευρά, είναι πιθανό να εξελιχθούν με τρόπο που θα οδηγήσει σε θετικές εξελίξεις για την παγκόσμια οικονομία (αισιόδοξο σενάριο), ενδεχόμενο πιθανότερο καθώς, για παράδειγμα, η κλιμάκωση των πολεμικών επιχειρήσεων με περισσότερα εμπλεκόμενα μέρη είναι για όλους ανεπιθύμητη.
Ενόψει των παραπάνω, η διάθεση για ανάληψη νέων επενδυτικών κινδύνων θα παραμείνει χαμηλή με τη στρατηγική διατήρησης υψηλών διαθεσίμων να προκρίνεται και τις τοποθετήσεις να είναι αμυντικού χαρακτήρα επικεντρώνοντας αναλογικά περισσότερο σε τίτλους σταθερής απόδοσης. Με τους διαχειριστές να καλούνται να επισημάνουν ό,τι ενδεχομένως εκτιμάται ότι συνιστά ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο (χρυσός κ.α.) αλλά και εταιρείες με ελπιδοφόρες προοπτικές από κλάδους που έχουν ηγετικό ρόλο (stock picking), ιδιαίτερα εκείνων που δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο του ενεργειακού και ψηφιακού μετασχηματισμού που συντελείται στην παγκόσμια οικονομία σε ανταπόκριση της κλιματικής αλλαγής και των τεχνολογικών αλλαγών που έχουν δρομολογηθεί.
Ελληνικό χρηματιστήριο: Ευοίωνες οι προοπτικές του!
Οι αποδόσεις του ελληνικού χρηματιστηρίου, στο +40% σχεδόν για τον Γενικό Δείκτη με υπεραπόδοση πάνω από 60% για τις τράπεζες, το κατατάσσουν ήδη στις κορυφαίες θέσεις ανάμεσα σε όλες τις αγορές του πλανήτη για το 2023. Παρά τις αβεβαιότητες που καταγράφονταν και πέρσι σε σχέση με τα γεωπολιτικά δεδομένα, η πορεία της ελληνικής οικονομίας σε ενάρετο κύκλο μακρόχρονης οικονομικής μεγέθυνσης (3ος συνεχόμενος χρόνος υψηλού ρυθμού), η αξιοσημείωτη βελτίωση των μεγεθών των εταιρειών και ιδιαίτερα των τραπεζών και το χαμηλό επίπεδο εκκίνησης του Γ.Δ. (στις 929,79 μονάδες στις 31/12/2022) δικαιολογούν τις επιδόσεις που καταγράφηκαν. Δεν συνιστούν δε υπερβολή καθώς στα τρέχοντα επίπεδα τιμών, οι μετοχές των εταιρειών υψηλής κεφαλαιοποίησης διαπραγματεύονται με P/E 13,2 (οι τράπεζες με P/E 6,9) , ενώ η σχέση P/BV είναι στο 1,3 και για τις τράπεζες 0,8.
Σημειώνεται ότι ήδη στο 9μηνο του 2023, τα καθαρά κέρδη αυξήθηκαν κατά 28,64% (στο +11,6% χωρίς τις τράπεζες) για τις 45 εταιρείες που δημοσιοποίησαν τα μεγέθη τους, κατά 4,04% τα λειτουργικά τους αποτελέσματα, ενώ ο τζίρος υποχώρησε κατά 3,28% και οι χρηματικές διανομές έφτασαν φέτος το ποσό των €2,93 δισ., το υψηλότερο των τελευταίων 14 ετών, με μέση μερισματική απόδοση 3,4%.
Η ελληνική οικονομία θα κινηθεί το 2024 στο διεθνές περιβάλλον με τις αβεβαιότητες που περιγράφηκαν στην προηγούμενη ενότητα. Ωστόσο, δύο δεδομένα διαφοροποιούν αισθητά το εξωτερικό περιβάλλον της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με τις υπόλοιπες:
Το πρώτο σχετίζεται με τον μηδενισμό του πολιτικού κινδύνου σε συνέχεια του εκλογικού αποτελέσματος του Ιουνίου 2023, που διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για σταθερή διακυβέρνηση επί μια τετραετία. Το δεύτερο αφορά την υπογραφή του ελληνοτουρκικού συμφώνου φιλίας με την Τουρκία στις 7/12/2023, που περιλαμβάνει σειρά συμφωνιών που αναμένεται να έχουν ευεργετικό αποτέλεσμα για την οικονομία καθώς αφορούν τον τουρισμό, τις εμπορικές συναλλαγές, τις επενδύσεις και την ενέργεια.
Ενόψει των παραπάνω, εκτιμάται ότι το 2024 θα είναι το 4ο συνεχόμενο έτος υψηλού ρυθμού μεγέθυνσης για την ελληνική οικονομία. Μετά το +8,4% του 2021, το +5,6% του 2022 και το πιθανολογούμενο +2,4% κατά την ΤτΕ για το 2023, το 2024 είναι πιθανό να καταγράψει επίδοση που θα φτάσει το 2,5% (εκτίμηση ΤτΕ). Με την κυβέρνηση να επιμένει στον προϋπολογισμό στο +2,9% και τη Wood να διαφωνεί οριακά (βλέπει +2,8%), με το δημόσιο χρέος να διαμορφώνεται στο 152,3% ως προς το ΑΕΠ στο τέλος του 2024. Αυτό θα είναι το αποτέλεσμα του συνδυασμού τριών διαμορφωτικών παραγόντων:
• Των επενδύσεων, δημόσιων και ιδιωτικών, που εκτιμάται ότι θα αυξηθούν κατά 15,1% το 2024, με την ΤτΕ να επισημαίνει ότι είναι αναγκαίο να αυξηθούν στο 20% του ΑΕΠ από το 13-14% που είναι τώρα ώστε να βελτιωθεί και η παραγωγικότητα. Ο στόχος είναι εφικτός καθώς υπάρχουν κονδύλια ύψους €36 δισ. σύμφωνα με την αναθεώρηση του «Ελλάδα 2.0» από το Ταμείο Ανάκαμψης, με χρονικό ορόσημο το 2026 για την εκταμίευσή τους και οι ύψους €21 δισ. πόροι του ΕΣΠΑ 2021-27. Παρά τις δυσλειτουργίες της δημόσιας διοίκησης, η απορρόφηση των κονδυλίων συντελείται ήδη ικανοποιητικά με αιχμή τις δράσεις που αφορούν τον ενεργειακό & τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την απασχόληση & την κοινωνική συνοχή και τις ιδιωτικές επενδύσεις.
• Της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων που αναμένεται να επανακάμψει το 2024 μετά την υποχώρηση των εξαγωγών το 2023. Εκτός από τα προϊόντα των διυλιστηρίων που το 2023 πραγματοποίησαν αυξημένες πωλήσεις κατ’ όγκο αλλά όχι και σε αξία λόγω της υποχώρησης των τιμών του πετρελαίου, αναμένεται να προωθηθούν τα προϊόντα διατροφής η παραγωγή των οποίων επλήγη από τις καταστροφές στο Θεσσαλικό κάμπο, των μεταλλουργικών προϊόντων λόγω των έργων ενεργειακού μετασχηματισμού που διενεργούνται στην Ευρώπη και των φαρμακευτικών προϊόντων σε συνέχεια των μεγάλων επενδύσεων που υλοποιούνται στον κλάδο.
• Της συνέχισης των επιδόσεων ρεκόρ στον τουρισμό, όπου τα στοιχεία των αεροπορικών αφίξεων στο Δ.Α.Α. και τα λοιπά αεροδρόμια που διαχειρίζεται η Fraport είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρα. Σαν αποτέλεσμα, οι ύψους €19,6 δισ. ταξιδιωτικές εισπράξεις του 11μήνου ξεπέρασαν το ρεκόρ του 2019 και αναμένεται να είναι πάνω από €22 δισ. το 2024. Παράλληλα, ο υψηλός πληθωρισμός του 2023 αναμένεται να υποχωρήσει το 2024 κάτω από το 3%, εξέλιξη που θα βελτιώσει το μόλις +1% που κατέγραφε η κατανάλωση στο 3ο τρίμηνο του έτους συμβάλλοντας στην υποχώρηση του ΑΕΠ στο +2,1% σε ετήσια βάση.
Ενόψει των παραπάνω, τα μεγέθη των εισηγμένων εταιρειών αναμένεται να συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία και κατά το 2024. Εκτιμάται μάλιστα ότι το P/E των εταιρειών υψηλής κεφαλαιοποίησης υποχωρεί στο 10 το 2024 και στο 6,5 για τις τράπεζες. Αυτό θα είναι το αποτέλεσμα:
- Της βελτίωσης των μεγεθών των τραπεζών, καθώς θα βελτιωθεί η οργανική κερδοφορία τους τόσο λόγω της διατήρησης του επιτοκιακού περιθωρίου σε υψηλά επίπεδα όσο και λόγω των αναμενόμενων αυξημένων δανειοδοτήσεων, κυρίως για τη μόχλευση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων.
- Της συνέχισης της αύξησης των μεγεθών των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον ενεργειακό και τον ψηφιακό μετασχηματισμό αλλά και σε όσες δραστηριοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο που καταγράφει ύψος ρεκόρ στα ανεκτέλεστα υπόλοιπα των μεγεθών του.
- Της ανάπτυξης των πωλήσεων των εξαγωγικών επιχειρήσεων (πετρελαιοειδών, μεταλλουργικών, δομικών υλικών, προϊόντων διατροφής, προϊόντων για την προσωπική φροντίδα, φαρμακευτικών προϊόντων, πλαστικών προϊόντων κ.λπ.).
- Της αύξησης των μεγεθών των εταιρειών που με άμεσο ή έμμεσο τρόπο δραστηριοποιούνται στον τουρισμό (αεροπορικές, ενοικίασης αυτοκινήτων, λιμανιών).
- Της συνέχισης των επενδύσεων των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας, εμπορικών επιχειρήσεων με ηγετική θέση στον κλάδο τους αλλά και της βελτίωσης των μεγεθών εταιρειών με ειδικά χαρακτηριστικά όπως ο στοιχηματισμός, η διαχείριση υδάτινων πόρων κ.α.
Η αναφορά στα παραπάνω δεδομένα δημιουργεί τη βάσιμη προσδοκία ότι το 2024 μπορεί να είναι μια ακόμη χρονιά ανοδικών επιδόσεων για το ελληνικό χρηματιστήριο, χωρίς να συνυπολογίζονται οι ευεργετικές συνέπειες από τη λήψη επενδυτικής βαθμίδας για την ελληνική οικονομία, καθώς 4 επενδυτικοί οίκοι την έχουν ήδη αποδώσει (S&P, Fitch, DBRS, Scope) ενώ αναμένεται εντός του 2024 και από τη Moody’s, με τις αποδόσεις των 10ετών τίτλων να υποχωρούν στο 3%. Έτσι, τα ελληνικά ομόλογα είναι πλέον επιλέξιμοι τίτλοι και το ελληνικό χρηματιστήριο αναμένεται να μεταφερθεί στις ανεπτυγμένες αγορές στους επόμενους 18 μήνες, αφού προηγουμένως η εισαγωγή του Δ.Α.Α. (Αεροδρόμιο Βενιζέλος) και ενδεχομένως μερικών ακόμη αξιοσημείωτων εταιρειών από κοινού με τις υπό εισαγωγή ΑΕΕΑΠ ενισχύσουν το μίγμα των επενδυτικών επιλογών του.
Ενόψει των παραπάνω, είναι δυνατό να επιλεγεί μια παλέτα 10 εταιρειών από το Χ.Α. με κριτήριο τις ευοίωνες προοπτικές των μεγεθών τους, χωρίς να λαμβάνεται καθοριστικά υπόψη η δυνατότητα απόδοσης και χρηματικών διανομών (μερισμάτων, επιστροφής κεφαλαίων) που αποτελεί διακριτό κριτήριο στις επενδυτικές επιλογές.
Έξι από τις εταιρείες κατατάσσονται ήδη στην υψηλή κεφαλαιοποίηση: η Εθνική και η Πειραιώς ως εκπρόσωποι των τραπεζών, που εκτός από την προοπτική υψηλής κερδοφορίας αναμένεται εντός του 2024 να καταβάλουν μέρισμα μετά από 14 χρόνια. Η Εθνική επιλέγεται λόγω του υψηλότερου δείκτη φερεγγυότητας (στο 17,9% ο δείκτης CET1) ενώ η Πειραιώς λόγω της ταχύτατης μείωσης του δείκτη των ΜΕΔ (στο 5,5% στο 9μηνο).
Η ΔΕΗ λόγω αποτελεσματικής στρατηγικής της που οδηγεί στο ενεργειακό μετασχηματισμό με παράλληλες κινήσεις αύξησης του ενεργητικού της στο εξωτερικό και στο εσωτερικό, με στόχο την επίτευξη καθαρής κερδοφορίας.
Ο Μυτιληναίος για την εντυπωσιακή αύξηση των μεγεθών και στους τρεις κλάδους που δραστηριοποιείται, στην ενέργεια, τις κατασκευές και το αλουμίνιο, με τον όμιλο να θέτει υποψηφιότητα για σύντομη είσοδο στο κλαμπ των μεγάλων ευρωπαϊκών βιομηχανιών.
Η Cenergy που διαθέτει σωλήνες και καλώδια σε 70 χώρες και είναι ήδη παγκόσμιος πρωταγωνιστής στη διαδικασία ενεργειακού μετασχηματισμού.
Η Aegean που πέτυχε σε χρόνο-ρεκόρ να ξεπεράσει τα προβλήματα από το lock down της πανδημίας και εισπράττει ήδη μεγάλα οφέλη από τη φετινή έκρηξη του τουρισμού και εκείνες που θα ακολουθήσουν.
Οι τέσσερις επόμενες εταιρείες ανήκουν στη μεσαία κεφαλαιοποίηση που δεν έχει μέχρι τώρα πετύχει ικανοποιητικές συναλλακτικές επιδόσεις καθώς παραμένει υψηλή η συμμετοχή της υψηλής κεφαλαιοποίησης στο τζίρο (90% περίπου), με αποτέλεσμα οι αποτιμήσεις των εταιρειών να παραμένουν ιδιαίτερα ελκυστικές. Προτείνονται επομένως τέσσερις εταιρείες για να συμπληρωθεί η δεκάδα και επισημαίνεται ότι υπάρχουν πολλές ακόμη τόσο στη μεσαία όσο και στη μικρή κεφαλαιοποίηση με χαμηλές αποτιμήσεις αλλά εξαιρετικά ευοίωνες προοπτικές, από τις οποίες ο υπομονετικός επενδυτής θα μπορούσε να καρπωθεί σημαντικές υπεραξίες.
Οι εταιρείες που έχουν επιλεγεί είναι:
- Η ΕΧΑΕ, που ωφελείται από τις αναβαθμίσεις της ελληνικής αγοράς και είναι θέμα χρόνου οι σημαντικές αυξήσεις στις ημερήσιες συναλλαγές και τις κεφαλαιοποιήσεις των εταιρειών να αποτυπωθούν στα μεγέθη της εταιρείας.
- Η Entersoft, εταιρεία με ηγετική θέση στην πληροφορική και θυγατρικές στα Βαλκάνια που αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνει τα μεγέθη της, προσφέροντας τις υπηρεσίες της στο πλαίσιο του συντελούμενου ψηφιακού μετασχηματισμού.
- Ο ΟΛΠ, που δρομολογεί μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα ενώ αναμένεται να συνεχίσει να αναπτύσσει τα μεγέθη του από τα εμπορευματοκιβώτια, την κρουαζιέρα και τα οχήματα.
- Τέλος, ο όμιλος Ideal Holdings, που με πετυχημένες κινήσεις εξαγορών επιδιώκει την είσοδό του στην ομάδα των εταιρειών υψηλής κεφαλαιοποίησης.
Καλή χρονιά!