H Χάρις Αλεξίου ήταν η χθεσινή καλεσμένη στην εκπομπή «Mega Stories» και μίλησε στη Δώρα Αναγνωστοπούλου, μεταξύ άλλων, στη μάχη της με τον καρκίνο.
«Είναι σαν να μην υπάρχουμε χωρίς το παρελθόν μας. Τι να πετάξω από το παρελθόν; Αυτό που με έχει σχηματίσει, αυτό που είμαι είναι γιατί υπάρχει αυτό, υπάρχει το παρελθόν. Υπάρχει ο τρόπος που μεγάλωσα, υπάρχουν τα βιώματά μου, η σχέση μου με τη μάνα μου, η έλλειψη του πατέρα μου, το ότι μπήκα στη ζωή από πολύ μικρή και έπρεπε να φροντίσω τον εαυτό μου και τους άλλους. Αυτό με έκανε να μη μασάω!
Και αυτό έχω να πω σαν μήνυμα, ότι στη ζωή αγωνίζεσαι μέχρι το τέλος. Και πρέπει να αγωνίζεσαι μέχρι το τέλος γιατί αλλιώς έχεις πνιγεί, έχεις χαθεί, έχεις πεθάνει. Κι εγώ δεν ήθελα να πεθάνω. Ακόμα και όταν διαγνώστηκε ο καρκίνος μου, είπα ”τι είναι αυτό τώρα;”», είπε η Χάρις Αλεξίου.
Χάρις Αλεξίου: Είναι η μεγαλύτερη φωνή της Ελλάδας;
Μίλησε για τη ζωή της, τη μάχη της με τον καρκίνο και τα προβλήματα με τη φωνή της, καθώς και την πορεία της στο ελληνικό τραγούδι. Η Χάρις Αλεξίου τόνισε πως πίσω από κάθε της κίνηση ήταν η φιλοδοξία της που την «έσπρωχνε» να πάει παρακάτω.
Η τεράστια επιτυχία της και ο τρόπος που τα τραγούδια της αγγίζουν τους ακροατές την έχουν αναγάγει στην κορυφαία Ελληνίδα τραγουδίστρια για πολλούς. Κάτι που εκείνη, όμως, προτιμά να μην λέει για τον εαυτό της.
«Ήρθαμε από τη Θήβα το ’59 με τον πατέρα μου άρρωστο, τη μητέρα μου και τον αδελφό μου. Υποχρεωθήκαμε να έρθουμε εδώ, γιατί ζούσε η γιαγιά μου εδώ, η μητέρα της μητέρας μου. Και δεν ξαναγυρίσαμε ποτέ στη Θήβα», είπε αρχικά.
Και συνέχισε: «Ήρθαμε σε μία νέα κατάσταση εδώ. Η μητέρα μου άνοιξε ένα μπακάλικο. Πήρε ένα δωμάτιο, το χώρισε στη μέση, στο μισό δωμάτιο μέναμε και στο άλλο μισό ήταν μπακάλικο να φανταστείς. Είχε δύο παιδιά να μεγαλώσει, έπρεπε να αποδείξει στην οικογένεια του πατέρα μου ότι μπορεί να τα καταφέρει, γιατί το πρώτο πράγμα που της είπαν ήταν: πού πας χωρίς δουλειά στην Αθήνα;».
«Ήταν ένα πνεύμα ανήσυχο, ήξερε ότι δεν θα κατάφερνε να ζήσει την αγροτική ζωή του πατέρα μου. Ήταν όλα τα πράγματα μαζί. Ήταν πολύ γλυκιά, τρυφερή, την αγαπούσαν όλοι αλλά ήταν και πολύ σκληρή ταυτόχρονα. Υπήρχε από τη μία αυτή η λατρεία και ο έρωτας και από την άλλη μπορούσε με μια της κουβέντα να σε “σκοτώσει” μέσα σου», τόνισε.
«Τώρα μιλάω για αυτό. Η μητέρα μας είναι η Παναγία μας, το ιερό μας πρόσωπο. Ό,τι και να μας έχει κάνει είναι εκείνη που μας μεγάλωσε, μας τάισε, μας έντυσε, μας ζέστανε. Αλλά το κουβαλάμε πολύ το κομμάτι αυτής της θυσίας, θα ήθελα να μην το είχαμε. Αυτό το κομμάτι της ευτυχισμένης μητέρας μου δεν το είχα ποτέ», επεσήμανε
«Ο αδελφός μου, ο Γιώργος, δεν έγινε ο πατέρας της οικογένειας, έκανε το αντίθετο: Έκανε εμένα μάνα του. Με όσα άκουγε για μένα, ετοιμαζόταν από μικρός να γίνω μάνα του. Η μητέρα μας πέθανε πολύ νέα. Αναγκάστηκα να δουλέψω από πολύ μικρή, πήγαινα σχολείο ακόμα. Αυτό σε βγάζει στη ζωή, ξεθαρρεύεις. Σου κλέβει κομμάτια της ανέμελης ζωής σου και σου μαθαίνει να διαχειρίζεσαι τη ζωή μου. Δεν ξέρω τι θα ήταν καλύτερο αλλά χρειάστηκε να τη διαχειριστώ τη ζωή μου από πολύ μικρή», πρόσθεσε η Χάρις Αλεξίου. Μιλώντας για τους γονείς της υποστήριξε πως: «Θα ήθελα να πω στους γονείς μου ”δείτε πού είμαι, τι κατάφερα”».
Χάρις Αλεξίου: Τα καλύτερα της χρόνια στο ελληνικό τραγούδι
Η σπουδαία ερμηνεύτρια έκανε και μια αναδρομή στα «χρυσά χρόνια» του ελληνικού τραγουδιού.
«Ήταν μια ωραία παρέα. Με κάποιους από αυτούς είχα πιο στενή επαφή, όπως ο Μάνος Λοΐζος. Είναι τα χρόνια που μου άνοιξαν την οπτική μου στον πνευματικό κόσμο. έβγαινα στη ζωή και γνωρίζοντας αυτούς τους ανθρώπους και μόνο να τους ακούς είχες να κερδίσεις πράγματα», τόνισε αρχικά και πρόσθεσε:
«Ήρθε η μεταπολίτευση, μπήκαν οι ποιητές, οι λογοτέχνες στη ζωή μου. Όλοι συνέθεταν μια κατάσταση αυτή που λέμε χρυσή εποχή του τραγουδιού. Ήταν κάτι το απίστευτο! Από τις ωραιότερες περιόδους της ζωής μου. Μπαίνοντας σε αυτό τον κόσμο άρχισα να ανακαλύπτω κάτι που ίσως δεν θα είχα γνωρίσει. Ο Αχιλλέας είναι ένας άνθρωπος που με εισήγαγε σε αυτό τον κόσμο, ήμασταν ήδη ζευγάρι και το 1975 παντρευτήκαμε. Άνθιζα καλλιτεχνικά με κάτι που συνέβαινε και ήταν πολύ σημαντικό. Ήθελα να είμαι στην αγκαλιά των μεγάλων συνθετών και όταν άνοιξαν αυτές οι αγκαλιές, τι άλλο να ζητούσα;».
Για τους ανθρώπους που σημάδεψαν τη διαδρομή της καλλιτεχνικά, ανέφερε: «Έχω πολλές σχολές. Άλλος δάσκαλος ο (Απόστολος) Καλδάρας, άλλος δάσκαλος ο (Μάνος) Λοΐζος. Και ο Αντώνης (Βαρδής) είχε μια δική του σχολή που ήταν τόσο συγκινητική που δεν χρειαζόταν να μου το δείξει, αλλά ήθελα να πάρω τον τρόπο του. Όλοι μπορεί να είναι δάσκαλοι και εγώ μπορεί να είμαι χωρίς να το επιδιώκω για τους νεότερους ανθρώπους. Πολλά νέα παιδιά μου λένε ότι είμαι δασκάλα τους και με μελετούν, πολύ κολακευτικό. Τη Βίκυ Μοσχολιού την αγαπούσα και ήθελα να πω τα τραγούδια που είχε πει, γιατί έλεγε σπουδαία τραγούδια».
Χάρις Αλεξίου: Ποιο τραγούδι θεωρεί σήμα κατατεθέν της καριέρας της
Στη συνέχεια αποκάλυψε ποιο είναι για εκείνη το τραγούδι – σήμα κατατεθέν της καριέρας της και για ποιο λόγο: «Νομίζω ότι το “Όλα σε Θυμίζουν” είναι η στάμπα μου! Εκεί η γυναίκα Αλεξίου πήρε έναν άλλον ρόλο, πολύ σπουδαίο. Αλλάζει η ζωή μιας γυναίκας όταν αποκτάει ένα παιδί. Πόσο μάλλον μιας εργαζόμενης γυναίκας ή που χρειάζεται να λείπει». Επιπλέον υπογράμμισε πως το «Όλα σε Θυμίζουν» είναι το τραγούδι που το συνέδεσε με τη μητέρα της, η οποία, όμως, δεν κατάφερε να ακούσει το δίσκο.
«Έχω σημειώματα του Μάνου από τότε. Ο Μάνος έχει ζήσει παρασκήνια, καμαρίνια, και να είναι μαζί μου σε περιοδεία, μικρούλης. Όσο δεν μπορούσε να μου πει όχι. Γιατί μετά που μπαίνουν στην εφηβεία τα παιδιά δεν θέλουν να έρχονται ή να λένε ότι είναι παιδιά γνωστών. Ο Μάνος περπάτησε 10 μηνών, κάναμε διακοπές στη Μυτιλήνη και ήμουν χαρούμενη που περπάτησε στα δικά μου χέρια. Θυμάμαι όταν γύρισα από την περιοδεία και με άφησε το πούλμαν στο σπίτι, τον είχε κατεβάσει η γιαγιά και είδα το παιδί μου να έρχεται με τα χέρια απλωμένα. Δεν θα ξεχάσω αυτή την εικόνα ποτέ στη ζωή μου. Από τη Μυτιλήνη ήταν ο Αχιλλέας και πηγαίναμε διακοπές. Είναι συγκινητικό νησί η Μυτιλήνη, είναι και τα παράλια απέναντι. Είναι ευλογημένος τόπος».
Κι έπειτα μίλησε για την σχέση της με το κοινό. «Μου αρέσει πολύ να καταλάβω ότι έχω περάσει μέσα τους και μετά να τους δω να ξεσπάνε και να χορεύουν. Βλέπεις ότι όταν κάποιος κλαίει νιώθεις ότι κάτι μέσα του έχεις σπάσει. Μου λένε “έχω κλάψει με τα τραγούδια σου” και σκέφτομαι και εγώ πόσο έχω κλάψει παρακολουθώντας συναυλίες».
«Όταν σταμάτησα να τραγουδάω δεν άντεχα να πάω να δω live. Όταν κάπου μας καλούσαν να πω τραγούδια μαζί τους, το απέφευγα. Δεν ήθελα να μπω σε μια τέτοια στιγμή να φωνάζει ο κόσμος και εγώ να αρνηθώ. Ακόμα δεν έχω πάει να ακούσω τους φίλους μου να τραγουδάνε. Όταν πήγα στη συναυλία που έγινε για τον Βαρδή, έπαθα απίστευτο μπλοκάρισμα. Όταν είδα την σκηνή, τους μουσικούς, τον κόσμο και εγώ θα πήγαινα απλώς να μιλήσω, το λέω και αδειάζει το στομάχι μου», εκμυστηρεύτηκε.
«Είναι κάτι σαν ”αναπηρία” αυτό. Στην παρέα μπορεί να τραγουδάνε οι φίλοι μου που δεν είναι τραγουδιστές και εγώ να… Δεν ήθελα να βάλω τον εαυτό μου σε αυτή την δοκιμασία. Το κατάλαβε ο κόσμος ότι κάπως ήμουν και υπήρχε μια σιωπή και μια συγκίνηση. Και είπα στον Μάνο “Πάμε να φύγουμε”».
«Ήμουν πρώτα αυστηρή με τον εαυτό μου και ίσως γι’ αυτό να ήμουν με τους άλλους. Από την άλλη, δεν θα μπορούσα να φανταστώ πως συνέβη αυτό το πράγμα και συμβαίνει ακόμη στη ζωή μου. Θέλω να αποδείξω ακόμη πράγματα στον εαυτό μου. Δεν είμαι η μεγαλύτερη φωνή της Ελλάδας. Και ποιός μπορεί να το πει για τον εαυτό του; Είναι μια παγίδα αυτό… Μπορεί να σε πουν ιέρεια, μύθο, θρύλο. Πολλοί από εμάς έχουν φτάσει σε κορυφές, έχουμε ορισμένες ερμηνείες για τις οποίες μπορούμε να καμαρώνουμε. Με συγκινεί περισσότερο να έρθει ένα παιδί και να μου πει “σ’ άκουγε η γιαγιά μου, σ’ άκουγε η μάνα μου και τώρα σ’ ακούω εγώ”».
Διαβάστε ακόμη: