Μια μείωση των επιτοκίων που οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θεωρούσαν απίθανη μόλις πριν από τρεις εβδομάδες, φαίνεται τώρα σχεδόν βέβαιη.
Οι έρευνες για τις επιχειρήσεις, οι πρώτες μετρήσεις πληθωρισμού κάτω του 2% μετά από τρία και πλέον χρόνια και η καθησυχαστική στροφή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ προς τη χαλάρωση, έχουν φέρει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στο σημείο όπου μια μείωση κατά ένα τέταρτο της μονάδας φαίνεται πως δε χρειάζεται κάτι περισσότερο από μια τυπική υπογραφή.
Η εκτίμηση των αναλυτών για την απόφαση αυτού του μήνα είναι τέτοια που οι επενδυτές τιμολογούν πλέον μια πιθανότητα 90% για την πραγματοποίησή της. Οι οικονομολόγοι που προηγουμένως προέβλεπαν μόνο μια κίνηση τον Δεκέμβριο έχουν αλλάξει τις απόψεις τους.
Η στροφή είναι αξιοσημείωτη, δεδομένου ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αναζήτησαν ένα πολύ πιο περίπλοκο μωσαϊκό στοιχείων για να δικαιολογήσουν τις δύο προηγούμενες μειώσεις. Προτίμησαν επίσης να επιμείνουν σε έναν τριμηνιαίο ρυθμό χαλάρωσης o oποίος ταιριάζει με το χρονοδιάγραμμα των προβλέψεών τους.
Σε αντίθεση με τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, όταν μόνο δύο ενδείξεις για τον πληθωρισμό και μια έκθεση για το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν ήταν διαθέσιμες, αυτή τη φορά το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ θα αρκεστεί να δράσει με βάση μόνο μια έκθεση για τις τιμές καταναλωτή, μια επιλογή δεικτών κλίματος και όποια αποσπασματικά στοιχεία για τους μισθούς μπορεί να συγκεντρώσει.
Σύμφωνα με τον Τζέιμι Ρας του Bloomberg Economics «με τον πληθωρισμό να μειώνεται και τους δείκτες δραστηριότητας να καταγράφουν πτωτική πορεία, είμαστε βέβαιοι ότι η ΕΚΤ θα μειώσει τα επιτόκια τον Οκτώβριο. Μια περαιτέρω μείωση των επιτοκίων είναι πολύ πιθανή τον Δεκέμβριο, ενώ η χαλάρωση θα συνεχιστεί μέχρι το επόμενο έτος».
Παρά ταύτα – και πριν ακόμα τα στοιχεία δείξουν πληθωρισμό μόλις 1,8% στην Ευρωζώνη τον περασμένο μήνα, αισθητά χαμηλότερο από τον στόχο του 2% – η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, αναγνώρισε τη δυναμική που συγκεντρώνεται προς μια ακόμα κίνηση χαλάρωσης.
«Οι τελευταίες εξελίξεις ενισχύουν την πεποίθησή μας ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στο στόχο εγκαίρως», δήλωσε η ίδια, προσθέτοντας πως «θα το λάβουμε υπόψη στην επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής μας».
Στις 12 Σεπτεμβρίου, οι αξιωματούχοι έκριναν ότι μια μείωση των επιτοκίων αυτό το μήνα θα ήταν μια επιλογή έκτακτης ανάγκης και όχι κάτι που θα μπορούσε να υλοποιηθεί. Ένα μικρότερο από το συνηθισμένο διάστημα μόλις πέντε εβδομάδων μεταξύ των αποφάσεων παρείχε έναν ακόμη λόγο αναμονής.
Παρά ταύτα, έχει γίνει φανερό ότι η οικονομία δυσκολεύεται να αναπτυχθεί. Οι έρευνες για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις την περασμένη εβδομάδα από την S&P Global αποκάλυψαν πολύ ασθενέστερες του αναμενόμενου επιδόσεις, οι οποίες στη συνέχεια υποδαύλισαν τα στοιχήματα για επικείμενη μείωση του κόστους δανεισμού.
«Κυριολεκτικά κάθε δείκτης για τον πληθωρισμό έχει μειωθεί από την τελευταία συνεδρίαση της ΕΚΤ», ανέφεραν πρόσφατα οι οικονομολόγοι της Morgan Stanley με επικεφαλής τον Γενς Άιζενσμιτ. «Η οικονομία της ευρωζώνης φαίνεται σημαντικά πιο αδύναμη. Σε αυτό το περιβάλλον η εκτίμηση κινδύνου για μια ακόμη μείωση φαίνεται απλή», συμπλήρωσε.
Εν τω μεταξύ, το πώς οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα αποφασίσουν σχετικά με την προοπτική μείωσης των επιτοκίων αποτελεί ένα αναπάντητο ερώτημα για την επικείμενη απόφαση.
Η Ιζαμπέλ Σνάμπελ – που θεωρείται το πιο «γερακίσιο» μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ – αναγνώρισε τη θλιβερή κατάσταση της οικονομίας της ευρωζώνης και προειδοποίησε ότι οι αξιωματούχοι «δεν μπορούν να αγνοήσουν τους αντίξοους ανέμους για την ανάπτυξη».
«Με ενδείξεις εξασθένησης της ζήτησης εργασίας και περαιτέρω πρόοδο στον αποπληθωρισμό, μια βιώσιμη πτώση του πληθωρισμού πίσω στον στόχο του 2% εγκαίρως γίνεται όλο και πιο πιθανή, παρά τον ακόμα αυξημένο πληθωρισμό υπηρεσιών και την ισχυρή αύξηση των μισθών. Παρόλο που η μέγιστη επίδραση της νομισματικής σύσφιξης είναι πιθανό να βρίσκεται πίσω μας και τα πραγματικά εισοδήματα αυξάνονται καθώς ο πληθωρισμός μειώνεται και οι μισθοί αυξάνονται, η ανάπτυξη παραμένει ρηχή. Τους τελευταίους 18 μήνες, η ανάκαμψη ήταν επανειλημμένα ασθενέστερη από ό,τι αναμενόταν», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.
Βασική πηγή αδυναμίας είναι η Γερμανία, της οποίας ο μεταποιητικός τομέας επιβαρύνεται από την ασθενή ζήτηση στο εξωτερικό και τα διαρθρωτικά προβλήματα στο εσωτερικό. Ο τομέας των υπηρεσιών της Γαλλίας έχει επίσης επιβραδυνθεί σημαντικά μετά την προσωρινή ανάκαμψη από τους θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες
«Μεγάλο μέρος των θλιβερών επιδόσεων ανάπτυξης της ευρωζώνης από τότε που αρχίσαμε να αυξάνουμε τα βασικά μας επιτόκια πολιτικής μπορεί να αποδοθεί σε μια μικρή ομάδα χωρών, συμπεριλαμβανομένων της Γερμανίας, της Φινλανδίας και της Εσθονίας», δήλωσε η ίδια.
Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος επανέλαβε αυτές τις εκτιμήσεις, λέγοντας ότι «η Ευρώπη βρίσκεται σε κατάσταση χαμηλής ανάπτυξης». Παρ’ όλα αυτά, τόνισε ότι τα στοιχεία για τον πληθωρισμό του Σεπτεμβρίου ήταν «αρκετά καλά» και αποτέλεσαν «θετική έκπληξη».
«Έχουμε πει πολύ ξεκάθαρα ότι είμαστε εντελώς ανοιχτοί, θέλουμε να κρατήσουμε τις επιλογές μας ανοιχτές», δήλωσε ο ίδιος σε συνέντευξή του.
Άλλα «γεράκια», όπως ο πρόεδρος της Bundesbank, Γιοακίμ Νάγκελ, ο Κλάας Κνοτ της Ολλανδίας, ο Ρόμπερτ Χόλτσμαν της Αυστρίας και ο Πιέρ Βουντς του Βελγίου, ήταν σε μεγάλο βαθμό σιωπηλοί τις τελευταίες ημέρες. Αν και αυτό θα μπορούσε να είναι ένα σιωπηλό σημάδι έγκρισης, η συναίνεσή τους δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη.
Ο Μπόστια Βάσλε της Σλοβενίας αρνήθηκε να τοποθετηθεί σχετικά με το αν θα μπορούσε να γίνει μια κίνηση τον Οκτώβριο, ενώ ο Μάριο Σεντένο της Πορτογαλίας υποστηρίζει την περαιτέρω χαλάρωση τονίζοντας πως «το ζητούμενο είναι η ταχύτητα».
Αυτό που γνωρίζουν όλοι οι αξιωματούχοι, ωστόσο, είναι ότι η προσπάθεια για μείωση των επιτοκίων μοιάζει όλο και πιο δύσκολη – ακόμη και αν ήθελαν να την σταματήσουν εν τη γενέσει της. Καθώς απομένει μόνο μια εβδομάδα μέχρι να ξεκινήσει η περίοδος «σιωπής» πριν από τη λήψη αποφάσεων, το παράθυρο για να δράσουν κλείνει.
Επιπλέον, κάθε επιχείρημα που μπορεί να προβάλουν κατά μιας μείωσης θα πρέπει να αντιμετωπίσει το βάρος των στοιχείων που προσφέρουν σταθερά οι οικονομικές εκθέσεις των τελευταίων 10 ημερών.
«Λάβαμε περαιτέρω επιβεβαίωση από τα πρόσφατα στατιστικά στοιχεία ότι ο πληθωρισμός επιβραδύνεται», δήλωσε την Τρίτη ο διοικητής της Τράπεζας της Φινλανδίας, Όλι Ρεν. «Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν περισσότεροι λόγοι για μείωση των επιτοκίων στη συνεδρίαση του Οκτωβρίου. Η πρόσφατη αποδυνάμωση των προοπτικών ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ γέρνει την πλάστιγγα προς την ίδια κατεύθυνση».