Την παρούσα περίοδο βλέπουμε δύο Ελλάδες να εξελίσσονται.

Από την μία βλέπουμε μία ελληνική οικονομία που με την επενδυτική βαθμίδα που έλαβε από την DBRS να βιώνει πιο αισιόδοξες προβλέψεις για την συνέχεια με πολλαπλά οφέλη τόσο από την άποψη της πραγματικής οικονομίας όσο και για τις ελληνικές μετοχές και τα ελληνικά ομόλογα μεταξύ των οποίων μειωμένο κόστος δανεισμού, εισροή κεφαλαίων- επενδύσεων και βελτιωμένη ρευστότητα.

Μένει βέβαια να δούμε και πως θα δεχτεί σήμερα το Χρηματιστήριο της Αθήνας αυτή τη κατάκτηση.

Από την άλλη βλέπουμε μία Ελλάδα με τις γνωστές τις ανεπάρκειες.

Οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες θα δημιουργήσουν ένα επιπρόσθετο βάρος στον προϋπολογισμό που κάποιοι το υπολογίζουν μέχρι και 5 δις ευρώ.

Όμως, έρχονται και άλλα από πίσω.

Στις πλημμύρες στην Θεσσαλία καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος της φυτικής και ζωικής γραμμής.

Σε συνδυασμό με τις φωτιές σε Εύβοια, Αττική, Έβρο η ζημία στο περιβάλλον και την οικονομία είναι εκθετικά μεγαλύτερη.

Με άμεση συνέπεια ζήτημα επισιτιστικής κρίσης στην περιοχή και ευρύτερα επειδή η Θεσσαλία είναι το μεγάλο χωράφι που συντηρεί και την υπόλοιπη χώρα.

Άλλη μία συνέπεια είναι ότι η μείωση του παραγωγής που θα επιφέρει μία αύξηση τιμών στα τρόφιμα και στα λαχανικά που θα επιτείνει το κλίμα πληθωρισμού που ταλανίζει τη χώρα.

Υπό αυτό το αντιφατικό πλαίσιο, ο Πρωθυπουργός προσπαθεί να αλλάξει το κλίμα που σχηματίζεται για την δεύτερη θητεία του.

Ένα κλίμα που χαρακτηρίζεται από δυσαρέσκεια ακόμα και μέσα στους κόλπους της κυβέρνησης αλλά και στην κοινωνία που του έδωσε το απίστευτο 41% μετά από μία διακυβέρνηση 4 ετών.

Πρώτο μέλημα, όπως λένε κυβερνητικές πηγές, είναι να υπάρξει μία συνολική απάντηση στο θέμα των αποζημιώσεων και της ανασυγκρότησης της περιοχής της Θεσσαλίας.

Είναι ενδεικτικό, όμως, ότι η περιφερειακή διοίκηση στην περιοχή με τη θητεία 11 ετών από τον Κώστα Αγοραστό, δεν έφερε σε πέρας τα απαραίτητα αντιπλημμυρικά έργα με συνέπεια να επωμίζεται η κεντρική κυβέρνηση διαχρονικές ανεπάρκειες και αβλεψίες τοπικών και περιφερειακών διοικήσεων.

Αν κάτι υπάρχει για να μπορέσει να ψέξει την κυβέρνηση είναι η ετοιμότητα του μηχανισμού της Πολιτικής Προστασίας, όπου αναγκαστικά σε ουδέτερο χρόνο θα δούμε αλλαγές να γίνονται.

Όμως, τα επεισόδια στην Λάρισα μετά τις ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού δείχνουν ότι πλέον το κεφάλαιο του Κ. Μητσοτάκη αρχίζει και αμαυρώνεται από τις συνεχείς κρίσεις.

Γι’ αυτό και οι επόμενες κινήσεις θα είναι κινήσεις πολιτικής διαχείρισης της κατάστασης.

Γι’ αυτό αποφασίστηκε να πάει στο Στρασβούργο και να δει κατ’ ιδίαν την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα Φον Ντελ Λαιεν και να ζητήσει την συνδρομή της όπως έγινε πριν μέρες και με την Σλοβενία που ζήτησε κονδύλια για τις δικές της πλημμύρες.

Επίσης, αποφασίστηκε να υπάρξει κανονική άνοδος στην Θεσσαλονίκη με ομιλία και συνέντευξη τύπου για να μην κατηγορηθεί  ότι «ο Πρωθυπουργός δραπέτευσε στα δύσκολα».

Μία απόφαση που πάρθηκε μετά από πολλή σκέψη και συσκέψεις με στενούς του συνεργάτες και αφού πείστηκε ότι επικοινωνιακά δεν πρέπει να χάσει την θετική αύρα που του δίνει η επενδυτική βαθμίδα.

Άλλωστε, η ΔΕΘ αποτελεί ένα προνομιακό πεδίο για το κάθε πρωθυπουργό για να αλλάξει την ατζέντα.

Διαβάστε ακόμη: