Χειρότερη μέρα για την ανακοίνωση της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας από την Ελλάδα, δύσκολα μάλλον θα μπορούσε να βρεθεί.
Η είδηση που επί μήνες κυβέρνηση, οικονομία, επιχειρήσεις και αγορά περίμεναν ότι θα λειτουργούσε ως το μεγάλο βήμα εισόδου σε ένα νέο ενάρετο κύκλο κινδυνεύει να χαθεί κάτω από το φόβο της επικείμενης επέμβασης του Ισραήλ στη Γάζα.
Έτσι κάτι που υπό άλλες συνθήκες θα χαρακτήριζε τις επόμενες εβδομάδες και τις κινήσεις των μεγάλων «παικτών» στις σκακιέρες της οικονομίας, του επιχειρείν και της χρηματιστηριακής αγοράς, σήμερα πολύ δύσκολα θα επηρεάσει τις εξελίξεις.
Και όμως η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από την Standard & Poor’s , έχει για πολλούς λόγους σημασία και μάλιστα υπάρχουν συνθήκες και προϋποθέσεις να υπερβαίνει τις βραχυχρόνιες συνέπειες ( αν αποδειχθούν φυσικά έτσι ), της γεωπολιτικής όξυνσης και της τρέχουσας κρίσης στην Μέση Ανατολή.
Οι υπερασπιστές αυτής της άποψης υπενθυμίζουν ότι η διεθνής οικονομία είναι αναγκασμένη να προσαρμόζεται σε όλες τις καταστάσεις ακόμη και στις πλέον ακραίες , αρκεί να μην καταγράφονται στοιχεία ολικής καταστροφής.
Ο ισχυρός αντίλογος αναφέρει πως υπό διαφορετικές συνθήκες θα μπορούσαν να υπάρχουν κάποια σημεία αισιοδοξίας, αλλά σήμερα οι ελπίδες περιορίζονται λόγω των ανεπαρκών πολιτικών ηγεσιών και της έλλειψης πραγματισμού που παγκοσμίως παρατηρείται.
Πάντως η σημασία των ανακοινώσεων του μεγάλου αμερικανικού οίκου, ακόμη και υπό τις σημερινές δυσμενείς διεθνείς συνθήκες δεν μπορούν παρά να έχουν ένα κάποιο αντίκρισμα.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αποτελεί ορόσημο στην διαδικασία βελτίωσης της αξιολόγησης του ελληνικού αξιόχρεου καθώς η S&P είναι ένας από τους τρεις μεγαλύτερους οίκους στον κόσμο, διαθέτει ευρύ δίκτυο και φυσικά είναι επιλέξιμος από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Θεωρείται δεδομένο, εφόσον φυσικά οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή δεν λάβουν δραματική μορφή ότι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και από την S&P έχει ιδιαίτερη αξία καθώς η χώρα θα μπορεί να αποτελέσει πεδίο αναφοράς για μια μεγάλη δεξαμενή κεφαλαίων που λόγω απουσίας επενδυτικής βαθμίδας δεν τοποθετούνται στην Ελλάδα.
Αναμένοντας τη Fitch
Επόμενος σταθμός είναι η 1η Δεκεμβρίου οπότε και αναμένεται η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από την Fitch.
Τότε η αγορά εκτιμά πως μπορεί να εξασφαλίσει επιπλέον ζήτηση της τάξης των 7 δισ. ευρώ για τα κρατικά ομόλογα τα οποία θα περάσουν αυτόματα στην κατηγορία των επιλέξιμων assets για μια σειρά από διεθνείς παίκτες και διαχειριστές κεφαλαίων που μέχρι σήμερα εκ καταστατικού δεν μπορούσαν να κάνουν τοποθετήσεις στη χώρα.
Συνακόλουθα αυτό θα καταστήσει ευκολότερη την υλοποίηση του δανειακού προγράμματος της Ελλάδας τον επόμενο χρόνο, ενώ θα συμβάλλει και στην ποιοτική αναβάθμιση των επενδυτών που τοποθετούνται στο ελληνικό χρέος καθώς η ελληνική οικονομία θα περνά από τη ζώνη του υψηλού κινδύνου στην ασφαλή περιοχή της επενδυτικής βαθμίδας.
Παράλληλα η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εν μέσω ισχυρής αβεβαιότητας στις αγορές λόγω και του αυξημένου γεωπολιτικού ρίσκου εκτιμάται πως θα ενισχύσει και πρακτικά τις δυνάμεις αντίστασης της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς ενόψει των γεωπολιτικών κινδύνων, πράγμα αφήνει μεγάλα περιθώρια μη απομάκρυνσης του γενικού δείκτη του χρηματιστηρίου από τα σημερινά επίπεδα.
Οι πικρές αλήθειες του Απόστολου Βακάκη
Προχώρησε ένα βήμα παρακάτω τις συνήθεις αντισυμβατικές εκτιμήσεις του ο Απόστολος Βακάκης.
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου Jumbo δεν δίστασε αυτή τη φορά να γίνει περισσότερο πολιτικός θίγοντας θέματα που για άλλους επιχειρηματίες εξακολουθούν να αποτελούν ταμπού λόγω του φόβου των κάθε είδους εξουσιών.
Έτσι στο περιθώριο της έκτακτης Γενικής Συνέλευσης της Jumbo επεσήμανε τόσο την αδυναμία η πολιτική να ξεχωρίσει από την οικονομία αλλά και την ευθύνη της αγοράς να προσαρμοστεί στα τρέχοντα επίπεδα τιμών.
Στη συνέχεια ο ιδρυτής της Jumbo προχώρησε ακόμη περισσότερο.
Δεν πρόκειται για μια τυπική προσέγγιση, θα τολμούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για μια τοποθέτηση – πολιτική ανάλυση που δύσκολα συναντάται στον λόγο που εκπέμπεται ακόμη και από πολιτικά στελέχη. Είπε συγκεκριμένα:
Λένε πως να μαντεύεις το μέλλον είναι μάταιο. Αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να προνοείς. Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας, με αποτέλεσμα εκεί που νομίζεις ότι έχεις επιτυχία, τελικά αποτυγχάνεις. Δείτε το παράδειγμα της Μυκόνου, ένα νησί με τεράστια ανάπτυξη αλλά χωρίς αντίστοιχη βελτίωση των υποδομών. Πρώτα έγινε οικονομικά απρόσιτη για τους Έλληνες και μετά οι ξένοι διαπίστωσαν ότι αυτό που προσφέρει για τα χρήματα που δίνουν, είναι μη ανταγωνιστικό και επέλεξαν άλλους προορισμούς. Έπρεπε να προνοήσουν αυτό που συνέβη.
Δεν το έκαναν και έτσι η επιτυχία σταδιακά εξελίχθηκε σε αποτυχία. Το ίδιο και με την Ελλάδα. Εκπέμπουμε επενδυτική προδιάθεση και επενδυτική αισιοδοξία, αλλά κινούμαστε με ρυθμούς παραπληγικού σαλιγκαριού. Πώς θα ανταγωνιστούμε άλλες χώρες; Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως πρέπει να κινηθούμε πιο γρήγορα. Να αυξήσουμε την παραγωγικότητα για να μπορούμε να μοιράζουμε τα οφέλη. Το να μοιράζεις τα λεφτά των άλλων είναι εύκολο, αλλά αυτό κάποτε τελειώνει. Πρέπει να γίνει αντιληπτό πως η οικονομία πρέπει να μείνει έξω από το πολιτικό παιχνίδι.
Προβληματισμός αλλά και προσδοκίες
Στην εκτίμηση ότι η παγκόσμια οικονομία οδηγείται σε ύφεση με όλα τα δεινά που συνεπάγεται αυτή η κατάσταση στις αγορές συγκλίνουν τελευταία όλο και περισσότεροι αναλυτές. Μάλιστα προχωρούν τον προβληματισμό τους , ακόμη περισσότερο εκφράζοντας φόβους ότι η ύφεση αυτή θα έχει επιταχυνόμενα χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα για τον Οκτώβριο της Bank of America, στην οποία συμμετείχαν 259 διαχειριστές με υπό διαχείριση κεφάλαια 664 δισ. δολαρίων, αναμένεται σε ποσοστό 59% «ήπια προσγείωση» της παγκόσμιας οικονομίας, οι προσδοκίες ωστόσο για την πιθανότητα «σκληρής προσγείωσης» αυξήθηκαν κατά εννέα ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, φθάνοντας το 30%.
Μόνο το 25% των αναλυτών δεν αναμένει ύφεση τους επόμενους 18 μήνες, αλλά το ποσοστό αυτών που αναμένουν ύφεση το πρώτο εξάμηνο του 2024 αυξήθηκε σημαντικά, καθώς το 44% των διαχειριστών αναμένει ότι η παγκόσμια οικονομία θα βρεθεί σε ύφεση το πρώτο ή το δεύτερο τρίμηνο του επόμενου έτους, από 36% τον Σεπτέμβριο.
Οι διαχειριστές δηλώνουν πεπεισμένοι πως η νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών είναι υπερβολικά σφικτή και η δημοσιονομική πολιτική υπερβολικά χαλαρή, με το 50% να θεωρεί ότι το sell-off στα ομόλογα ήταν αποτέλεσμα των υψηλών ελλειμμάτων και χρεών.
Το 60% θεωρεί πως η Fed ολοκλήρωσε τον κύκλο των αυξήσεων επιτοκίων, ενώ το 56% προβλέπει πλέον σταδιακή μείωση στις αποδόσεις των ομολόγων.
Για τις μετοχικές αγορές τηρούν «ουδέτερη θέση», ενώ αν και «βλέπουν» βραχυχρόνια διορθωτικές κινήσεις δεν αποκλείουν στο τέλος του έτους ένα «year-end rally».
Συνολικά το 80% περιμένει μείωση του πληθωρισμού και το 56% των διαχειριστών – που αποτελεί ρεκόρ για το 2023 – «βλέπει» μείωση των αποδόσεων των ομολόγων τους επόμενους 12 μήνες.
Οι επαγγελματίες των αγορών αύξησαν πάντως τις θέσεις τους σε μετρητά τον Οκτώβριο στο 5,3% (από 4,9% τον προηγούμενο μήνα) του χαρτοφυλακίου τους.
Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι για τις αγορές θεωρούνται με 31% ο επίμονος πληθωρισμός και η στάση των κεντρικών τραπεζών, με 23% η επιδείνωση των γεωπολιτικών εντάσεων και με 21% ο κίνδυνος παγκόσμιας ύφεσης / σκληρής προσγείωσης των οικονομιών.