Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών διαμορφώθηκε σε έλλειμμα €3,9 δισεκ. το πρώτο τρίμηνο 2023, μειωμένο κατά €3,1 δισεκ. (44,8%) σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του περασμένου έτους. Σύμφωνα με σχετική ανάλυση της τράπεζας Eurobank, η εν λόγω βελτίωση προήλθε από τα ισοζύγια των αγαθών και των δευτερογενών εισοδημάτων. Το μεν πρώτο ενισχύθηκε κατά €1,8 δισεκ., αντανακλώντας την πολύ υψηλότερη άνοδο των εξαγωγών καυσίμων και αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων από την αντίστοιχη των εισαγωγών, το δε δεύτερο αυξήθηκε κατά €2,0 δισεκ., αντανακλώντας τις εισπράξεις της γενικής κυβέρνησης:

1ον από την τελευταία δόση του ESM στο πλαίσιο της επιστροφής των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα (ANFA/SMP), και

2ον από πόρους προερχόμενους από το σκέλος των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ). Παρά ταύτα, η προαναφερθείσα αύξηση του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων δύναται να αποδειχτεί προσωρινή, καθότι τους επόμενους μήνες η σύγκριση θα γίνεται με μήνες του 2022 στους οποίους πραγματοποιήθηκαν παρόμοιες εκταμιεύσεις ANFA/SMP και πόρων του ΤΑΑ (σκέλος επιχορηγήσεων).

Οι εξαγωγές (εισπράξεις) αγαθών και υπηρεσιών ενισχύθηκαν σε ετήσια βάση κατά €2,5 δισεκ. (13,6%) σε τρέχουσες τιμές το πρώτο τρίμηνο 2023, από €3,9 δισεκ. (19,3%) το τέταρτο τρίμηνο 2022. Οι κατηγορίες των καυσίμων και των αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων είχαν την υψηλότερη συμμετοχή στην αύξηση του συνόλου των εξαγωγών, ενώ ακολούθησαν οι ταξιδιωτικές και οι λοιπές υπηρεσίες.

Αναλυτικά, οι εξαγωγές καυσίμων ενισχύθηκαν κατά €1,0 δισεκ. (30,8%), των αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων κατά €1,0 δισεκ. (12,1%), των ταξιδιωτικών υπηρεσιών κατά €0,3 δισεκ. (63,8%) και των λοιπών υπηρεσιών κατά €0,3 δισεκ. (22,4%). Σε ό,τι αφορά την πλευρά της χρέωσης των εξωτερικών συναλλαγών της ελληνικής οικονομίας, οι εισαγωγές (πληρωμές) αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά €0,8 δισεκ. (2,8%) το πρώτο τρίμηνο 2023, από €6,3 δισεκ. (24,2%) το τέταρτο τρίμηνο 2022.

Η εν λόγω επιβράδυνση, αρκετά εντονότερη από την αντίστοιχη των εξαγωγών, προήλθε κυρίως από τον τομέα των αγαθών, με τον ετήσιο ρυθμό ανόδου των εισαγωγών καυσίμων να μειώνεται στα €0,1 δισεκ. (2,1%) το πρώτο τρίμηνο 2023, από €3,3 δισεκ. (59,7%) το τέταρτο τρίμηνο 2022, και τον αντίστοιχο ρυθμό αύξησης των εισαγωγών αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία να μειώνεται στα €0,1 δισεκ. (0,7%) το πρώτο τρίμηνο 2023, από €1,3 δισεκ. (9,2%) το τέταρτο τρίμηνο 2022.

Βελτιώθηκε σε ετήσια βάση το έλλειμμα ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών

Βάσει των παραπάνω στοιχείων, το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών βελτιώθηκε σε ετήσια βάση κατά €1,8 δισεκ. (21,7%) το πρώτο τρίμηνο 2023, από χειροτέρευση €2,5 δισεκ. (40,2%) το τέταρτο τρίμηνο 2022. Αποδεικνύεται ότι η ετήσια μείωση των διεθνών τιμών του πετρελαίου το πρώτο τρίμηνο 2023 (16,8% από αύξηση 14,6% το τέταρτο τρίμηνο 2022) επηρέασε εντονότερα τις εισαγωγές από ό,τι τις εξαγωγές καυσίμων. Το εν λόγω αποτέλεσμα, μέσω της συνιστώσας των καθαρών εξαγωγών στην ταυτότητα του ΑΕΠ, αναμένεται να έχει θετική συνεισφορά στον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης του πρώτου τρίμηνου 2023 (ανακοίνωση από την ΕΛΣΤΑΤ στις 7 Ιουνίου 2023). Από την άλλη πλευρά ωστόσο, η υψηλή μείωση του ρυθμού ανόδου των εισαγωγών, όχι μόνο των καυσίμων αλλά και των αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία, δύναται να συνοδευτεί από ισχυρή επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της εγχώριας ζήτησης (κατανάλωση + επενδύσεις παγίων + μεταβολή αποθεμάτων).

Εν κατακλείδι, το πρώτο τρίμηνο 2023, η αύξηση των εξαγωγών, η συγκράτηση των εισαγωγών και οι μεταβιβάσεις πόρων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ANFA/SMP και επιχορηγήσεις του ΤΑΑ) είχαν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κατά €3,1 δισεκ. (44,8%) σε ετήσια βάση. Σύμφωνα με τις πρόσφατες εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕπ), το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στην Ελλάδα, παρά την προβλεπόμενη μείωσή του, αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα τη διετία 2023-2024 (7,3% και 6,0% του ΑΕΠ αντίστοιχα).

Η ελληνική οικονομία το 2022 είχε το υψηλότερο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης (Ελλάδα -9,7% του ΑΕΠ, Κύπρος -9,1%, Σλοβακία -8,2%, Λετονία -6,4%, Μάλτα -5,8%, Λιθουανία -5,1%, Φινλανδία -3,9%, Βέλγιο -3,6%, Κροατία -3,3%, Εσθονία -2,2%, Γαλλία -2,1%, Ιταλία -1,3%, Πορτογαλία -1,3%, Ευρωζώνη – 1,0%, ΕΕ-27 -0,6%, Σλοβενία -0,4%, Αυστρία +0,2%, Ισπανία +0,6%, Γερμανία +4,2%, Ολλανδία +4,4% και Λουξεμβούργο +5,0%).

Διαβάστε περισσότερα