«Μιλάμε για μια ιστορία οικονομικού comeback. Πριν από λιγότερο από μια δεκαετία, η Ελλάδα φαινόταν ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να ανακάμψει από τα οικονομικά και πολιτικά της τραύματα. Την Παρασκευή κέρδισε την επενδυτική βαθμίδα από τον Standard & Poor’s». Αυτό αναφέρει η Wall Street Journal σε άρθρο γνώμης υπογραμμίζοντας ότι πλέον η Ελλάδα «γίνεται υπόδειγμα δημοσιονομικού πολίτη με μεταρρυθμίσεις στην ελεύθερη αγορά».
Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, η αναβάθμιση του ελληνικού χρέους επιτυγχάνει τον στόχο που έθεσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, αντανακλώντας παράλληλα το μέγεθος του μετασχηματισμού που επέφερε ο κ. Μητσοτάκης στην Αθήνα.
Το άρθρο υπογραμμίζει ότι ο S&P Global ανέφερε τη «σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση» και την εκλογική «εντολή για συνέχεια της πολιτικής», προκειμένου να εξηγήσει την απόφασή της.
«Η Αθήνα χρειαζόταν να βάλει τις δαπάνες υπό έλεγχο αφού οι δημοσιονομικές υπερβολές στις αρχές της δεκαετίας του 2000 κορυφώθηκαν με μια κρίση χρέους που ξεκίνησε το 2009. Αλλά εάν ένας ισοσκελισμένος προϋπολογισμός ήταν το μόνο που απαιτούνταν για να θεωρηθεί επενδυτική η χώρα, θα είχε γίνει μέχρι τώρα η πιστωτική αναβάθμιση. Η Ελλάδα συμφώνησε σε τρία ξεχωριστά προγράμματα διάσωσης από τους Ευρωπαίους ομολόγους της μεταξύ 2010 και 2015, τα οποία περιελάμβαναν τιμωρητικούς δημοσιονομικούς όρους» αναφέρει η WSJ.
Οι συντάκτες του άρθρου εξηγούν ότι αυτές οι προϋποθέσεις δεν εκπληρώθηκαν ποτέ επειδή ούτε οι συμφωνίες διάσωσης ούτε οι Έλληνες πολιτικοί εφάρμοσαν μια ατζέντα ανάπτυξης: «Οι ψηφοφόροι εξοργίστηκαν με τα δύο πρώτα προγράμματα διάσωσης και το 2015 στράφηκαν προς την άκρα αριστερά, εκλέγοντας ως πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα του ΣΥΡΙΖΑ».
Υπογραμμίζουν ότι, ο κ. Τσίπρας παραλίγο να ανατινάξει την ευρωζώνη, αρνούμενος να τηρήσει τους όρους διάσωσης και φτάνοντας στο σημείο να διοργανώσει ένα αποτυχημένο δημοψήφισμα πριν απομακρυνθεί από το χείλος του γκρεμού. Στη συνέχεια υπέγραψε μια συμφωνία διάσωσης με τους δικούς της δημοσιονομικούς περιορισμούς.
«Η καινοτομία του κ. Μητσοτάκη, από τότε που έδιωξε τον κ. Τσίπρα και επανέφερε το κεντροδεξιό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία το 2019, ήταν να επικεντρωθεί στην οικονομική ανάπτυξη. Μείωσε τον εταιρικό φορολογικό συντελεστή στο 22% από 29%, εργάστηκε για τον εξορθολογισμό των κρατικών λειτουργιών και τώρα προωθεί τις ιδιωτικοποιήσεις», αναφέρει το άρθρο.
«Η ανανεωμένη αισιοδοξία εξηγεί γιατί η οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί φέτος κατά περίπου 2,5%, η S&P αναμένει ότι το δημόσιο χρέος θα μειωθεί στο 146% του ΑΕΠ από 189% το 2020, και οι επενδύσεις πέφτουν βροχή. Όλα αυτά συνέβησαν παρά την πανδημία, τη μεταναστευτική κρίση και πολλές φυσικές καταστροφές. Και επίσης, εξηγεί γιατί ο κ. Μητσοτάκης επανεξελέγη άφοβα αυτό το καλοκαίρι»
Η WSJ καταλήγει τονίζοντας ότι «οι προκλήσεις παραμένουν για μια οικονομία που εξακολουθεί να εξαρτάται υπερβολικά από μια χούφτα βιομηχανίες όπως ο τουρισμός και απαιτούνται σημαντικές μεταρρυθμίσεις για να αυξηθεί ο δυναμισμός».
«Όμως ο κ. Μητσοτάκης έχει καταλάβει ότι μια ατζέντα οικονομικής ανάπτυξης είναι το βασικό συστατικό για την οικοδόμηση υποστήριξης για αυτές τις μεταρρυθμίσεις — και για την εξισορρόπηση του προϋπολογισμού. Αυτό είναι ένα μάθημα που θα μπορούσε να μάθει η υπόλοιπη Ευρώπη —και η Αμερική— από το πρώην προβληματικό παιδί της ηπείρου».