Η τέλεια καταιγίδα της ανησυχίας για την πορεία των επιτοκίων και τις επιπτώσεις τους στην οικονομία σε συνδυασμό με τους συνεχιζόμενους τριγμούς στο λόφο του Καπιτωλίου που μπορεί να προσθέσουν και την ενδεχόμενη καθαίρεση του προέδρου της Βουλής στη δύσκολη εξίσωση έφερε αναπόφευκτα sell off στη Wall Street. Το κλίμα, άλλωστε, ήδη δεν ήταν καλό με τους δείκτες να έχουν διανύσει τον Σεπτέμβριο το χειρότερο μήνα της χρονιάς και να έχουν ολοκληρώσει το τρίτο τρίμηνο με αρνητικό πρόσημο.
Οι ελπίδες πως η είσοδος του Οκτωβρίου θα φέρει ούριους ανέμους έχουν για την ώρα διαψευστεί. Αντιθέτως οι δείκτες κατέγραψαν σήμερα βαριές απώλειες που ειδικά για τον Dow Jones πλησίασαν ενδοσυνεδριακά τις 500 μονάδες.
Τελικά, ο Dow Jones έκλεισε με πτώση ύψους 430 μονάδων ή 1,29% με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί στις 33.002 μονάδες.
Ο S&P 500 δέχτηκε επίσης σημαντικές πιέσεις χάνοντας 1,37% στις 4.229 μονάδες, ενώ ο Nasdaq έφτασε πλέον μια ανάσα κι από τις 13.000 μονάδες, στις 13.059, κάνοντας βουτιά ύψους 1,87%.
Την ίδια ώρα το ράλι στις αποδόσεις των ομολόγων συνεχίστηκε αντανακλώντας τη βεβαιότητα πως η Fed θα διατηρήσει, αν όχι και θα διευρύνει περαιτέρω, την περιοριστική νομισματική πολιτική για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Η απόδοση του 10ετούς ανέβηκε περίπου 12 μονάδες αγγίζοντας το 4,8%, ήτοι στα υψηλότερα επίπεδα εδώ και 16 χρόνια, ενώ και η απόδοση του 30ετούς βρέθηκε στο υψηλότερο σημείο της από το 2007, στο 4,932%.
Οι επιπτώσεις του ράλι αυτού έγινε άμεσα αισθητό στην αγορά ακινήτων με τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων να εκτοξεύονται σε υψηλά 23 ετών. Συγκεκριμένα το μέσο σταθερό επιτόκιο του στεγαστικού 30 ετών ανέβηκε στο 7,72%, ήτοι σε επίπεδα που η αγορά έχει να δει από τα τέλη του 2000 και αναλυτές «βλέπουν» ορατή την πιθανότητα να «πιάσει» ή και να ξεπεράσει το όριο του 8%.
Όπως εξήγησε, μιλώντας στο CNBC, o Άλεξ ΜακΓκραθ της NorthEnd Private Wealth η εκτόξευση στις αποδόσεις των ομολόγων αποτελούν εξαιρετικά αρνητικό παράγοντα για τις μετοχές και πιθανότατα η κατεύθυνση δεν θα αλλάξει πριν τα τέλη της χρονιάς.
Αν και η Fed διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια κατά την τελευταία συνεδρίαση της, τον περασμένο μήνα, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας ακόμη παρέμβασης πριν τα τέλη της χρονιάς εφόσον το απαιτήσουν οι συνθήκες. Και οι συνθήκες για την ώρα παραμένουν ευνοϊκές για την τροφοδότηση των πληθωριστικών πιέσεων, καθώς οι πετρελαϊκές τιμές έχουν και πάλι ανέβει στα ύψη, ενώ και τα περιθώρια στην αγορά εργασίας παραμένουν σφιχτά.
Η σημερινή έκθεση JOLTS για τις κενές θέσεις εργασίας έδειξαν σημαντική αύξηση τους στα 9,6 εκατομμύρια, αντί των 8,8 εκατομμυρίων που ανέμεναν οι αναλυτές.
Στην αναζωπύρωση των φόβων για μια επιβράδυνση της οικονομίας υπό το βάρος της παρατεταμένης περιοριστικής νομισματικής πολιτικής ήρθε να προστεθεί και η ανησυχία για την πολιτική αναταραχή στο Κογκρέσο. Μπορεί, άλλωστε, το εφιαλτικό σενάριο του shutdown να αποφεύχθηκε έστω και προσωρινά, όμως ο συμβιβασμός με τους Δημοκρατικούς μπορεί να κοστίσει πολύ ακριβά στον πρόεδρο της Βουλής, τον Ρεπουμπλικάνο Κέβιν Μακάρθι, ο οποίος έγινε αποδέκτης της οργισμένης αντίδρασης της δεξιάς πτέρυγας που κατέθεσε πρόταση μομφής εναντίον του.
Η διάσπαση του κόμματος, η αποδυνάμωση του Μακάρθι, το ενδεχόμενο να χρειαστεί να στηριχθεί και σε ψήφους Δημοκρατικών για να διατηρήσει τη θέση του ή και περίπτωση καθαίρεσης του που θα ανοίξει τον Ασκό του Αιόλου περίπου ένα χρόνο πριν τις προεδρικές και κοινοβουλευτικές εκλογές του 2024, δημιουργούν ένα τοξικό κλίμα στο λόφο του Καπιτωλίου που μόνο επιπλοκές μπορεί να φέρει στην κυβέρνηση και στην οικονομία.
Το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω αναπόφευκτα αποτυπώθηκε και στο χρηματιστήριο αφήνοντας ελάχιστες μετοχές στο απυρόβλητο.
Τις μεγαλύτερες πιέσεις δέχτηκαν οι εταιρείες προϊόντων και υπηρεσιών που θεωρούνται πιο ευάλωτες στη μεταβολή του καταναλωτικού κλίματος λόγω της οικονομικής επιβράδυνσης, από την Domino’s Pizza και το Airbnb έως την Amazon.
Επίσης συνολικά οι τεχνολογικές μετοχές βρέθηκαν στο στόχαστρο με μεγάλη πτώση, από τις εταιρείες ημιαγωγών, όπως η On Semiconductor έως την Microsoft, την Oracle και την Adobe. Αναλόγως σημαντικές απώλειες κατέγραψαν οι τράπεζες, μεγάλες και μικρές.
Ειδικά στον Dow οι μεγαλύτερες χαμένες ήταν Goldman Sachs, η American Express και η Home Depot με απώλειες που κυμάνθηκαν στο 3%.