Μεικτά πρόσημα καταγράφουν σήμερα οι βασικοί δείκτες της Wall Street, καθώς τα απογοητευτικά αποτελέσματα της Oracle και ο αναθεωρημένος -προς τα πάνω- λογαριασμός των δαπανών της για την τεχνητή νοημοσύνη επανέφεραν τις ανησυχίες για το κατά πόσο ο κλάδος μπορεί να μετατρέψει τις κολοσσιαίες επενδύσεις του σε πραγματικά κέρδη.

Στο ταμπλό αυτή την ώρα, ο Dow Jones ενισχύεται κατά 1,29% και διαπραγματεύεται στις 48.677 μονάδες. Ο S&P 500 σε θετικό έδαφος κατά 0,11% στις 6.894 μονάδες και ο Nasdaq κινείται χαμηλότερα κατά 0,41% στις 23.556 μονάδες.

Η Oracle «κατρακύλησε» έως και 13% πριν την έναρξη των συναλλαγών, μετά από προβλέψεις που υστέρησαν έναντι των εκτιμήσεων των αναλυτών, αλλά και την αιφνιδιαστική ανακοίνωση ότι το ετήσιο επενδυτικό της πλάνο αυξάνεται κατά επιπλέον 15 δισ. δολάρια.

Η είδηση έγινε άμεσα αισθητή σε όλο το φάσμα των μετοχών που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη. Nvidia, AMD, Broadcom, Microsoft, Amazon και CoreWeave κινούνται πτωτικά, ενώ η πίεση μεταφέρθηκε ακόμη και σε crypto-μετοχές όπως η MicroStrategy και η Bit Digital, καθώς το bitcoin διολίσθησε προσωρινά κάτω από τα 90.000 δολάρια.

Η απότομη αύξηση εξόδων για την προσέλκυση πελατών cloud-AI επαναφέρει τον φόβο ότι μέρος του τεχνολογικού κλάδου μπορεί να κινείται προς μια «φούσκα χρέους», αντίστοιχη με εκείνη της dot-com εποχής. Δεν είναι τυχαίο ότι η μετοχή της Oracle οδεύει προς τη χειρότερη τριμηνιαία επίδοσή της από το 2002.

Οι πιέσεις αυτές έρχονται μόλις μία ημέρα μετά την τελευταία συνεδρίαση της χρονιάς για τη Fed, η οποία προχώρησε στην τρίτη διαδοχική μείωση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, διαμορφώνοντας το εύρος του βασικού επιτοκίου στο 3,5%-3,75%. Παρόλο που ο Τζερόμ Πάουελ υιοθέτησε πιο προσεκτικό τόνο για τις μελλοντικές μειώσεις και υπογράμμισε ότι οι δασμοί του Ντόναλντ Τραμπ τροφοδοτούν τις πληθωριστικές πιέσεις, οι αγορές ανακουφίστηκαν από την απουσία οποιασδήποτε αναφοράς σε ενδεχόμενη αύξηση επιτοκίων.

Η συνεδρίαση της Τετάρτης έκλεισε θετικά για τους βασικούς δείκτες, με τον S&P 500 να πλησιάζει εκ νέου σε ιστορικό υψηλό και τον δείκτη Russell 2000 των μικρομεσαίων εισηγμένων να καταγράφει νέο ρεκόρ, που αποτελεί ένδειξη ότι η προοπτική περαιτέρω χαλάρωσης ευνοεί τις επιχειρήσεις που εξαρτώνται περισσότερο από την τραπεζική χρηματοδότηση.

Ωστόσο, το κλίμα επιφυλακτικότητας επανήλθε γρήγορα, καθώς τμήμα της αγοράς θεωρεί ότι η Fed θα κινηθεί προσεκτικά το 2026 και αναζητά περισσότερα στοιχεία για την πορεία της οικονομίας. Δεν είναι τυχαίο ότι η επενδυτική προσοχή στρέφεται στα αποτελέσματα της Oracle, αλλά και στη διαδοχή στην ηγεσία της Fed, με τον σύμβουλο του Λευκού Οίκου Κέβιν Χάσετ να θεωρείται φαβορί για την προεδρία της κεντρικής τράπεζας.

Στο μέτωπο των μακροοικονομικών δεδομένων, η εικόνα είναι μεικτή. Το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ συρρικνώθηκε στα 52,8 δισ. δολάρια, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2020, χάρη σε «άλμα» 3% στις εξαγωγές, κυρίως σε χρυσό και φαρμακευτικά προϊόντα. Σε πραγματικούς όρους, το έλλειμμα αγαθών «έπεσε» στο χαμηλότερο επίπεδο πενταετίας, σε συντονισμό με την εκτίμηση της Fed στην Ατλάντα ότι οι καθαρές εξαγωγές ενίσχυσαν την ανάπτυξη του τρίτου τριμήνου.

Την ίδια στιγμή, η ανεργία έδειξε ξαφνική επιδείνωση. Οι νέες αιτήσεις για επίδομα ανεργίας «εκτοξεύθηκαν» στις 236.000, αυξημένες κατά 44.000 σε μία εβδομάδα και πολύ πάνω από τις προβλέψεις. Πολιτείες όπως η Καλιφόρνια και η Νέα Υόρκη κατέγραψαν μεγάλες αυξήσεις στις αιτήσεις μετά την εορταστική περίοδο, αν και οι συνεχιζόμενες αιτήσεις μειώθηκαν στα 1,84 εκατ., ενισχύοντας τη ρευστότητα της αγοράς εργασίας.

Διαβάστε ακόμη: