Γεννημένος στο Μπρονξ στις 26 Μαρτίου του 1940 από Εβραίους Γερμανούς μετανάστες, ο Τζέιμς Κάαν σκεφτόταν σοβαρά να γίνει επαγγελματίας παίκτης αμερικανικού ποδοσφαίρου, καθώς ήταν ταχύτατος. Όλα άλλαξαν, όμως, όταν στο Πανεπιστήμιο Hofstra γνώρισε τον Φράνσις Φορντ Κόπολα. Αφού έγινε δεκτός με υποτροφία στη σχολή υποκριτικής Neighborhood Playhouse School, άρχισε να εμφανίζεται σε περιορισμένων αξιώσεων θεατρικές παραστάσεις. Ήταν 25 ετών όταν κέρδισε την πρώτη του υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα, για το ρόλο του στο γουέστερν «The Glory Guys», σε σενάριο Σαμ Πέκινπα. Για τα επόμενα τριάντα χρόνια, η πορεία του ήταν σταθερά ανοδική, παρόλο που, αν κάτι χαρακτήριζε διαχρονικά την καριέρα του, ήταν οι ανορθόδοξες επιλογές ρόλων.
Δεν ήταν ούτε ο πιο ψηλός (1.76) ούτε ο πιο όμορφος (αλλά σαφώς γοητευτικός), πλην όμως ήταν αρρενωπός, έπαιζε κάθε ρόλο με ζηλευτή φυσικότητα και διέθετε μία πολύ υποβλητική και εκφραστική φωνή. Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 έγινε ευρύτερα γνωστός, όταν είχε την ευκαιρία, πάλι σε γουέστερν, αυτή τη φορά το «El Dorado», να σταθεί με άνεση δίπλα στον Τζον Γουέιν και τον Ρόμπερτ Μίτσαμ. Ήταν όμως η ερμηνεία του ως καρκινοπαθής ποδοσφαιριστής των Chicago Bears στην τηλεταινία «Brian’s Song» που τον έκανε διάσημο σε όλη την Αμερική.
Φυσικά, όπως όλοι εκείνοι που συμμετείχαν στον «Νονό» του Κόπολα, έτσι και η δική του ζωή άλλαξε για πάντα μόλις βγήκε στην αίθουσα αυτή η θρυλική μαφιόζικη ταινία. Με μία υποψηφιότητα για Όσκαρ στο τσεπάκι, ως ο θερμοκέφαλος Σαντίνο «Sonny» Κορλεόνε και, αφού επανέλαβε τον ρόλο στα flashback του sequel το 1974, ήταν πλέον πρώτο όνομα σε επιτυχίες του box office, δίπλα σε αυτά των Άλαν Άρκιν, Ρόμπερτ Ντιβάλ, Μπάρμπρα Στρέιζαντ.
Οι καλύτερες ταινίες του
Την επταετία 1974-1981 θα γυρίσει τις καλύτερες, ίσως, τρεις ταινίες της καριέρας του: πρώτο -και καλύτερο- το συγκλονιστικό «The Gambler», στο οποίο μεταμορφώνεται σε έναν αμετανόητο τζογαδόρο, εθισμένο στην έξαψη του στοιχήματος και, προφανώς, σύντομα μπλεγμένο σε περιπέτειες – κάποιες από αυτές στο πλευρό του top model Λορίν Χάτον. Αν έχετε δει το re-make με τον Μαρκ Γουόλμπεργκ… ξεχάστε το: όσο χάλια ήταν αυτό, τόσο καταπληκτικό είναι το πρωτότυπο!
Ακολούθησε το επιστημονικής φαντασίας (ή καλύτερα… δυστοπίας) «Rollerball», για πολλούς μία από τις πιο ιδιαίτερες ταινίες όλων των εποχών. Και εδώ, αν έχετε δει το remake με τον Κρις Κλάιν, που έμοιαζε περισσότερο με παρωδία videogame παρά με κινηματογραφικό φιλμ, ξεχάστε το επίσης. Το αυθεντικό «Rollerball» είναι συναρπαστικό, πρωτοποριακό, φουτουριστικό, σκληρό, μοναδικό.
Τέλος, η συνεργασία του με τον σκηνοθέτη Μάικλ Μαν («Miami Vice», «Heat») στο «Thief» δίπλα στη θρυλική Τιούσντεϊ Γουέλντ και έναν ανέλπιστα καλό, υποκριτικά, Γουίλι Νέλσον, δεν θα μπορούσε να μην λειτουργήσει υποδειγματικά.
Πιο cult επιλογές
Ακολούθησαν κάποιες cult επιλογές («Alien Nation», «Dick Tracy») καθώς και η καλύτερη ίσως μεταφορά βιβλίου του Στίβεν Κινγκ στον κινηματογράφο, το περίφημο «Misery» που έκανε σταρ την συμπρωταγωνίστριά του, Κάθι Μπέιτς. Κατά τα άλλα, επανέλαβε διεκπεραιωτικά κάποιους ρόλους γκάγκστερ ή αστυνόμου, είδε το όνομά του δίπλα σε αυτά των Νικόλ Κίντμαν & Λορίν Μπακόλ στο «Dogville» του Λαρς Φον Τρίερ (τον οποίο χαρακτήρισε «αντιαμερικανό»!), απέδειξε ότι μπορεί να σταθεί και σε κωμωδίες (ως πεθερός του Χιου Γκραντ στο «Mickey Blue Eyes»), έχασε την ευκαιρία να γίνει ένας εξαιρετικός Φίλιπ Μάρλοου στην αμήχανη παραγωγή του HBO «Poodle Springs» και, την τελευταία εικοσαετία, δεν αντιστάθηκε στην τηλεόραση (αρχικά στους τέσσερις από τους πέντε τίτλους του guilty pleasure «Las Vegas» και στη συνέχεια στο δεύτερο και τελευταίο κύκλο του υπέροχου αισθητικά, αλλά πρόχειρου σεναριακά «Magic City»).
Τζέιμς Κάαν: 5 πράγματα που ίσως δεν ξέρατε για τον ηθοποιό
- Είχε έξι νταν στο καράτε
- Ήταν για εννιά χρόνια επαγγελματίας αναβάτης σε Rodeo. Λόγω των επιτυχιών του ως ιππέας, είχε το προσωνύμιο «The Jewish Cowboy»
- Ήταν δεινός golfer
- Είχε πρόσφατα υποστηρίξει τον Ντόναλντ Τραμπ και υποστήριζε ότι έβλεπε αποκλειστικά Fox News (ok, κανείς δεν είναι τέλειος…)
- Μία από τις ταινίες για τις οποίες ντρεπόταν ήταν το τραγελαφικό «Harry & Walter Go To New York» –πέρα από όλα τα άλλα, σε αυτό επιχειρεί και ένα ντουέτο με τον Έλιοτ Γκουλντ που θα ήταν, ενδεχομένως, συμπαθητικό, αν δεν ήταν όλη η σύλληψη παντελώς γελοία