Συχνά, ο Τζέιμι Ντίμον, CEO της JP Morgan, αφηγείται ένα περιστατικό που είχε συμβεί στη δουλειά του, όταν ήταν μόλις 20 χρονών. Τότε, χωρίς σημαντική προϋπηρεσία, εργαζόταν ως σύμβουλος επιχειρήσεων στη Βοστώνη.

Κάποια στιγμή, ένας από τους ανωτέρους του στην εταιρεία στην οποία δούλευε, απαίτησε από τον νεαρό – τότε απόφοιτος με πτυχίο στην ψυχολογία και τα οικονομικά και μετέπειτα μεγιστάνας της Wall Street – να δουλέψει όλο το Σαββατοκύριακο. Έπρεπε να έχει έτοιμο μέχρι το πρωί εκείνης της Δευτέρας, ένα συγκεκριμένο report.

Ο Ντίμον δυσανασχέτησε αλλά δεν μπορούσε να κάνει και αλλιώς. Πράγματι, πέρασε όλο του το Σαββατοκύριακο δουλεύοντας. Όμως, τα κατάφερε. Τη Δευτέρα το πρωί, είχε έτοιμο το project. Ολόχαρος πήγε στο γραφείο του προϊσταμένου του. Τον περίμενε για να του παραδώσει τη δουλειά του. Οι ώρες όμως, περνούσαν και ο συνάδελφός του δεν είχε φανεί. Γύρω στη 1 το μεσημέρι, ήρθε επιτέλους στο γραφείο. Ο Ντίμον ήταν ακόμη εκεί.

Τότε, ο προϊστάμενος του παραδέχθηκε, ότι στην πραγματικότητα δεν χρειαζόταν εκείνο το report το πρωί της Δευτέρας. Ήθελε απλά να σιγουρευτεί πως ο νεαρός Ντίμον θα έθετε εις πέρας τη δουλειά που του είχε αναθέσει. «Μου κατέστρεψες το σαββατοκύριακο», διαμαρτυρήθηκε ο Ντίμον ο οποίος ήταν έξω φρενών. «Εάν θέλουν, ας με απολύσουν» γύρισε και είπε με ύφος. Τελικά, όχι μόνο δεν απολύθηκε, αλλά αυτό το συγκεκριμένο περιστατικό στάθηκε η αφορμή για να εφοδιαστεί με ακόμη περισσότερο πείσμα στη ζωή του και να προχωρήσει. Και μέχρι στιγμής, δεν τα έχει πάει και άσχημα αφού επάξια έχει καταφέρει να κερδίσει τον τίτλο του ισχυρότερου τραπεζίτη σε ολόκληρο τον κόσμο. Σύμφωνα μάλιστα, με τους Times, χαρακτηρίζεται ως  «σύγχρονος Μίδας».

Αυτή τη στιγμή, ο επικεφαλής της JP Morgan, ηγείται μιας τεράστιας αυτοκρατορίας η οποία διαθέτει περισσότερους από 255.000 εργαζομένους, 85 εκατομμύρια καταθέσεις, 122,9 δισεκατομμύρια δολάρια τζίρο και 3,4 τρισεκατομμύρια δολάρια ενεργητικό. Οι μοναδικές τράπεζες στον κόσμο που είναι μεγαλύτερες από την JP Morgan, είναι οι κρατικές τράπεζες στην Κίνα.

Η ελληνική καταγωγή

Ο Ντίμον είναι Έλληνας στην καταγωγή, ομογενής, τρίτης γενιάς. Ο παππούς του από την πλευρά του πατέρα του ονομαζόταν Πάνος Παπαδημητρίου. Ήταν τραπεζίτης από τη Σμύρνη. Λίγο πριν την καταστροφή της από τους Τούρκους, αποφάσισε να εγκαταλείψει την Ελλάδα και έφυγε για τη Νέα Υόρκη. Άλλαξε το όνομά του σε Ντίμον και έπιασε δουλειά ως χρηματιστής στην Shearson Hammill από όπου ξεκίνησε την καριέρα του και ο πατέρα του Τζέιμι Ντίμον, Θεόδωρος.

Είναι λογικό λοιπόν πως τα οικονομικά ήταν στο DNA του Τζέιμι. Στην αρχή, η οικογένειά του ζούσε στο Jackson Heights στο Κουίνς. Όταν ο Ντίμον ήταν 12 ετών, μετακόμισαν στη χλιδάτη Park Avenue στο Upper East Side της Νέας Υόρκης. Μαζί με τους δύο αδερφούς του, φοίτησαν στο Browning, ένα ιδιωτικό σχολείο αρρένων. Ο Τζέιμι σπούδασε στο Tufts University. Στα πλαίσια των απαιτήσεων των σπουδών του έπρεπε να εκπονήσει μια εργασία για τη συγχώνευση  της Shearson Hammill με το όχημα εξαγορών του διάσημου τραπεζίτη Σάντι Βέιλ, Hayden Stone.

Στο πλευρό του «αρχιτέκτονα» της Citigroup

Οι γονείς του Ντίμον γνώριζαν τον Βέιλ και του έδωσαν να διαβάσει την εργασία. Ο νεαρός κατάφερε με τον τρόπο αυτό, να κερδίσει μία θέση για πρακτική άσκηση στο πλευρό του Βέιλ. Γεννήθηκε τότε μια σχέση που στη συνέχεια θα καθόριζε την καριέρα του. Κάποια χρόνια μετά, ο Ντίμον έγινε το δεξί χέρι του Βέιλ, του «αρχιτέκτονα» της Citigroup. Αφότου αποφοίτησε από το τμήμα διοίκησης επιχειρήσεων του Χάρβαρντ, οι Goldman Sachs, Lehman Brothers και Morgan Stanley, του προσέφεραν δουλειά. Ο Ντίμον όμως, χωρίς δεύτερη σκέψη τις απέρριψε για να δουλέψει πλάι στον Βέιλ, στην American Express.

O Βέιλ έκλεισε μία σειρά από deals που τελικά δημιούργησαν την πανίσχυρη τότε Citigroup. Στα 65 του, ο Αμερικανός τραπεζίτης αλλά και ο 42χρονος τότε προστατευόμενός του, Ντίμον, βρέθηκαν στην κορυφή του κόσμου. Όμως, ο πανίσχυρος Βέιλ άρχισε να βλέπει με καχυποψία το ανερχόμενο ταλέντο του Ντίμον φοβούμενος την εξέλιξή του. Η σταγόνα ξεχείλισε όταν ο Ντίμον αρνήθηκε να δώσει προαγωγή στην κόρη του Βέιλ, η οποία δούλευε για  την τράπεζα. Ο Βέιλ απέλυσε. Ο Ντίμον τότε έπεσε από τα σύννεφα. Όμως, πια πιστεύει πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο και η απόλυση αυτή, τον έκανε αυτό που είναι σήμερα.

Στο τιμόνι της JP Morgan

Αφού αναγκάστηκε να φύγει από το πλευρό του Βέιλ, πέρασε δύο χρόνια διαβάζοντας και ταξιδεύοντας. Έπειτα αποφάσισε να επιστρέψει πιο ενεργητικός. Ανέλαβε το τιμόνι της Bank One, μιας τράπεζας στο Σικάγο που αντιμετώπιζε αρκετά προβλήματα. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, ο Ντίμον κατάφερε να βάλει σε τάξη την τράπεζα. Μείωσε τα κόστη, προχώρησε σε απολύσεις και τελικά το 2004 την πούλησε στην JP Morgan Chase. Στη συνέχεια, έγινε ο CEO της.

Επί των ημερών του Ντίμον, η JP Morgan έδωσε στους επενδυτές αποδόσεις που ξεπερνούν με ευκολία εκείνες όλων των ανταγωνιστών της. Οι μέτοχοι πενταπλασίασαν τα χρήματά τους, για την ακρίβεια έβγαλαν 530%, τον Δεκέμβριο του 2005. Αντίθετα, στο ίδιο διάστημα η Goldman Sachs έδωσε αποδόσεις 276%, η Morgan Stanley 188% και η Bank of America 29%. Όσοι επένδυσαν στην Citigroup στην περίοδο αυτή, έχασαν το 80% των χρημάτων τους.

Στα 65 του, ο επικεφαλής της JP Morgan κάθε χρόνο κερδίζει περίπου 30 εκατομμύρια δολάρια. Σήμερα, η περιουσία του αγγίζει τα 1,9 δισεκατομμύρια δολάρια. Είναι ένας από τους λίγους διευθυντές τραπεζών που έγινε δισεκατομμυριούχος λαμβάνοντας πακέτα αμοιβών υψηλότερα από οποιονδήποτε άλλο CEO στις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι ο μοναδικός που βγήκε από την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση ισχυρότερος αφού κατάφερε να σώσει τη Wall Street, σε μια εποχή όπου οι περισσότερες τράπεζες κατέρρεαν η μία μετά την άλλη. Τελικά, ναι είναι πράγματι, ο ισχυρότερος τραπεζίτης σε ολόκληρο τον κόσμο.