Σε μια περίοδο έντονης γεωπολιτικής ρευστότητας, οι υπουργοί Εξωτερικών της Ιαπωνίας, της Κίνας και της Νότιας Κορέας συναντήθηκαν στο Τόκιο, επιχειρώντας να επαναπροσδιορίσουν τις ισορροπίες στην Ανατολική Ασία και να ενισχύσουν την τριμερή συνεργασία.

Ο Ιάπωνας ΥΠΕΞ Τακέσι Ιουάγια, στην εναρκτήρια τοποθέτησή του, χαρακτήρισε τη χρονική συγκυρία ως «σημείο καμπής», τονίζοντας ότι απαιτείται κοινή στρατηγική αντιμετώπισης διεθνών προκλήσεων. Στο τραπέζι βρέθηκαν, πέρα από τα ζητήματα ασφάλειας, και οικονομικά θέματα, με ιδιαίτερη έμφαση σε δημογραφικές προκλήσεις όπως η γήρανση του πληθυσμού και η χαμηλή γεννητικότητα στις τρεις χώρες.

Στο επίκεντρο βρέθηκε η ιδέα διεξαγωγής τριμερούς συνόδου κορυφής στην Ιαπωνία, με στόχο την προώθηση περιφερειακής συνεργασίας. Όπως επεσήμανε ο Κινέζος αξιωματούχος Γουάνγκ Γι, οι τρεις χώρες αντιπροσωπεύουν περίπου 1,6 δισεκατομμύρια ανθρώπους και ΑΕΠ άνω των 24 τρισ. δολαρίων, γεγονός που τους επιτρέπει να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο σε διεθνές επίπεδο.

Αντιφάσεις και εντάσεις πίσω από τις διπλωματικές δηλώσεις

Παρά το θετικό κλίμα, οι διαφορές παραμένουν βαθιές. Η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, σταθεροί σύμμαχοι των ΗΠΑ, βλέπουν την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας ως κίνδυνο για την ασφάλεια στην περιοχή, με φόντο τις εντάσεις στην Ταϊβάν, την κινεζική στήριξη στη Ρωσία και τη διαρκή προστασία της Βόρειας Κορέας από το Πεκίνο.

Ο Νοτιοκορεάτης ΥΠΕΞ Τσο Τάε-γιουλ ζήτησε από την Κίνα να συμβάλει στην αποπυρηνικοποίηση της Βόρειας Κορέας, αλλά και να σταματήσει τη στρατιωτική συνεργασία Μόσχας – Πιονγκγιάνγκ. Παράλληλα, προειδοποίησε ότι η Βόρεια Κορέα δεν πρέπει να λάβει οποιοδήποτε “αντάλλαγμα” για τη στάση της στον πόλεμο της Ουκρανίας.

Από την πλευρά του, ο Ιάπωνας υπουργός Εξωτερικών τόνισε πως «καμία αλλαγή στο στάτους κβο μέσω βίας» δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, στέλνοντας σαφές μήνυμα για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αλλά και τις κινήσεις της Κίνας στην ευρύτερη περιοχή.

Παρά τις κοινές δηλώσεις για διατήρηση της ειρήνης στην κορεατική χερσόνησο, είναι σαφές πως οι στρατηγικές προτεραιότητες των τριών χωρών δεν ευθυγραμμίζονται απόλυτα. Το ζητούμενο πλέον είναι αν αυτές οι διπλωματικές επαφές μπορούν να λειτουργήσουν ως βάση σταθερότητας ή αν απλώς καλύπτουν βαθύτερες εντάσεις με προσωρινές συναινέσεις.

Διαβάστε ακόμη: