Το παράδειγμα του αθέμιτου ανταγωνισμού στα ΜΜΕ είναι το πλέον χαρακτηριστικό για την αντίληψη που εκφράζει το κυβερνητικό σχήμα τα τελευταία 5 χρόνια.
Αρνείται πεισματικά να εναρμονιστεί με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ και να επιβάλει φόρους και τέλη στις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις και την ίδια ώρα επιχειρεί να κατευνάσει τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ δημιουργώντας προγράμματα στήριξης ή μεγάλες διαφημιστικές καμπάνιες με δημόσιο χρήμα.
Ο ορισμός του τριπλού αθέμιτου ανταγωνισμού είναι οι streaming υπηρεσίες.
Το Netflix, η Disney+, η Apple TV, το Amazon Video Prime, αλλά και ο ΑΝΤ1+ δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, χωρίς να πληρώνουν φόρους εντός Ελλάδας, με αποτέλεσμα να έχουν φθηνότερες συνδρομές, έναντι των ανταγωνιστών τους Cosmote TV και Nova που πληρώνουν φόρο συνδρομητικής τηλεόρασης, φόρο επιχειρήσεων, μισθοδοσία και ασφαλιστικές εισφορές, στηρίζοντας το ελληνικό ποδόσφαιρο και μπάσκετ.
Ο αθέμιτος ανταγωνισμός των πολυεθνικών επιχειρήσεων επεκτείνεται και σε βάρος των αδειοδοτημένων σταθμών εθνικής εμβέλειας, Alpha, Star, ANT1, MEGA, ΣΚΑΪ και Open που έχουν έδρα στην χώρα, απoδίσουν φόρους, ΦΠΑ και εισφορές στη χώρα μαζί με μισθούς που και πληρώνουν κατ έτος 3.500.000 ευρώ στο ελληνικό δημόσιο για την άδειά τους.
Οι συνδρομητικές πλατφόρμες, χωρίς να καταβάλουν τέλη και φόρους στην Ελλάδα, κερδίζουν πλέον μερίδιο στην τηλεθέαση, με σειρές και ταινίες και πλέον και με ελληνικό πρόγραμμα.
Το τρίτο σημείο του αθέμιτου ανταγωνισμού είναι οι επιδοτήσεις στις πλατφόρμες για την παραγωγή των σειρών. Ενώ το ελληνικό δημόσιο αφήνει να εννοηθεί πως δεν μπορεί να εντοπίσει την έδρα των πολυεθνικών υπηρεσιών streaming στην Ελλάδα, επιδοτεί με μυθικά ποσά σειρές και ταινίες που προορίζονταν για αυτές.
Διαβάστε ακόμη
- Λουσία Αλόνσο: Η πανέμορφη κόρη του νέου προπονητή του Παναθηναϊκού
- Έρευνα έδειξε ποια είναι η ωραιότερη μελαχρινή ηθοποιός της εποχής
- Καύσωνας: Τα μέτρα σε δημόσιο και Ιδιωτικό – Πού γίνεται τηλεργασία, πότε απαγορεύεται το delivery
- Φήμες για προχωρημένες διαπραγματεύσεις CVC και BC Partners για την Nova αντί του ποσού των 1,65 δις.