Για να δούμε τι θα ακούσουμε σήμερα στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής για το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και το νέο ρόλο του.

Σήμερα ξεκινά η συζήτηση για την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία του ΤΧΣ (άρθρο 10).

Του οποίου η βασιλεία θα πάει μέχρι το τέλος του 2025, ώστε να αποεπενδύσει επιτέλους από τις τράπεζες και να κατεβάσει ρολά.

Η ουσία είναι ότι χάνει κάθε δικαίωμα veto στις αποφασεις των τραπεζών.

Μέχρι τώρα κάθε απόφαση των τραπεζών έπρεπε να πάρει έγκριση από το ΤΧΣ από εθελούσιες εξοδοι, μεγάλα δάνεια, μέχρι τις τιτλοποιήσεις και τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.

Οπως και όλα τα μέλη που τοποθετούνταν στα ΔΣ των τραπεζών, έπρεπε να πάρουν το πράσινο φως από το Ταμείο.

Διατηρείται για τους τύπους ο εκπρόσωπος του Ταμείου στα ΔΣ των τραπεζών, σαν «άδειο» πουκάμισο.

Πιο απλά τώρα που φεύγουν οι ξένοι από το Ταμείο και περνάει στον έλεγχο των Ελλήνων, το ΤΧΣ χάνει κάθε έλεγχο στις τράπεζες.

Εξάλλου ήδη τα ποσοστά του είναι πολύ μικρά σε Eurobank και Alpha.

Στο ίδιο σχέδιο νόμου περιλαμβάνονται και οι διατάξεις για τις τράπεζες, όπως είναι τα τα bonus των τραπεζικών στελεχών, τα οποία «παγώνουν» μέχρι το τέλος του 2022.

Το ΤΧΣ συστάθηκε με εντολή της Τρόικας μέσα στην κρίση για να διαφυλάξει τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.

Οι συστημικές τράπεζες μέσα στα 10 χρόνια πέρασαν δια πυρός και σιδήρου στην προσπάθεια τους να συνεχίσουν να υπάρχουν.

Η ουσία είναι ότι στο τέλος του 2025 –εκτός απροόπτου- θα κατεβάσει ρολά.

Η τελευταία επιτυχία του ΤΧΣ ήταν να παγώσει τα bonus των τραπεζικών στελεχών, ακόμα και σε εκείνες τις τράπεζες που πληρούσαν τις προϋποθέσεις, είχαν δηλαδή «κόκκινα» δάνεια λιγότερα από 10%, είχαν πιάσει τους επιχειρησιακούς στόχους.

Όπως είναι γνωστό το ΤΧΣ κατέχει ποσοστό 40,39% στην Εθνική, 27% στην Πειραιώς, 9 % στην Αlpha Bank, 1,4% στην Eurobank και 62,93% στην Attica Bank (η οποία πρόκειται να προχωρήσει σε αύξηση κεφαλαίου για να μειωθεί το ποσοστό του Ταμείου υπέρ του σχήματος ΤΜΕΔΕ/Εllington).

Στο άρθρο 10 του σχεδίου νόμου περιγράφεται η στρατηγική αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τις τράπεζες.

Συγκεκριμένα το ΔΣ του Ταμείου (9 μέλη) με απόφασή του καθορίζει τον τρόπο και τη διαδικασία διάθεσης του συνόλου ή μέρος των μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων πιστωτικού ιδρύματος που κατέχει το Ταμείο.

Η διάθεση μπορεί να γίνεται τμηματικά ή άπαξ, και σε συμμόρφωση με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις.

Η διάθεση των μετοχών δεν δύναται να γίνει προς επιχείρηση, η οποία ανήκει άμεσα ή έμμεσα στο κράτος σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

Η στρατηγική αποεπένδυσης τηρεί τις αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού και διέπεται, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, από τις ακόλουθες αρχές:

(α) την οικονομική και λειτουργική βιωσιμότητα του πιστωτικού ιδρύματος,

(β) τις συνθήκες της αγοράς, τις μακροοικονομικές συνθήκες, και τις συνθήκες που διέπουν τον κλάδο των πιστωτικών ιδρυμάτων,

(γ) τις ευλόγως αναμενόμενες συνέπειες της στρατηγικής αποεπένδυσης για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, την αγορά και την ευρύτερη οικονομία της χώρας,

(δ) τον σεβασμό στην αρχή της διαφανούς δράσης,

(ε) την αναγκαιότητα κατάρτισης χρονοδιαγράμματος υλοποίησης της στρατηγικής αποεπένδυσης, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τη διάρκεια του Ταμείου,

(στ) την ανάγκη διάθεσης σε εύλογο και έγκαιρο χρονικό διάστημα,

(ζ) την ανάγκη επιστροφής του ελληνικού χρηματοπιστωτικού τομέα σε καθαρά ιδιωτική μετοχική σύνθεση.

Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου: Η στρατηγική αποεπένδυσης, λαμβάνει την προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Οικονομικών «το οποίο δύναται να ζητά προηγουμένως τη γνώμη της Τράπεζας της Ελλάδος».

Στην περίπτωση πώλησης πακέτων μετοχών από το Ταμείο, ο υπουργός Οικονομικών λαμβάνει τις σχετικές εκθέσεις και αποτιμήσεις και έχει δικαίωμα βέτο, αν η προτεινόμενη τιμή διάθεσης βρίσκεται εκτός του εύρους των αποτιμήσεων αυτών.

Η πώληση των μετοχών δεν επιτρέπεται σε επιχειρήσεις ή οργανισμούς που μπορεί να συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το δημόσιο.

Το γεγονός ότι η τιμή διάθεσης των μετοχών που κατέχει το Ταμείο ενδέχεται ή προβλέπεται να υπολείπεται της τρέχουσας χρηματιστηριακής ή της πιο πρόσφατης τιμής κτήσης από το Ταμείο, δεν συνιστά ικανή συνθήκη για τη μετάθεση της υιοθέτησης ή υλοποίησης της στρατηγικής διάθεσης από το Ταμείο.