Υψηλότερα των εκτιμήσεων των αναλυτών και των ξένων οίκων ήταν τελικά τα οικονομικά αποτελέσματα των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων για το πρώτο εξάμηνο του 2024 με αποτέλεσμα να διοικήσεις τους να προχωρήσουν άμεσα σε αναθεωρήσεις των προβλέψεών τους για τη φετινή κερδοφορία, με αυξήσεις των στόχων για την απόδοση κεφαλαίου έως και κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα.
Υψηλόβαθμη τραπεζική πηγή τονίζει στην «Α» ότι «τα υψηλότερα βασικά έσοδα, η πειθαρχία σε ό,τι αφορά το κόστος και οι χαμηλότερες προβλέψεις για ζημίες δανείων έχουν οδηγήσει σε υψηλότερα κέρδη το πρώτο εξάμηνο του 2024» και προσθέτει ότι «ένα ισχυρότερο από το αναμενόμενο α’ εξάμηνο διαμορφώνει υψηλότερες προσδοκίες για το 2024, κυρίως λόγω της υψηλότερης από την αναμενόμενη ανθεκτικότητας στα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια, τα οποία αντανακλούσαν βραδύτερη μείωση των επιτοκίων καθώς και καλύτερο μείγμα καταθέσεων και ρυθμό πιστωτικής ανάπτυξης».
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της περασμένης εβδομάδας από τις τράπεζες, ο σημαντικότερος δείκτης αποδοτικότητας, η απόδοση κεφαλαίου, προβλέπεται ότι θα εξελιχθεί φέτος καλύτερα από τις προηγούμενες εκτιμήσεις.
Τη μεγαλύτερη αύξηση προβλέπει η Eurobank, από το 15% στο 16,5%, ενώ από το 15% στο 16% αύξησαν τις εκτιμήσεις τους οι διοικήσεις της Εθνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Πειραιώς και από το 13% στο 13,5% η διοίκηση της Alpha Bank. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση της Πειραιώς πρόκειται για τη δεύτερη αναθεώρηση σε διάστημα λίγων μηνών, καθώς η αρχική πρόβλεψη ήταν για 14%.
Ταυτόχρονα, οι προοπτικές τους παραμένουν ισχυρές για το επόμενο διάστημα, παρά την αντιστροφή της πολιτικής της ΕΚΤ και την έναρξη του κύκλου μείωσης των επιτοκίων, με τις εκτιμήσεις για τις αποδόσεις κεφαλαίου τους, μετά και τις πρόσφατες αναβαθμίσεις των διοικήσεων, να είναι υψηλότερες από αρκετούς ευρωπαϊκούς ομίλους.
Αυτές οι βελτιωμένες προβλέψεις αποδίδονται πρωτίστως στο γεγονός ότι οι τράπεζες είχαν καταρτίσει συντηρητικά επιχειρησιακά σχέδια, με βάση προβλέψεις για μεγαλύτερη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ από αυτή που φαίνεται ότι θα πραγματοποιηθεί.
Το περιθώριο επιτοκίου, που αποτελεί την κύρια «μηχανή» παραγωγής κερδών για τις τράπεζες, διατηρείται σε υψηλά επίπεδα. Στα νέα δάνεια και καταθέσεις, τον Ιούνιο αυξήθηκε από 4,98% σε 5,21% και στο σύνολο των δανείων μειώθηκε ελαφρώς, από 5,69% σε 5,61%.
Σε ό,τι αφορά τις καταθέσεις, η στροφή σε πιο ακριβές, για τις τράπεζες, καταθέσεις προθεσμίας ουσιαστικά σταμάτησε στα τέλη του α’ εξαμήνου, πολύ νωρίτερα από το αναμενόμενο, και το μείγμα των καταθέσεων παρέμεινε πολύ ευνοϊκό για τις τράπεζες, με μικρότερη από το αναμενόμενο συμμετοχή των προθεσμιακών.
Το μέσο επιτόκιο καταθέσεων είναι μόλις 0,54% (στοιχεία Ιουνίου), ένα από τα χαμηλότερα στην ευρωζώνη.
Στα δάνεια, τα επιτόκια παραμένουν υψηλά, με το μέσο επιτόκιο όλων των δανείων στο 5,78%, ενώ οι εκταμιεύσεις δανείων, κυρίως προς τον επιχειρηματικό τομέα είναι αυξημένες, με τις διοικήσεις να προβλέπουν επιτάχυνση το β’ εξάμηνο και να τονίζουν την ώθηση που δίνεται από τα φθηνά δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλα χρηματοπιστωτικά εργαλεία της Ε.Ε. και της κυβέρνησης (γράφημα).
Αύξηση κερδών 25% στο 6μηνο
Συνολικά τα κέρδη α΄ εξαμήνου που παρουσίασαν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ανήλθαν σε 2,396 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 25% σε ετήσια βάση, με τις διοικήσεις να προσβλέπουν πλέον σε καθαρό αποτέλεσμα της τάξης των 4,5 δισ. ευρώ αθροιστικά για το 2024.
Το παραπάνω αποτέλεσμα αποτελεί συνέχεια των υψηλών επιτοκιακών εσόδων, παρά την έναρξη μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ και της αύξησης των εσόδων προμηθειών που συνδέεται εν πολλοίς με τη σημαντική ενίσχυση των εργασιών asset και wealth management.
Ο έλεγχος του κόστους βοήθησε στην αντιστάθμιση των πληθωριστικών πιέσεων και των υψηλότερων δαπανών για την ψηφιοποίηση.
Αξιοσημείωτη ήταν η πιστωτική επέκταση με αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων και των νέων εκταμιεύσεων. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώθηκαν περαιτέρω, όπως και το κόστος των προβλέψεων για επισφάλειες.
Το κόστος κινδύνου μειώθηκε το α’ εξάμηνο του 2024 σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη, αν και παρέμεινε σε υψηλότερα επίπεδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα προφίλ κινδύνου ενισχύθηκαν περαιτέρω εν μέσω συνεχιζόμενων τάσεων αποφυγής κινδύνου και θετικών τάσεων στην ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων.
Περαιτέρω ενισχύθηκαν οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας, ενώ συνεχίστηκε η μείωση των εξόδων, σε επίπεδα, μάλιστα, χαμηλότερα των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Η ρευστότητα του κλάδου εξακολουθεί να υποστηρίζεται από μεγάλες, αυξανόμενες και σταθερές καταθέσεις, καθώς και από αυξανόμενη δραστηριότητα έκδοσης της αγοράς, παρά τις συνεχιζόμενες αποπληρωμές χρηματοδότησης από την κεντρική τράπεζα. Τα κεφαλαιακά αποθέματα έχουν ενισχυθεί περαιτέρω.
Οι στόχοι της Πειραιώς για το 2024
Η Τράπεζα Πειραιώς ανακοίνωσε καθαρά κέρδη α΄ εξαμήνου στα 612 εκατ. ευρώ και απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων στο 18%. Τα καθαρά έσοδα από τόκους ανήλθαν σε 1,045 δισ. ευρώ και τα καθαρά έσοδα από προμήθειες σε 325 εκατ. ευρώ.
Ο δείκτης NPE υποχώρησε στο 3,3%, ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε στο 14,2% με πρόβλεψη για διανομή μερίσματος 30% στους μετόχους από τα κέρδη του 2024, ενώ η Πειραιώς έγινε η πρώτη τράπεζα που πιάνει τον στόχο για τις υποχρεώσεις MREL ενάμιση χρόνο νωρίτερα της καταληκτικής ημερομηνίας.
Η Διοίκηση της Πειραιώς προανήγγειλε υπέρβαση των ετήσιων στόχων το 2024, το οποίο «θα αναδειχθεί σε χρονιά – ορόσημο για την Τράπεζα μετά την πλήρη ιδιωτικοποίησή της» και αναφέρθηκε στην επικείμενη λειτουργία της ψηφιακής τράπεζας snappi μέσω της οποίας η Πειραιώς θα επεκταθεί σε 3 – 4 ευρωπαϊκές χώρες.
Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της τράπεζας, κ. Χρήστο Μεγάλου, η εξομαλυμένη απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoaTBV) για το 2024 πλέον διαμορφώνεται στο 16% έναντι αρχικής εκτίμησης για 14% που, όμως, στις αρχές του περασμένου Ιουνίου είχε, επίσης, αναθεωρηθεί στο 15%.
Παράλληλα, η διοίκηση εκτιμά πως υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης στους εξής στόχους: τα εξομαλυμένα κέρδη ανά μετοχή που εκτιμώνται στο 0,85 ευρώ έναντι 0,80 προηγουμένως, την παραγωγή εσόδων από προμήθειες που αντιστοιχούν σε περίπου 0,8% ως ποσοστό επί του ενεργητικού σε σύγκριση με προηγούμενη εκτίμηση 0,7% και τέλος, στα ενήμερα δάνεια που υπολογίζονται σε 31,7 δισ. ευρώ στο τέλος του 2024 από 31,5 δισ. ευρώ προηγουμένως.
H εικόνα της Eurobank
Η Eurobank παρουσίασε συνολικά καθαρά κέρδη 721 εκατ. ευρώ από τα οποία τα 277 εκατ. αποτελεί η κερδοφορία των θυγατρικών εξωτερικού. Τα καθαρά έσοδα τόκων αυξήθηκαν κατά 8,6%, σε 1,132 δισ. ευρώ και τα έσοδα από προμήθειες κατά 4,7%, σε 283 εκατ.
Ο δείκτης ΝΡΕ μειώθηκε σε 3,1%, ο δείκτης κεφαλαίων CET1 αυξήθηκε σε 16,2% και η απόδοση ιδίων κεφαλαίων σε 18,5%.
Σε αναθεώρηση των στόχων που είχε θέσει για το 2024 προχώρησε με τη σειρά της και η Eurobank και όπως επισήμανε ο CEO, κ. Φωκίων Καραβίας, η τράπεζα αναμένει τα οργανικά λειτουργικά κέρδη να φτάσουν το 1,6 δισ. ευρώ έναντι προηγούμενου στόχου για 1,5 δισ. ευρώ, ο δείκτης απόδοσης των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων να διαμορφωθεί σε περίπου 16,5% έναντι 15,0%, τα ενσώματα ίδια κεφάλαια ανά μετοχή να αυξηθούν στο 2,35 ευρώ από 2,30 ευρώ προηγουμένως, ο δείκτης CET1 να ενισχυθεί σε πάνω από 17% και ο δείκτης NPEs να μειωθεί σε περίπου 3% από 3,5%.
Υπενθυμίζεται ότι η Eurobank έχει προβλέψει ακόμη δύο μειώσεις επιτοκίων εφέτος (τρεις αθροιστικά με αυτήν που ήδη έγινε από την ΕΚΤ) και άλλες δύο το 2025.
Οι αναθεωρημένοι στόχοι της Εθνικής Τράπεζας
Η Εθνική Τράπεζα παρουσίασε οργανικά κέρδη μετά φόρων ενισχυμένα κατά 7% σε ετήσια βάση, στα 626 εκατ. ευρώ, επωφελούμενα από την ανθεκτικότητα των καθαρών εσόδων από τόκους (+13% σε ετήσια βάση, σε 1,192 δισ. ευρώ) και την ισχυρή αύξηση των καθαρών εσόδων από προμήθειες (+16% σε ετήσια βάση, σε 205 εκατ. ευρώ).
Ο δείκτης απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων ανήλθε στο 17,4%, η κεφαλαιακή επάρκεια στα υψηλότερα του κλάδου (CET1 στο 18,3%) και ο δείκτης NPE υποχώρησε στο 3,3%.
Η διοίκηση της ΕΤΕ έλαβε πρόβλεψη για μέρισμα ύψους 40% επί των κερδών του 2024, προς διανομή το 2025 και είπε ότι το πλεόνασμα κεφαλαίου επιτρέπει να επιτευχθεί ο στόχος διανομής του 70% των κερδών σταδιακά τα επόμενα χρόνια, αντίστοιχα των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος Παύλος Μυλωνάς ανακοίνωσε στο επενδυτικό κοινό τους νέους αναθεωρημένους στόχους της τράπεζας για το 2024 και συγκεκριμένα: οργανικά κέρδη μετά φόρων 1,3 δισ. ευρώ (~1,4 ευρώ κέρδη ανά μετοχή) από περίπου 1,2 δισ. ευρώ προηγουμένως (~1,2 ευρώ κέρδη ανά μετοχή), απόδοση ιδίων κεφαλαίων σε επίπεδο οργανικών κερδών μετά φόρων άνω του 16% σε σύγκριση με 15% προηγουμένως, καθαρό επιτοκιακό περιθώριο πάνω από 300 μ.β. έναντι αρχικής εκτίμησης για 290 μ.β., κόστος πιστωτικού κινδύνου 60 έναντι 65 προηγούμενης εκτίμησης, πιστωτική επέκταση 1,5 δισ. ευρώ έναντι 1,2 δισ. ευρώ προηγουμένως και δείκτη NPE 3% από 3,5% αρχικά.
Ψηλά ο πήχυς για την Alpha Bank
Η Alpha Bank παρουσίασε προσαρμοσμένα κέρδη μετά τους φόρους 437 εκατ. ευρώ και δείκτη απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων στο 13,6%. Τα έσοδα τόκων εξαμήνου ανήλθαν σε 828,9 εκατ. ευρώ και τα έσοδα από προμήθειες σε 196,9 εκατ.
O δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων διαμορφώθηκε στο 4,7% και ο δείκτης CET1 fully loaded στο 16,6%.
Η Διοίκηση της Alpha Bank έθεσε νέους υψηλότερους στόχους για το 2024, οι οποίοι προβλέπουν συνολικά έσοδα άνω των 2,1 δισ. ευρώ, δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων άνω του 13,5%, κόστος πιστωτικού κινδύνου κάτω από 70 μονάδες βάσης και προσαρμοσμένα κέρδη ανά μετοχή 0,33 ευρώ αυξημένα κατά 6%.
Παράλληλα, όπως επισήμανε ο Διευθύνων Σύμβουλος Βασίλης Ψάλτης, η τράπεζα αναθεωρεί τις εκτιμήσεις και για τα επιτόκια, “βλέποντας” το 3Μ Euribor να ανέρχεται σε 3,6% από 3,5% για το 2024, γεγονός που αναμένεται να οδηγήσει σε οριακή μείωση του καθαρού εσόδου από τόκους από -5% που ήταν οι αρχικές της εκτιμήσεις.
Optima bank με καθαρά κέρδη στα 69 εκατ. ευρώ
Σημειώνεται ότι ισχυρά αποτελέσματα α΄ εξαμήνου ανακοίνωσε και η μη συστημική Optima bank με καθαρά κέρδη στα 69 εκατ. ευρώ (αύξηση 57% σε ετήσια βάση), αναθεωρώντας τον ετήσιο στόχο της φετινής κερδοφορίας σε άνω των 134 εκατ. ευρώ (από 124 εκατ. ευρώ της προηγούμενης πρόβλεψης), καθώς επίσης και τον στόχο για δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων σε άνω του 24% από άνω του 20% αντίστοιχα.
Συγκεκριμένα, όπως τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος, κ. Δημήτρης Κυπαρίσσης, η τράπεζα αναμένει κέρδη 134 εκατ. ευρώ έναντι 124 εκατ. ευρώ προηγουμένως, με την απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων να ξεπερνά το 24% από 20%.
Αξίζει να αναφερθεί πως στο εξάμηνο η Optimabank σημείωσε καθαρά κέρδη, ύψους 69 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 57% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2023 (44,1 εκατ. ευρώ), με την απόδοση των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων να διαμορφώνεται σε 26,7%.
Η αναθεώρηση δε, όπως επισήμανε ο κ. Κυπαρίσσης, αφορά πρωτίστως στην πιστωτική επέκταση και όχι στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα.