Αναμφίβολα η ενίσχυση των καθαρών κερδών για τις τράπεζες και μάλιστα σε επίπεδα ρεκόρ στο α΄ εξάμηνο του 2024, είναι αποτέλεσμα κυρίως της σημαντικής αύξησης των εσόδων τους, τόσο από προμήθειες, όσο και από τόκους.

Δεν είναι ωστόσο αμελητέα και η συμβολή των εξόδων για την καταγραφή αυτής της επίδοσης.

Οι τράπεζες

Στο τρέχον πληθωριστικό περιβάλλον, εν μέσω μισθολογικών αναπροσαρμογών και εντατικοποίησης των προσπαθειών για ενίσχυση της παραγωγής τους, οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι κατάφεραν να συγκρατήσουν την άνοδό τους σε χαμηλά επίπεδα.

Σύμφωνα με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που έδωσαν την περασμένη εβδομάδα στη δημοσιότητα, στο πρώτο μισό της τρέχουσας χρήσης τα συνολικά τους έξοδα, εξαιρουμένου του κόστους για τον πιστωτικό κίνδυνο, διαμορφώθηκαν σε 1,78 δισ. ευρώ.

Σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, η αύξηση ήταν της τάξης των 120 εκατ. ευρώ ή 7%, επίπεδα απολύτως διαχειρίσιμα, λόγω της ταυτόχρονης ανόδου των καθαρών εσόδων κατά 9% ή 430 εκατ. ευρώ περίπου το ίδιο διάστημα

Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης «κόστος προς έσοδα» κινείται πλέον κατά μέσο όρο στη ζώνη του 35% όταν σε Ιταλία και Ισπανία ξεπερνά το 45%.

Ο μετασχηματισμός

Η επιτυχία αυτή δεν θα ήταν δυνατή εάν δεν είχε προηγηθεί ο ευρύς κύκλος μετασχηματισμού τους κατά την προηγούμενη 5ετία.

Μέσω αυτού, τόσο το πλήθος των καταστημάτων τους στην Ελλάδα, όσο και ο αριθμός των εργαζομένων, μέσω προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου και συνταξιοδοτήσεων, υποχώρησαν σημαντικά.

Από το 2019 έως και το τέλος του α΄ εξαμήνου 2024, δηλαδή μέσα σε 5,5 χρόνια, το δίκτυό τους συρρικνώθηκε κατά 33%, καθώς έκλεισαν 590 περίπου μονάδες, ενώ οι τραπεζοϋπάλληλοι μειώθηκαν κατά 32% ή 12.000 άτομα.

Έτσι, σήμερα οι μονάδες που λειτουργούν πανελλαδικά διαμορφώνονται σε 1.218, ενώ απασχολούνται συνολικά στους 4 μεγάλους του κλάδου 26.155 εργαζόμενοι.

Από τα μέσα του 2023 οι αριθμοί αυτοί παραμένουν σχεδόν αμετάβλητοι. Με τον τρόπο αυτό το μισθολογικό κόστος έχει σταθεροποιηθεί στη ζώνη των 400 εκατ. ευρώ κατά μέσο όρο ανά τρίμηνο σε αυτήν περίοδο.

Τα επόμενα βήματα

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι κινήσεις περαιτέρω βελτίωσης της αποτελεσματικότητας δεν θα συνεχιστούν. Αυτές ωστόσο από εδώ και στο εξής δεν θα έχουν μαζικό χαρακτήρα, αλλά θα είναι στοχευμένες.

Ως προς το στελεχιακό δυναμικό, θα υπάρξουν νέες δράσεις οικειοθελούς αποχώρησης το επόμενο διάστημα, με στόχο την απελευθέρωση πόρων που θα διοχετευτούν για νέες προσλήψεις εξειδικευμένου σε κρίσιμους για τη μεγέθυνση του ενεργητικού των τραπεζών τομείς.

Μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στον ψηφιακό μετασχηματισμό και στην παροχή συμβουλευτικής σε θέματα διαχείρισης περιουσίας και μακροπρόθεσμων χορηγήσεων.

Από την άλλη, το μέγεθος του δικτύου, τουλάχιστον έως και το τέλος του 2025 δεν αναμένεται να μεταβληθεί σημαντικά. Ο ρυθμός περιορισμού της φυσικής παρουσίας των συστημικών ομίλων θα εξαρτηθεί από την ταχύτητα μεταφοράς επιπλέον εργασιών στον ψηφιακό κόσμο και από την προσαρμογή του κοινού στις online υπηρεσίες.

Προς αυτήν την κατεύθυνση έχουν γίνει σημαντικά βήματα, ωστόσο θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος για την εξέλιξη των πληροφοριακών τους συστημάτων.

Κι αυτό διότι παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί, υπάρχουν ακόμη εργασίες που μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο δια ζώσης.

Νέα μορφή στα καταστήματα

Παράλληλα, τα καταστήματα αλλάζουν μορφή, αλλά και όψη μέσω του rebranding που βρίσκεται σε εξέλιξη. Σε αυτά κυριαρχούν δύο κυρίως ζώνες:

– Αυτοεξυπηρέτησης για την εκτέλεση συναλλαγών με μετρητά

– Παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών σε χώρους που διασφαλίζουν την ιδιωτικότητα των συναντήσεων για πιο σύνθετα προϊόντα, η διάθεση των οποίων προϋποθέτει μία ενδελεχή συζήτηση και ανάλυση με τους πελάτες

Από την άλλη, ο αριθμός των ταμείων στο γκισέ περιορίζεται, ενώ σε ορισμένες τράπεζες λειτουργούν συγκεκριμένες ώρες μέσα στην ημέρα. Με τον τρόπο αυτό απελευθερώνεται προσωπικό για την προώθηση προϊόντων υψηλής προστιθεμένης αξίας.

Διαβάστε ακόμη: