Ισχυρή κεφαλαιακή θέση και ευρύ περιθώριο κινήσεων διαθέτουν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας, καθώς ολοκληρώνουν το 2025 με πλεόνασμα κεφαλαίων που συνολικά ξεπερνά τα 4 δισ. ευρώ. Τα μεγέθη αυτά, όπως προκύπτουν από τις παρουσιάσεις των αποτελεσμάτων εννεαμήνου, επιτρέπουν όχι μόνο γενναιόδωρες ανταμοιβές στους μετόχους αλλά και τη χρηματοδότηση μιας νέας φάσης οργανικής και μη οργανικής ανάπτυξης.

Συνολικά, το κεφαλαιακό “μαξιλάρι” των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών –Εθνικής, Alpha Bank, Eurobank και Πειραιώς– ανέρχεται σε 4,06 δισ. ευρώ, υπερβαίνοντας τους ελάχιστους στόχους που έχουν θέσει για τον δείκτη βασικών εποπτικών κεφαλαίων CET1. Ειδικότερα πρόκειται για πλεονάσματα κεφαλαίων ύψους 1,9 δισ. ευρώ για την Εθνική Τράπεζα, 860 εκατ. ευρώ για την Alpha Bank, 750 εκατ. ευρώ για τη Eurobank και 550 εκατ. ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς.

Τα πλεονάσματα αυτά προσφέρουν σημαντικά περιθώρια για νέες χρηματοδοτήσεις και αύξηση της πιστωτικής επέκτασης τόσο για φέτος όσο και το 2026, αλλά και στοχευμένες εξαγορές στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς οι τράπεζες αναζητούν τρόπους να κεφαλαιοποιήσουν τη βελτιωμένη τους θέση μετά από μια δεκαετία αναδιάρθρωσης.

Σημειώνεται ότι όλες οι τράπεζες, πλην της Εθνικής, έχουν προχωρήσει ήδη σε μεγάλες κινήσεις αξιοποίησης ευκαιριών για εξαγορές (η Πειραιώς απέκτησε την Εθνική Ασφαλιστική, η Eurobank την Ελληνική Τράπεζα και την ασφαλιστική CNP στην Κύπρο, η Alpha Bank τη Flex Fin, την AXIA και την Astro Bank στην Κύπρο), αλλά δεν έχουν κλείσει την πόρτα για περαιτέρω εξαγορές.

Εθνική Τράπεζα: Πρωταθλήτρια κεφαλαιακής επάρκειας

Η Εθνική Τράπεζα καταγράφει το μεγαλύτερο κεφαλαιακό πλεόνασμα, ύψους 1,9 δισ. ευρώ, και την υψηλότερη κεφαλαιακή επάρκεια στον δείκτη CET1, ο οποίος στο τέλος Σεπτεμβρίου 2025 διαμορφώθηκε στο 19,0%. Ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (CAD) έφθασε στο 21,8%, αυξημένος κατά 60 μονάδες βάσης από την αρχή του έτους, παρά το γεγονός ότι η τράπεζα έχει προγραμματίσει διανομή μερίσματος ίση με το 60% των κερδών.

Ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΤΕ, Παύλος Μυλωνάς, κράτησε κλειστά τα χαρτιά του όσον αφορά τις επόμενες κινήσεις της τράπεζας, ειδικά στον χώρο των ασφαλειών και της κυπριακής αγοράς. «Βρισκόμαστε σε μια φάση που δεν μας επιτρέπει να κάνουμε αναφορές για τις κινήσεις μας στο bancassurance», ανέφερε χαρακτηριστικά, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η Εθνική προετοιμάζει προσεκτικά τη στρατηγική της, με στόχο να διασφαλίσει τη μέγιστη αξία για τους μετόχους.

Αν και έχει μείνει πίσω χρονικά σε σχέση με τους ανταγωνιστές της στον τομέα των εξαγορών, η Εθνική διαθέτει τη μεγαλύτερη δεξαμενή κεφαλαίων για νέες κινήσεις, γεγονός που την καθιστά καθοριστικό παίκτη στην επόμενη φάση αναδιάταξης του ελληνικού χρηματοπιστωτικού χάρτη.

Eurobank: νέα βήματα στα Βαλκάνια

Η Eurobank παραμένει ο πιο διεθνοποιημένος ελληνικός τραπεζικός όμιλος, με παρουσία σε Κύπρο, Βουλγαρία και Σερβία, και με στρατηγική που συνδυάζει οργανική ανάπτυξη με στοχευμένες εξαγορές. Η κεφαλαιακή της επάρκεια διατηρείται σε ισχυρά επίπεδα, με τον δείκτη CET1 στο 15,5% και τον συνολικό δείκτη CAD στο 18,9%.

Μετά τις επιτυχημένες εξαγορές της Ελληνικής Τράπεζας και της ασφαλιστικής CNP στην Κύπρο, η Eurobank δείχνει έτοιμη για το επόμενο βήμα. Ο CEO Φωκίων Καραβίας υπογράμμισε ότι, σε ένα περιβάλλον αυξημένης γεωπολιτικής αστάθειας, η τράπεζα αποδεικνύει πως μπορεί να αναπτύσσεται οργανικά, ενώ παράλληλα αξιοποιεί ευκαιρίες μη οργανικής ανάπτυξης.

Στόχος για το 2025 είναι η απόδοση επί των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoTBV) να προσεγγίσει το 16%, ξεπερνώντας τον αρχικό προγραμματισμό, με στήριξη από τα αυξημένα καθαρά έσοδα από τόκους και προμήθειες. Παράλληλα, ο κ. Καραβίας άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων κινήσεων στη Βουλγαρία, ενόψει της ένταξης της χώρας στο ευρώ την 1η Ιανουαρίου 2026, γεγονός που αναμένεται να δημιουργήσει σημαντικές ευκαιρίες ενοποίησης στην τοπική αγορά.

Alpha Bank: έμφαση στη δημιουργία αξίας

Η Alpha Bank διατηρεί τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας FL CET1 στο 16%, ή 15,7% εφόσον υπολογιστεί η πρόβλεψη για διανομή μερίσματος, με τα συνολικά κεφάλαια του Ομίλου να ανέρχονται σε 5 δισ. ευρώ.Η τράπεζα έχει πρωτοστατήσει το τελευταίο διάστημα σε κινήσεις εξαγορών, αποκτώντας τη Flex Fin, την επενδυτική εταιρεία AXIA Ventures και την Astro Bank στην Κύπρο, εδραιώνοντας έτσι τη θέση της σε επιλεγμένες αγορές υψηλής ανάπτυξης.

Σύμφωνα με τον CEO Βασίλη Ψάλτη, η στρατηγική των εξαγορών θα συνεχιστεί με κριτήριο τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας για τους μετόχους και την επιτάχυνση της ψηφιακής και εμπορικής αναβάθμισης του Ομίλου. «Οι εξαγορές δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά εργαλείο για ταχύτερη πρόοδο και για την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού της τράπεζας», τόνισε.

Η Alpha Bank, που έχει ολοκληρώσει τον κύκλο εξυγίανσης του ισολογισμού της, φαίνεται αποφασισμένη να ενισχύσει περαιτέρω το προφίλ της ως τραπεζικός όμιλος περιφερειακής εμβέλειας.

Τράπεζα Πειραιώς: ζητούμενο η ενσωμάτωση

Η Τράπεζα Πειραιώς, ολοκληρώνοντας μια πενταετία θεαματικής ανάκαμψης, εμφανίζει δείκτη CET1 14,6% (proforma) και συνολικό δείκτη κεφαλαίων 20,6%, παρά την πρόβλεψη για διανομή μερίσματος που φθάνει το 50% των κερδών του 2025.

Η τράπεζα διατηρεί κεφαλαιακό απόθεμα 460 μονάδων βάσης πάνω από το εποπτικό όριο P2G, ενώ μετά την ολοκλήρωση της εξαγοράς της Εθνικής Ασφαλιστικής το πλεόνασμα εκτιμάται γύρω στις 310 μονάδες βάσης. Η συμφωνία αυτή σηματοδοτεί ένα σημαντικό άνοιγμα της Πειραιώς στον χώρο των ασφαλειών και του bancassurance, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τη διαφοροποίηση των πηγών εσόδων της.

Ο διευθύνων σύμβουλος Χρήστος Μεγάλου απέφυγε να ανοίξει τα χαρτιά του για νέες εξαγορές, δίνοντας έμφαση στην ομαλή ενσωμάτωση της Εθνικής Ασφαλιστικής και στην περαιτέρω ανάπτυξη της Snappi, της νέας ψηφιακής πλατφόρμας του Ομίλου. Ωστόσο, δεν απέκλεισε μικρότερες επιλεκτικές κινήσεις σε τομείς με προοπτική ανάπτυξης.

Κεφάλαια για ανάπτυξη και αποδόσεις

Η συνολική εικόνα των τεσσάρων τραπεζών αποτυπώνει ένα τραπεζικό σύστημα πιο ισχυρό από ποτέ την τελευταία δεκαπενταετία. Με καθαρούς ισολογισμούς, υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και αυξημένα περιθώρια κερδοφορίας, οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται πλέον στη φάση όπου μπορούν να επιστρέψουν αξία στους μετόχους, ενώ παράλληλα χρηματοδοτούν την πραγματική οικονομία.

Το 2026 αναμένεται να αποτελέσει έτος συνέχισης της πιστωτικής επέκτασης, με τις διοικήσεις να προβλέπουν διψήφιους ρυθμούς αύξησης στις νέες χορηγήσεις, ειδικά σε επιχειρηματικά δάνεια και έργα πράσινης μετάβασης. Παράλληλα, η αναμενόμενη αποκλιμάκωση των επιτοκίων της ΕΚΤ και η είσοδος νέων ευρωπαϊκών κονδυλίων αναμένεται να ενισχύσουν την επενδυτική δραστηριότητα.

Το επόμενο μεγάλο στοίχημα για τις “Big 4” είναι να συνδυάσουν τη διατήρηση της κεφαλαιακής υπεροχής με βιώσιμη ανάπτυξη και αύξηση μεριδίων αγοράς σε νέες δραστηριότητες – από τις ασφάλειες και τη διαχείριση περιουσίας μέχρι τις fintech υπηρεσίες και την τεχνητή νοημοσύνη.

Με ισχυρές βάσεις, ισορροπημένες στρατηγικές και διαθέσιμα κεφάλαια άνω των 4 δισ. ευρώ, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα μπαίνει στο 2026 όχι μόνο ως σταθερός πυλώνας της οικονομίας, αλλά και ως κινητήριος μοχλός για την επόμενη ημέρα της ανάπτυξης.

Διαβάστε ακόμη: