Με στόχο να υπογραφούν οι συμβάσεις για τα πρώτα επιλέξιμα έργα που θα χρηματοδοτηθούν από τα 13 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης ώστε να ξεκινήσουν οι εκταμιεύσεις των δανείων τον Οκτώβριο, οι τράπεζες φουλάρουν τις μηχανές και βρίσκονται σε διαρκή επικοινωνία με τους επιχειρηματίες που έχουν έτοιμα projects.

Το μεγάλο στοίχημα είναι τα 12,7 δισ. ευρώ να διοχετευθούν το συντομότερο στην αγορά, σε μεγάλες, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, με βασική προϋπόθεση να είναι βιώσιμες.

Οι τράπεζες είναι εκείνες που έχουν αναλάβει την επιλογή των επενδυτικών σχεδίων.

Από την πλευρά του το Ταμείο Ανάπτυξης θα ορίσει τους 5 άξονες επιλέξιμων σχεδίων οι οποίοι το επόμενο διάστημα θα βγουν σε δημόσια διαβούλευση. Και αμέσως μετά θα ακολουθήσει η επιλογή των ανεξάρτητων συμβούλων που θα πιστοποιούν την επιλεξιμότητα των επενδύσεων.

Όπως είναι γνωστό, από τα 31 δισ. ευρώ του Ταμείου τα 12,7 θα είναι δάνεια και τα υπόλοιπα 18 δισ. θα αφορούν σε επιχορηγήσεις.

Που θα πάνε τα χρήματα

Τα projects που θα χρηματοδοτηθούν αφορούν σε επενδυτικά σχέδια στους τομείς της Πράσινης ανάπτυξης, Ψηφιακής μετάβασης, Εξωστρέφειας, Καινοτομίας και μεγέθυνση των επιχειρήσεων μέσω συγχωνεύσεων, εξαγορών και συνεργασιών.

Έως το 50% του επενδυτικού σχεδίου θα χρηματοδοτείται από το Ταμείο, η ίδια συμμετοχή (που δεν μπορεί να προέρχεται από δανεισμό) είναι στο 20%, και η συμμετοχή των τραπεζών στο 30%.

Τα συγκεκριμένα θα έχουν μακροχρόνια διάρκεια αποπληρωμής (στη 15ετία), παράλληλα θα προβλέπεται και 2ετής περίοδος χάριτος, ενώ το κόστος δανεισμού θα κυμαίνεται μεταξύ 0,2% και 0,4%. Και θα είναι χωρίς την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.

Όλα τα δικαιώματα σχετικά με τα δάνεια θα εκχωρούνται στην τράπεζα, δηλαδή η υπογραφή σύμβασης χρηματοδότησης, οι εκταμιεύσεις, η διαχρονική διαχείριση του δανείου κ.λ.π.

Να σημειωθεί ότι από τη στιγμή που υπογραφεί η επιχειρησιακή σύμβαση μεταξύ τράπεζας και Ταμείου Ανάκαμψης η τράπεζα θα βγάλει μια λιτή δημόσια πρόσκληση προς την αγορά.

Και την ίδια ώρα οι ανεξάρτητοι σύμβουλοι θα πρέπει να είναι στη θέση τους για την πιστοποίηση των επιλέξιμων σχεδίων.

Ο πελάτης θα πρέπει άμεσα να κάνει τη σχετική προετοιμασία προκειμένου να αποδεικνύει ότι η επένδυση είναι επιλέξιμη και να υπολογίζεται η ισοδύναμη κρατική ενίσχυση.

Αν όλα «τρέξουν» όπως προβλέπεται, τον Οκτώβριο του 2021 θα υπογραφούν οι πρώτες χρηματοδοτικές συμβάσεις μεταξύ πελατών και τραπεζών.

Σύμφωνα με την Eurobank, όπως ανέφεραν οι επικεφαλής της σε ειδική εκδήλωση για το πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης: από την στιγμή που θα έρθει το αίτημα στην τράπεζα για το επενδυτικό πλάνο ως την εκταμίευση ο χρόνος κυμαίνεται από 6 εβδομάδες έως 3 μήνες (ανάλογα και με τη γνώση της εταιρίας, του κλάδου και του επενδυτικού πλάνου από την τράπεζα, την πολυπλοκότητα του δανείου και τον σχολιασμό των συμβάσεων).

Ενημέρωση και τεχνική στήριξη των ΜμΕ

Σε κάθε περίπτωση οι τράπεζες έχουν ξεκινήσει έναν αγώνα δρόμου διότι οι έρευνες στις οποίες έχουν προχωρήσει δείχνουν ότι οι ΜμΕ σε μεγάλο ποσοστό δεν γνωρίζουν με ποιον τρόπο μπορούν να χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Συγκεκριμένα, πρόσφατη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας –σε δείγμα 600 επιχειρήσεων– έδειξε ότι αν και το 57% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων προσβλέπει σε εξαιρετικές ευκαιρίες ανάπτυξης μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης, οι περισσότερες δεν γνωρίζουν πώς θα το πράξουν.

Ειδικότερα στη μελέτη της ΕΤΕ αναφέρεται πως:
– το 44% των ΜμΕ δηλώνουν αποφασισμένοι να αξιοποιήσουν την ευκαιρία που τους δίνεται. Είναι εκείνες οι εταιρίες που αναμένεται να «ηγηθούν» της διαδικασίας. Πρόκειται κυρίως για στρατηγικά δυναμικές επιχειρήσεις με ροπή προς ψηφιοποίηση, καινοτομία και συνεργασίες, οι οποίες ενδιαφέρονται για όλο το φάσμα διαθέσιμων δράσεων, ενώ η πλειονότητα αυτών έχουν διάθεση να συνεισφέρουν ίδια κεφάλαια άνω του ελάχιστου 20%.

– Το 1/5 του τομέα, παρόλο που ήδη σχεδιάζει συμβατές επενδυτικές κινήσεις, δεν γνωρίζει ότι μπορεί να ωφεληθεί από την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, φανερώνοντας ουσιώδες κενό ενημέρωσης. Ειδικότερα, πρόκειται κυρίως για επιχειρήσεις που «ακολουθούν» με κάποια καθυστέρηση τις τάσεις, εστιάζοντας κυρίως σε βραχυπρόθεσμες στρατηγικές κινήσεις (για παράδειγμα, ενώ επενδύουν δυναμικά στο ηλεκτρονικό εμπόριο, απέχουν από πιο ολοκληρωμένες ψηφιακές λύσεις, όπως data analytics).

– Άλλο ένα 1/5 των ΜμΕ χρειάζεται ενεργοποίηση και κατεύθυνση, καθώς ενώ δηλώνει ότι δεν επιθυμεί να χρησιμοποιήσει το Ταμείο κυρίως λόγω μη συμβατότητας δράσεων με τις ανάγκες του, παράλληλα παραδέχεται ότι δεν γνωρίζει τις ακριβείς δράσεις του. Ειδικότερα, πρόκειται για επιχειρήσεις που γενικά λειτουργούν «συντηρητικά», δηλαδή αποφεύγουν συστηματικά τον κίνδυνο και τις αλλαγές, υιοθετώντας ως στόχο την σταθερότητα (έναντι της ανάπτυξης).

Τα παραπάνω δείχνουν ότι είναι κομβικός ο ρόλος των τραπεζών σε θέματα ενημέρωσης και «τεχνικής στήριξης» των επιχειρήσεων και ειδικά για επιχειρήσεις μικρότερου μεγέθους, που θα πρέπει να αλλάξουν νοοτροπία.

Οι επιχειρήσεις που θα ενταχθούν στα projects του Ταμείου Ανάκαμψης θα είναι οι νικητές της επόμενης μέρας, καθώς το αναπτυξιακό περιβάλλον της επόμενης δεκαετίας θα ανοίξει την ψαλίδα απόδοσης ανάμεσα στις δυναμικές επιχειρήσεις και σε εκείνες που θα επιλέξουν να μείνουν πίσω.

Και ακόμα το ποσοστό των ΜμΕ που θα αξιοποιήσουν τελικά το Ταμείο Ανάκαμψης (οι εκτιμήσεις έχουν εύρος από το 44% ως το 84%) θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό το μακροοικονομικό αποτύπωμα του Σχεδίου Ανάκαμψης στην ελληνική οικονομία, το οποίο αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία ευρείας ενδυνάμωσης της παραγωγικής βάσης της χώρας.

Αναπτυξιακός νόμος: Τι ισχύει για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις