Ισχυρό δεύτερο τρίμηνο οικονομικών αποτελεσμάτων αναμένεται να ανακοινώσουν από την ερχόμενη εβδομάδα οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, προχωρώντας ταυτόχρονα και σε αναβάθμιση των στόχων κερδοφορίας που έχουν θέσει για το σύνολο του έτους.

Η Τράπεζα Πειραιώς και η Eurobank θα παρουσιάσουν τα αποτελέσματά τους για το 2ο τρίμηνο του 2024 στις 31 Ιουλίου και θα ακολουθήσουν η Εθνική Τράπεζα και η Alpha Bank, 1 Αυγούστου και 2 Αυγούστου, αντίστοιχα. Συνολικά αναμένεται επίτευξη καθαρής κερδοφορίας άνω του 1 δισ. ευρώ στο β΄ τρίμηνο, αθροιστικά για τις Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς, με το σχετικό μέγεθος σε επίπεδο εξαμήνου να ξεπερνά τα 2 δισ. ευρώ. Στο πλαίσιο αυτό, δεν αποκλείεται πλέον το καθαρό αποτέλεσμα να κινηθεί προς τα 4 δισ. ευρώ το 2024, ενισχυμένο κατά 15% περίπου σε σχέση με τη διετία 2022 – 2023.

Οι αιτίες της υψηλής κερδοφορίας

Τραπεζικές πηγές τονίζουν ότι «αναμένουν ένα ακόμη ισχυρό τρίμηνο κερδοφορίας, η οποία θα προκύψει από την ηπιότερη μείωση στα καθαρά έσοδα από τόκους, την αύξηση των δανείων, τη διψήφια άνοδο των προμηθειών, τον περιορισμό των λειτουργικών δαπανών και το χαμηλότερο κόστος ρίσκου.

Στο πλαίσιο αυτό, θεωρείται σχεδόν σίγουρο ότι οι Έλληνες τραπεζίτες στις ενημερώσεις των αναλυτών που θα ακολουθήσουν την δημοσίευση των οικονομικών αποτελεσμάτων θα ανεβάσουν ακόμη υψηλότερα τον πήχη των στόχων για τη χρήση 2024

Σε ό,τι αφορά την «πηγή» της κερδοφορίας, τα καθαρά έσοδα από τόκους, αναμένεται σύμφωνα με τις ίδιες πηγές μείωση μικρότερη του 5% έναντι του προηγούμενου τριμήνου, λόγω υψηλότερου κόστους καταθέσεων, περιορισμού των spread στα επιχειρηματικά δάνεια και νέων εκδόσεων ομολόγων MREL. Ωστόσο, σημειώνεται η μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους κινείται με σαφώς ηπιότερους ρυθμούς από τις προσδοκίες για το σύνολο της χρήσης, λόγω των λιγότερων μειώσεων επιτοκίων από την ΕΚΤ, βελτίωσης στις νέες εκταμιεύσεις δανείων το δεύτερο τρίμηνο και της αργής μετατόπισης καταθέσεων προς τις προθεσμιακές.

Τα αποτελέσματα θα ενισχυθούν επίσης από ισχυρή αύξηση των προμηθειών, τις συνεχιζόμενες κινήσεις περιορισμού του κόστους και χαμηλότερο κόστος ρίσκου, με περιορισμένη ροή νέων «κόκκινων» δανείων, καταλήγουν οι ίδιες πηγές.

Έμπειρος τραπεζικός αναλυτές τονίζει από την πλευρά του ότι «η αργή μείωση επιτοκίων από την ΕΚΤ, οι καθηλωμένες προθεσμιακές ως ποσοστό στο μείγμα καταθέσεων, η περαιτέρω αύξηση προμηθειών και η «δυνατή» πιστωτική επέκταση του Β’ τριμήνου» συνιστούν τους βασικούς παράγοντες διατήρησης υψηλής κερδοφορίας. Συνεπικουρούν σε αυτή την κατεύθυνση και η συγκράτηση των λειτουργικών δαπανών και του κόστους πιστωτικού κινδύνου.

Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ προχώρησε τον Ιούνιο σε μείωση επιτοκίου διευκόλυνσης καταθέσεων κατά 25 μ.β. Ακόμη και αν ακολουθήσει τον Σεπτέμβριο δεύτερη ισόποση μείωση, οι τράπεζες «κλειδώνουν», για άλλη μια χρονιά, υψηλό καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (netinterestmargin-ΝΙΜ) και ισχυρά καθαρά έσοδα από τόκους, καθώς το μέσο Euribor τριμήνου δύσκολα θα υποχωρήσει κάτω από τα επίπεδα του 3,24%, που διαμορφώθηκε πέρσι.

Σύμφωνα με αναλυτές, το καθαρό επιτοκιακό εισόδημα των συστημικών ομίλων θα παραμείνει στη ζώνη των 2,1 δισ. ευρώ, σταθερό σε τριμηνιαία βάση και ενισχυμένο κατά 70% σε ετήσια.

Ταυτόχρονα, οι ίδιες πηγές αναμένουν ελαφρά ενίσχυση των καθαρών εσόδων από προμήθειες, σε σχέση με το α΄ τρίμηνο του έτους, κινούμενα στην περιοχή των 480 – 490 εκατ. ευρώ.

Με αυτά τα δεδομένα, το σύνολο των οργανικών καθαρών εσόδων θα διαμορφωθεί πέριξ των 2,6 δισ. ευρώ, υψηλότερα κατά 1 δισ. ευρώ περίπου ή 60% σε σχέση με το β΄ τρίμηνο της περσινής χρήσης.

Χρυσές… καταθέσεις

Για να ανατραπεί το παραπάνω σενάριο θα πρέπει οι κινήσεις μείωσης από τον Σεπτέμβριο να είναι πιο επιθετικές σε ένταση (50 μ.β.) ή σε συχνότητα γεγονός που προς το παρόν συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες. Η πιθανή μείωση επιτοκίου διευκόλυνσης τον Δεκέμβριο κατά 25 μ.β. ελάχιστα θα επηρεάσει το NIM και τα καθαρά έσοδα από τόκους της φετινής χρονιάς. Και αν ο αργός ρυθμός μείωσης επιτοκίων από την ΕΚΤ συντηρεί ευνοϊκό επιτοκιακό περιβάλλον για τις εγχώριες τράπεζες, ο πραγματικός… χορηγός των υψηλών περιθωρίων κέρδους παραμένουν οι καταθέτες.

Οι προθεσμιακές καταθέσεις των συστημικών τραπεζών παραμένουν καθηλωμένες εδώ και μήνες στα ίδια επίπεδα συμμετοχής στο συνολικό μείγμα καταθέσεων. Στην Πειραιώς, όπως και στην Εθνική, παραμένουν αμετάβλητες εδώ και σχεδόν 9 μήνες (σ.σ. στα επίπεδα 30ής Σεπτεμβρίου 2023). Σε Alpha και Εurobank μετρούν σημειωτόν επί εξάμηνο.

Συνολικά το μερίδιο των προθεσμιακών καταθέσεων παραμένει στο 25% έναντι 75% των υπολοίπων σε λογαριασμούς ανοιχτής ζήτησης, όπου τα επιτόκια είναι μηδενικά, ενώ οι αποδόσεις τους έχουν ήδη αρχίσει να κινούνται πτωτικά.

Η καθήλωση των προθεσμιακών οδηγεί σε αναθεώρηση στόχων κερδοφορίας καθώς οι φετινοί προϋπολογισμοί των τραπεζών προέβλεπαν σημαντική αύξηση της συμμετοχής των καταθέσεων προθεσμίας στο συνολικό μείγμα. Την ίδια στιγμή, o ρυθμός δημιουργίας κόκκινων δανείων διαμορφώθηκε σε χαμηλότερα επίπεδα. H ύπαρξη του νέου «Ηρακλή» θα βοηθήσει την περαιτέρω εκκαθάριση του ισολογισμού των τραπεζών καθώς θεωρείται περίπου βέβαιο πως η ελληνική κυβέρνηση θα αιτηθεί διεύρυνση των εγγυήσεων προκειμένου να ξεκαθαρίσει ο ισολογισμός και των συστημικών τραπεζών.

 

Ανοδική αναθεώρηση των στόχων

Ο συνδυασμός φθηνότερου κόστους πρόσκτησης καταθέσεων και κατ’ επέκταση υψηλότερου καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου με το χαμηλότερο κόστος πιστωτικού κινδύνου οδηγεί τις διοικήσεις των συστημικών τραπεζών στην απόφαση να αναθεωρήσουν τους στόχους κερδοφορίας για το σύνολο του έτους.

Η Τράπεζα Πειραιώς το έχει ήδη πράξει, ενώ οι διοικήσεις Alpha Bank και Eurobank τις προανήγγειλαν, κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων πρώτου τριμήνου, υποδεικνύοντας ως προφανέστερο χρόνο, την ανακοίνωση αποτελεσμάτων δευτέρου τριμήνου ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη ορατότητα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, αλλά και για τις αποφάσεις της ΕΚΤ ως προς τους παρεμβατικούς της δείκτες.

Η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας απέφυγε να προβεί σε αντίστοιχη αναφορά, αλλά τα αποτελέσματα πρώτου τριμήνου, η δομή του ισολογισμού και η συντηρητική πρόβλεψη του business plan για το πόσο θα υποχωρήσει το Euribor τριμήνου στο τέλος του έτους, «φωτογραφίζουν» ανοδική αναθεώρηση. Τα οργανικά καθαρά κέρδη της πρώτης τριμηνιαίας περιόδου διαμορφώθηκαν σε 320 εκατ. ευρώ, δείχνοντας ότι η τράπεζα θα υπερβεί τον ετήσιο στόχο του 1,2 δισ. ευρώ.

Διαβάστε ακόμη: