Χρονιά υψηλών επιτοκιακών εσόδων για τις τράπεζες θα είναι και το 2024, παρά την αναμενόμενη έναρξη του καθοδικού κύκλου των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Όπως προβλέπουν στελέχη τραπεζών τα έσοδα από τόκους που θα καταγράψουν φέτος οι ελληνικές τράπεζες υπολογίζονται στα 6,5 ή ακόμα και 7 δισ. ευρώ, αναλόγως του ύψους των μειώσεων επιτοκίων από την ΕΚΤ και του χρόνου έναρξής τους.
Σύμφωνα με τα επιτοκιακά «μοντέλα» που «τρέχουν» οι τράπεζες στην παρούσα φάση, στο πλαίσιο της στοχοθεσίας για τα μεγέθη τους το 2024, οι προβλέψεις τους αναμένουν την πρώτη μείωση επιτοκίων, της τάξεως του 0,25 της μονάδος, τον Ιούλιο. Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, και μέλη του ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έχουν ήδη κλείσει τα παράθυρα προσδοκιών για μειώσεις επιτοκίων σύντομα, δεδομένων των ισχυρών αβεβαιοτήτων για τον πληθωρισμό εξαιτίας των αυξημένων γεωπολιτικών εντάσεων. Νεότερα μηνύματα από την ΕΚΤ αναμένονται στη συνεδρίαση της 25ης Ιανουαρίου, μαζί με τη συνέχιση της στάσης αναμονής που τηρείται από τη συνεδρίαση του Οκτωβρίου 2023, μετά από 10 διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων.
Αναλυτές, πάντως, εκτιμούν πως αν δεν υπάρξει ανατροπή στο μέτωπο του πληθωρισμού, μια πιθανή πρώτη μείωση επιτοκίων μπορεί να πραγματοποιηθεί τον Ιούνιο παράλληλα με τις Ευρωεκλογές. Όπως έγραφε το insider.gr , η «επίμαχη» συνεδρίαση του Ιουνίου, είναι προγραμματισμένη για τις 6 του μηνός, ημέρα –ορόσημο λόγω της έναρξης των ευρωπαϊκών εκλογών. Σε κάθε περίπτωση, οι αναλυτές κάνουν λόγο για συντηρητικές κινήσεις, της τάξεως του 0,25%, θεωρώντας ότι μπορούν να πραγματοποιηθούν πέντε κινήσεις μέσα στο έτος έως ότου τα επιτόκια «κατηφορίσουν» στο 2,75% από 4% σήμερα.
Στο ρευστό αυτό περιβάλλον, τραπεζίτες αναφέρουν στο insider.gr ότι οι εκτιμώμενες μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ, δεν αναμένεται να μειώσουν τα επιτοκιακά έσοδα περισσότερο από 20%. Μάλιστα, το επιτοκιακό περιθώριο μεταξύ επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων θα παραμείνει υψηλό το 2024 και κάποιοι δεν αποκλείουν αποκλιμάκωσή του το 2025, εκτιμώντας ότι τότε θα υπάρξουν και οι πρώτες κινήσεις μείωσης επιτοκίων από την ΕΚΤ. Πράγμα που σημαίνει ότι οι δανειολήπτες θα αργήσουν να δουν χαμηλότερα επιτόκια στα δάνεια, ενώ από την άλλη πλευρά οι καταθέτες, δεν μπορούν να ελπίζουν σε αυξήσεις επιτοκίων στις καταθέσεις, αφού οι τράπεζες βρίσκονται ήδη με υπερβάλλουσα ρευστότητα και δεν έχουν λόγο να πληρώσουν ακριβότερα για να αποκτήσουν επιπλέον.
Όπως έγραψε το insider.gr, το υψηλό επιτοκιακό περιθώριο συνέβαλε στο 79,25% των λειτουργικών εσόδων των ελληνικών τραπεζών το γ΄ τρίμηνο 2023 έναντι μέσου ευρωπαϊκού όρου 60,56%. Τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα των τεσσάρων ελληνικών συστημικών τραπεζών στο εννεάμηνο του 2023 ανήλθαν σε 6,042 δις. ευρώ. Σύμφωνα με τα εποπτικά στατιστικά στοιχεία της ΕΚΤ για το εννεάμηνο του 2023, το επιτοκιακό περιθώριο των ελληνικών τραπεζών, διαμορφώνεται στο 3,20%. Που σημαίνει επιτοκιακή «ψαλίδα» μεγαλύτερη από χώρες όπως η Ιταλία (2,10%), η Ισπανία (2,63%), η Αυστρία (2,43%), η Ιρλανδία (1,98%), το Λουξεμβούργο (1,69%), η Φινλανδία (1,59%), η Ολλανδία (1,56%), το Βέλγιο (1,51%), η Γερμανία (1,13%) και η Γαλλία (0,89%). Λίγο χαμηλότερη από την επιτοκιακή ψαλίδα στην Ελλάδα είναι αυτή στην Πορτογαλία (3,16%), ενώ με υψηλότερα επιτοκιακά περιθώρια κινούνται χώρες όπως η Σλοβενία (3,30%), η Λιθουανία (3,58%), η Εσθονία (3,77%) και η Λετονία (3,90%).