Οι θετικές εκτιμήσεις για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας συνεχίζονται, με την “σκυτάλη” να παίρνει η Κομισιόν, η οποία αναθεώρησε προς το καλύτερο τις προβλέψεις της για τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης της χώρας μας.

Οι βελτιωμένες εκτιμήσεις της Επιτροπής οφείλονται, κατά κύριο λόγο, στις εκτεταμένες δημοσιονομικές παρεμβάσεις για τη στήριξη της οικονομίας, καθώς και στην επίδραση που θα έχει η έναρξη υλοποίησης του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, σε συνδυασμό με την σταδιακή εκταμίευση των σχετικών κοινοτικών πόρων.

Του Σπύρου Σταθάκη

Φυσικά, ο πλέον καθοριστικός παράγοντας, για να “βγουν” οι οικονομικές προβλέψεις, είναι η εξέλιξη της πανδημίας, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση του προγράμματος εμβολιασμού, που επιτρέπει την σταδιακή επαναλειτουργία οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων.

Σε κάθε περίπτωση, η Κομισιόν προβλέπει για την Ελλάδα ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης 4,1% το 2021 και 6% το 2022, αναθεωρώντας προς τα πάνω τις προβλέψεις της, σε σύγκριση με αυτές του Φεβρουαρίου. Υπενθυμίζεται ότι στην χειμερινή της έκθεση, η Επιτροπή έκανε λόγο για ανάκαμψη 3,5% και 5% φέτος και το 2022 αντίστοιχα.

Οι εαρινές προβλέψεις

Πιο αναλυτικά, στις εαρινές οικονομικές προβλέψεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τονίζει ότι η πανδημία του κορωνοϊού και τα απαραίτητα περιοριστικά μέτρα, ώθησαν την ελληνική οικονομία σε μια βαθιά ύφεση το 2020 (-8,2%). «Ο τουρισμός και γενικότερα ο τομέας των υπηρεσιών χτυπήθηκε ιδιαίτερα. Ωστόσο, τα έγκαιρα μέτρα πολιτικής που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση κατάφεραν να μετριάσουν την ύφεση στηρίζοντας την απασχόληση και τη ρευστότητα των επιχειρήσεων.

Η ευνοϊκή δημοσιονομική πολιτική, σε συνδυασμό με την ισχυρή τόνωση από το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, αναμένεται να βοηθήσουν στην εκκίνηση της οικονομίας στο μέλλον», τονίζει η Επιτροπή. Σημειώνεται, επίσης, ότι τα μέτρα στήριξης της απασχόλησης κατάφεραν να αποτρέψουν απολύσεις μεγάλης κλίμακας, διατηρώντας την ανεργία στο 16,3%, ενώ η απασχόληση μειώθηκε λόγω χαμηλότερων προσλήψεων στον τομέα του τουρισμού.

Όσο προχωρά η εκστρατεία εμβολιασμού στην Ελλάδα, θα επιτρέπεται η σταδιακή χαλάρωση των μέτρων και αυτό θα συμβάλλει στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, ιδίως το 2022, εκτιμά η Επιτροπή. Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η Επιτροπή τονίζει ότι η οικονομική δραστηριότητα το δεύτερο εξάμηνο του 2021, αναμένεται επίσης να υποστηριχθεί από την έναρξη της εφαρμογής των έργων που παρουσιάζει η Ελλάδα στο εθνικό της σχέδιο ανάκαμψης.

Επιπλέον, το σταδιακό άνοιγμα του τουριστικού τομέα αναμένεται να υποστηρίξει τις καθαρές εξαγωγές. Σε ό,τι αφορά την απασχόληση, η Επιτροπή προβλέπει ότι ο αντίκτυπος της πανδημίας στη ρευστότητα και στα εισοδήματα θα συνεχίσει να μετριάζεται με μέτρα στήριξης.

Τα μέτρα στήριξης της απασχόλησης αναμένεται να συνεχίσουν να διευκολύνουν την επιστροφή των εργαζομένων, των οποίων οι εργασιακές συμβάσεις είχαν ανασταλεί και να βοηθήσουν στη διατήρηση του δείκτη ανεργίας στο 16,3% το 2021, σε σχέση με το 2020. Ωστόσο η δημιουργία θέσεων απασχόλησης θα ανακάμψει πιο αργά και προβλέπεται μόνο μια μικρή μείωση της ανεργίας το 2022 στο 16,1%.

Η αβεβαιότητα πάντως παραμένει υψηλή, ιδιαίτερα σε σχέση με τον τουριστικό τομέα και τη χαλάρωση των ταξιδιωτικών περιορισμών. Πρόσθετοι κίνδυνοι προέρχονται από τον αντίκτυπο της κρίσης σχετικά με τη φερεγγυότητα των επιχειρήσεων, μόλις λήξουν τα μέτρα στήριξης. Οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας θα εξαρτηθούν καθοριστικά από το ρυθμό που θα καταργηθούν τα μέτρα στήριξης της εργασίας. Εξωτερικοί γεωπολιτικοί παράγοντες παραμένουν πηγή αβεβαιότητας.

Αναπόφευκτη η δημοσιονομική επιβάρυνση

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, το έλλειμμα στο δημοσιονομικό ισοζύγιο έφτασε το 9,7% του ΑΕΠ το 2020 που μπορεί κυρίως να αποδοθεί στο κόστος των μέτρων στήριξης της οικονομίας (6,3% του ΑΕΠ) και του αντίκτυπου της πανδημίας στα εισοδήματα. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης το 2021 αναμένεται να παραμείνει υψηλό (10,0% του ΑΕΠ).

Εκτός από το κόστος της παράτασης των μέτρων στήριξης που εγκρίθηκαν το 2020, η Επιτροπή στις προβλέψεις της λαμβάνει υπόψη τα νέα μέτρα που εγκρίθηκαν για τη στήριξη της ανάκαμψης και κυρίως τη μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και της προσωρινής κατάργησης του φόρου κοινωνικής αλληλεγγύης για τον ιδιωτικό τομέα.

Καθώς η οικονομία συνεχίζει να ανακάμπτει και τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα σταδιακά αίρονται, το ονομαστικό έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί σε 3,2% του ΑΕΠ το 2022. Οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι παραμένουν σημαντικοί. Σχετίζονται με κρατικές εγγυήσεις που εκδόθηκαν ως μέρος των μέτρων έκτακτης ανάγκης το 2020 και θα μπορούσαν να κληθούν στο μέλλον.

Πρόσθετοι κίνδυνοι μπορεί να προέλθουν από τη δημιουργία του προγραμματισμένου συστήματος πώλησης και μίσθωσης ακινήτων που ανήκουν σε ευάλωτους οφειλέτες, σε περίπτωση που θεωρείται μέρος της γενικής κυβέρνησης. Υπάρχουν επίσης κίνδυνοι από υποθέσεις εναντίον του ΕΤΑΔ και τις τρέχουσες νομικές προκλήσεις κατά των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων.

Μετά από μια απότομη αύξηση το 2020 που συνδέεται με την πανδημία, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας αναμένεται να αυξηθεί στο 209% του ΑΕΠ το 2021 και στη συνέχεια να μειωθεί στο 202% του ΑΕΠ το 2022.

Αύξηση του δημόσιου χρέους

Από την πλευρά του, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κλάους Ρέγκλινγκ, σημείωσε σε δηλώσεις του ότι το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί σε όλες τις χώρες. Η Ελλάδα φυσικά δεν αποτελεί εξαίρεση.

Επομένως, η καλύτερη δυνατή χρήση των πόρων της ΕΕ και του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας θα είναι κρίσιμης σημασίας για την αποδέσμευση του μακροπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού που θα είναι η βάση για να διασφαλισθεί ότι η βιωσιμότητα του χρέους θα διατηρηθεί στο μέλλον.

Δεν πρέπει πάντως να ξεχνάμε πως, το δίχτυ ασφαλείας που έχει απλώσει η ΕΚΤ στα κράτη-μέλη δίνει την ευχέρεια στην ελληνική κυβέρνηση να εφαρμόσει ένα εμπροσθοβαρές χρηματοδοτικό πρόγραμμα, κάτι που περιλαμβάνεται στις δράσεις για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας.

Εξάλλου, η πρόσβαση σε φθηνή χρηματοδότηση έχει επιτρέψει στις κυβερνήσεις των κρατών-μελών να υλοποιήσουν εμπροσθοβαρή άντληση πόρων, εκδίδοντας σε αρκετές περιπτώσεις ομόλογα πολύ μεγάλης διάρκειας, προκειμένου να «κλειδώσουν» τα χαμηλά επιτόκια.

Είναι ενδεικτικό ότι, από τις αρχές του έτους, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Αυστρία έχουν εκδώσει ομόλογα 50ετούς διάρκειας, ενώ η Σλοβενία 60ετούς διάρκειας. Το χαμηλό κόστος κρατικού δανεισμού έχει πολλαπλά οφέλη για την ελληνική οικονομία, καθώς συμπαρασύρει και το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων, επιτρέποντάς τους να υλοποιήσουν υπό ευνοϊκότερες χρηματοδοτικές συνθήκες τα επιχειρηματικά τους σχέδια.

Η κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας

Την ίδια ώρα, η οικονομία της ζώνης του ευρώ προβλέπεται να αναπτυχθεί κατά 4,3 % φέτος και κατά 4,4 % το επόμενο έτος. Πρόκειται για σημαντική αναβάθμιση των προοπτικών ανάπτυξης σε σύγκριση με τις χειμερινές οικονομικές προβλέψεις του 2021, τις οποίες παρουσίασε η Επιτροπή τον Φεβρουάριο.

Οι ρυθμοί ανάπτυξης θα εξακολουθήσουν να διαφέρουν μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., αλλά οι οικονομίες όλων των κρατών μελών αναμένεται να επανέλθουν στα προ κρίσης επίπεδα έως το τέλος του 2022.

Σύμφωνα με την Κομισιόν, ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας που ξεκίνησε το περασμένο καλοκαίρι έμεινε στάσιμη το τέταρτο τρίμηνο του 2020 και το πρώτο τρίμηνο του 2021, καθώς εφαρμόστηκαν νέα μέτρα για τη δημόσια υγεία με σκοπό τον περιορισμό της αύξησης του αριθμού των κρουσμάτων COVID-19.

Ωστόσο, αναμένεται έντονη ανάκαμψη των οικονομιών της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ, καθώς αυξάνονται τα ποσοστά εμβολιασμού και χαλαρώνουν οι περιορισμοί. Ώθηση στην ανάπτυξη θα δώσει η ιδιωτική κατανάλωση, οι επενδύσεις και η αυξανόμενη ζήτηση για εξαγωγές της ΕΕ από την ενισχυόμενη παγκόσμια οικονομία.

Τα media, οι τραπεζίτες και η μάχη για την πρωτοκαθεδρία του τραπεζικού συστήματος!

 

O Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας

Το 2022, οι δημόσιες επενδύσεις, ως ποσοστό του ΑΕΠ, αναμένεται να φθάσουν στο υψηλότερο επίπεδό τους εδώ και περισσότερο από μία δεκαετία. Κινητήρια δύναμη αυτής της αύξησης θα είναι ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), το βασικό μέσο που βρίσκεται στο επίκεντρο του Next Generation EU.

Επιπλέον, οι συνθήκες της αγοράς εργασίας βελτιώνονται με αργούς ρυθμούς μετά τον αρχικό αντίκτυπο της πανδημίας. Τα καθεστώτα δημόσιας στήριξης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που λαμβάνουν στήριξη από την Ε.Ε. με το μέσο SURE, απέτρεψαν τη δραματική αύξηση των ποσοστών ανεργίας. Ωστόσο, οι αγορές εργασίας θα χρειαστούν χρόνο για να ανακάμψουν πλήρως, διότι υπάρχει περιθώριο αύξησης των ωρών εργασίας προτού οι εταιρείες χρειαστούν να προσλάβουν περισσότερους εργαζομένους.

Η Κομισιόν επισημαίνει εξάλλου, ότι η δημόσια στήριξη προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις διαδραμάτισε ζωτικό ρόλο στον μετριασμό των επιπτώσεων της πανδημίας στην οικονομία, αλλά είχε ως αποτέλεσμα τα κράτη μέλη να αυξήσουν τα επίπεδα χρέους τους.

Φέτος το συνολικό έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να αυξηθεί κατά μισή περίπου εκατοστιαία μονάδα, στο 7,5 % του ΑΕΠ, στην ΕΕ και κατά περίπου τρία τέταρτα της εκατοστιαίας μονάδας, στο 8 % του ΑΕΠ, στη ζώνη του ευρώ. Το 2021 όλα τα κράτη μέλη, εκτός από τη Δανία και το Λουξεμβούργο, προβλέπεται να παρουσιάσουν έλλειμμα άνω του 3 % του ΑΕΠ.

Ωστόσο, έως το 2022, το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα προβλέπεται να υποδιπλασιαστεί, μόλις κάτω από 4 %, τόσο στην ΕΕ όσο και στη ζώνη του ευρώ. Ο αριθμός των κρατών μελών που παρουσιάζουν έλλειμμα άνω του 3 % του ΑΕΠ προβλέπεται να μειωθεί σημαντικά.

Στην Ε.Ε., ο δείκτης δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ προβλέπεται να κορυφωθεί φέτος στο 94 %, πριν μειωθεί ελαφρά στο 93 % το 2022. Ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται να ακολουθήσει την ίδια τάση, δηλαδή να αυξηθεί στο 102 % φέτος και στη συνέχεια να μειωθεί ελαφρά στο 101 % το 2022.

Τέλος, οι κίνδυνοι που περιβάλλουν τις προοπτικές είναι υψηλοί και θα παραμείνουν τέτοιοι για όσο διάστημα η πανδημία COVID-19 επισκιάζει την οικονομία.

Η απόσυρση της στήριξης πολιτικών

Οι εξελίξεις στην επιδημιολογική κατάσταση και η αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων εμβολιασμού θα μπορούσαν να αποδειχθούν καλύτερες ή χειρότερες από τις παραδοχές που γίνονται σύμφωνα με το κεντρικό σενάριο αυτής της πρόβλεψης.

Η πρόβλεψη αυτή ενδέχεται να υποτιμά την τάση των νοικοκυριών να δαπανούν ή να υποτιμά την επιθυμία των καταναλωτών να διατηρήσουν υψηλά επίπεδα προληπτικής αποταμίευσης. Ένας άλλος παράγοντας είναι το χρονοδιάγραμμα της απόσυρσης της στήριξης πολιτικών, η οποία, αν συμβεί πρόωρα, θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ανάκαμψη.

Από την άλλη πλευρά, αν καθυστερήσει, η απόσυρση θα μπορούσε να οδηγήσει στη δημιουργία στρεβλώσεων στην αγορά και φραγμών εξόδου μη βιώσιμων επιχειρήσεων. Οι επιπτώσεις των δυσχερειών των επιχειρήσεων στην αγορά εργασίας και στον χρηματοπιστωτικό τομέα θα μπορούσαν να αποδειχθούν χειρότερες από τις αναμενόμενες.

Η ανάκαμψη και το “υπερόπλο” των πόρων

 Μέσα σε αυτό το ευρωπαϊκό περιβάλλον λοιπόν, καλείται να πορευτεί η ελληνική οικονομία. Σύμφωνα πάντως και με την πρόσφατη ανάλυση της τράπεζας Alpha Bank, η σταδιακή έξοδος από την πανδημική κρίση, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ομαλή και ταχεία πρόοδο του εμβολιαστικού προγράμματος στη χώρα μας, αναμένεται να επαναφέρει την ελληνική οικονομική δραστηριότητα σε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης, ήδη από το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.

Κύριες συνιστώσες της δυναμικής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να αποτελέσουν αφενός, η βελτίωση του οικονομικού κλίματος και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης στο μεταπανδημικό τοπίο και αφετέρου, η χρηματοδότηση από τους πόρους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, η οποία θα συμβάλλει στην επίτευξη υψηλών και διατηρήσιμων ρυθμών μεγέθυνσης.

Επιπλέον έξι εκατομμύρια εμβόλια για την Αυστρία

Κρίσιμα ποιοτικά χαρακτηριστικά

Σύμφωνα με την Alpha Bank, η αναπτυξιακή τροχιά των επόμενων ετών αναμένεται να έχει ορισμένα κρίσιμα ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Πρώτον, θα στηριχτεί, πρωτίστως, στην υψηλή αναλογία επενδυτικών κεφαλαίων και, δευτερευόντως, στην καταναλωτική δαπάνη. Η μεταστροφή αυτή αναμένεται να λάβει χώρα τόσο μέσω των διαθέσιμων πόρων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, όσο και μέσω της μόχλευσής τους από το τραπεζικό σύστημα.

Τα προηγούμενα έτη, το ελληνικό παραγωγικό μοντέλο βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στην ιδιωτική κατανάλωση (72% του ΑΕΠ, το 2020), ενώ οι επενδύσεις αποτελούσαν, διαχρονικά, ένα χαμηλό ποσοστό του συνολικού ΑΕΠ (11% του ΑΕΠ, το 2020).

Η αναμενόμενη μεγάλη εισροή πόρων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, το επόμενο διάστημα, εκτιμάται πως θα συμβάλλει στην υιοθέτηση νέων εμβληματικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και θα κινητοποιήσει νέες επενδύσεις ύψους Ευρώ 57,5 δισ. , πετυχαίνοντας την κάλυψη, σε ένα μεγάλο μέρος, του επενδυτικού κενού της χώρας που είχε δημιουργηθεί τα προηγούμενα έτη.

Δεύτερον, το νέο αναπτυξιακό μίγμα δύναται να μετασχηματίσει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Και τούτο διότι οι τομείς των επενδύσεων στους οποίους αναμένεται να διοχετευθούν αυτά τα κεφάλαια είναι ακριβώς εκείνοι που χρειάζεται η χώρα, όπως η ψηφιακή μετάβαση, στην οποία η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ή οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που είναι ένας εμβληματικός τομέας για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ-27) και στον οποίο η Ελλάδα έχει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα.

Τα κριτήρια με τα οποία το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης επιθυμεί τη διοχέτευση των ευρωπαϊκών κονδυλίων περιλαμβάνουν, επίσης, τη στρατηγική προσανατολισμού προς την εξαγωγική δραστηριότητα, την έρευνα, ανάπτυξη και καινοτομία, καθώς και την αξιοποίηση των οικονομιών κλίμακας.

Ειδικότερα, οι επενδύσεις αναμένεται να συμβάλλουν καθοριστικά στην ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο 2021-2024. Το 2022, αναμένεται να συμβάλλουν κατά 56% στο ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ, ενώ η συμβολή τους προβλέπεται να είναι ισχυρή και τα υπόλοιπα έτη της πρόβλεψης, σηματοδοτώντας μια μετατόπιση του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας από την ιδιωτική κατανάλωση, προς ένα νέο μοντέλο που θα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις παραγωγικές επενδύσεις και την εξωστρέφεια.

Ο εξωτερικός τομέας της ελληνικής οικονομίας, τα επόμενα έτη, αναμένεται να ενισχυθεί τόσο από την επιστροφή του τουριστικού προϊόντος στα προ κρίσης επίπεδα, όσο και από την αύξηση των εξαγωγών αγαθών που αναμένεται να προέλθει από τη στήριξη των επιχειρήσεων με εξαγωγικό προσανατολισμό από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης.

Επιπρόσθετα, η ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται να διατηρήσει τη θετική συμβολή της στο ΑΕΠ των ετών 2021-2024, αφενός λόγω της συσσώρευσης αποταμιεύσεων και της πτώσης της καταναλωτικής δαπάνης κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης και αφετέρου, λόγω της ισχυρότερης ροπής προς κατανάλωση που συνήθως ακολουθεί μετά από περιόδους έντονων υφέσεων και σημαντικών γεγονότων, σε παγκόσμιο επίπεδο (πόλεμοι, φυσικές καταστροφές, πανδημίες κ.λ.π.)

Το κόστος δανεισμού

Ένας δεύτερος παράγοντας που αναμένεται να συμβάλλει στη μεταστροφή του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας και στην εγκαθίδρυση ενός φιλικού περιβάλλοντος για επενδύσεις είναι η βελτίωση του αξιόχρεου της χώρας, γεγονός που μειώνει σημαντικά το κόστος δανεισμού τόσο για το Ελληνικό Δημόσιο, όσο και επακόλουθα για το τραπεζικό σύστημα.

Ο φθηνότερος δανεισμός του χρηματοπιστωτικού τομέα αναμένεται να έχει θετικές επιπτώσεις και στη χρηματοδότηση των ιδιωτικών επενδύσεων μέσω των δανείων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς η συμμετοχή των τραπεζών στη χρηματοδότηση ιδιωτικών επενδύσεων αναμένεται να καλύπτει κατ’ ελάχιστον το 30% των προκρινόμενων επενδυτικών σχεδίων (με το υπόλοιπο να καλύπτεται από τα δάνεια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης κατ’ ανώτατον 50% και από ίδιους πόρους κατ’ ελάχιστον 20%).