Στο μικροσκόπιο των υπουργείων ΠΕΝ, Ανάπτυξης και Εθνικής Οικονομίας έχουν μπεί το τελευταίο διάστημα οι τιμές των καυσίμων που φαίνεται να πήραν τη σκυτάλη από τα τρόφιμα και ‘οδηγούν’ τον πληθωρισμό, έστω και αν ο τελευταίος δείχνει να ‘φρενάρει’ λίγο.
Στα ήδη υψηλά επίπεδα τιμών, που βρίσκονται τα καύσιμα, αναμένεται να μπει και νέο καπέλο από όλη την αλυσίδα (διϋλιστήρια-εμπορία-πρατήρια) αφού όλοι βάζουν το χεράκι τους στην άνοδο, όπως παρατηρούν κρατικοί αξιωματούχοι.
«Πάνω που πήραμε μέτρα για τα τρόφιμα και το καλάθι της νοικοκυράς τα οποία σιγά-σιγά αποδίδουν, έρχονται οι αυξήσεις στα καύσιμα και πρέπει επειγόντως να δούμε τι γίνεται» μας λέει στέλεχος της κυβέρνησης που έχει ‘πανοραμική’ θέση στο θέμα του πληθωρισμού.
Η άνοδος της διεθνούς τιμής ανά βαρέλι είναι σε εβδομαδιαία βάση της τάξης του 6%, σε μηνιαία βάση άνω του 6,5% και σε ετήσια βάση πάνω από 18%. Έτσι η διεθνής τιμή του πετρελαίου μπρεντ κινείται πλέον πάνω από 86 δολάρια το βαρέλι.
Όπως μας λένε στελέχη της ενεργειακής αγοράς «οι διεθνείς τιμές αργού βρίσκονται σε έντονα ανοδική πορεία τις τελευταίες 10 ημέρες μετά από σχετική στασιμότητα από τις αρχές του έτους με κίνηση γύρω στα 75-80 δολάρια το βαρέλι και τάση για άνοδο στα 85 το βαρέλι με προβλέψεις στα 90 δολάρια μέχρι το καλοκαίρι.
Μεγάλο ρόλο σε αυτό παίζουν οι δραματικές εξελίξεις σε Ουκρανία και Γάζα αλλά και η αναταραχή σε Υεμένη- Ερυθρά Θάλασσα. Ευτυχώς που υπάρχει υπερπροσφορά από χώρες εκτός OPEC, κυρίως από τις ΗΠΑ με 20 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως και από Καναδά, Μεξικό, Βραζιλία, Γουιάνα, Νορβηγία ενώ η Ρωσία, παρά τις αυστηρές κυρώσεις, κρατά σταθερή παραγωγή στα 10-11 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα που σημαίνει ότι κάνει έμμεσες εξαγωγές μέσω Ινδίας και Κίνας!».
Μάλιστα όπως μας λένε τα ίδια στελέχη «οι Αμερικανοί κάνουν στραβά μάτια ακόμη και για το Ιράν που έχει αυξήσει την παραγωγή και τις εξαγωγές του ώστε να μείνει το αργό στα 80-85 το βαρέλι αντί για τα 100 που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι σήμερα».
Η ακριβή αγορά και η αναγκαστική στροφή των καταναλωτών
Η άνοδος των καυσίμων σπρώχνει όλες τις τιμές προς τα πάνω, αφού το κόστος καυσίμων, επηρεάζει σημαντικά όλο το κύκλωμα μεταφοράς. Η «αντλία» επίσης επηρεάζει σειρά από κόστη στις αλυσίδες προϊόντων.
Όπως προκύπτει από ετήσια έρευνα που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και όπως είπε ο καθηγητής Γεώργιος Μπάλτας, που συντόνισε την έρευνα «πλέον με προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (Private Label) γεμίζουν το καλάθι τους οι Έλληνες καταναλωτές όσο η ακρίβεια σε βασικά προϊόντα επιμένει, μειώνοντας το κόστος των αγορών τους στο σούπερ μάρκετ» και συνεχίζει: «πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό που καταγράψαμε ποτέ στα 19 έτη που κάνουμε την έρευνα στο Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας στο καλάθι αγορών βρίσκεται πολύ άνω του 30% των κωδικών που μπαίνουν μέσα στο καλάθι του καταναλωτή, δηλαδή πολύ πάνω από τα 3 στα 10 προϊόντα που αγοράζονται είναι κωδικοί ιδιωτικής ετικέτας».
Επίσης οι Έλληνες γύρισαν και ψωνίζουν ελληνικά: οι προτιμήσεις των καταναλωτών για τα προϊόντα ελληνικής παραγωγής δεν επηρεάστηκαν από το αρνητικό κλίμα της περιόδου αφού η ελληνική παραγωγή δεν συνιστά ακριβότερη αγοραστική επιλογή και οι προτιμήσεις για αυτήν είναι διαχρονικά ανθεκτικές.
Το 81% των ερωτηθέντων απάντησε στο πλαίσιο της έρευνας ότι όταν βρίσκει στο σούπερ μάρκετ ελληνικά προϊόντα τα προτιμά από τα εισαγωγής. Ωστόσο, η ερώτηση αυτή αφορά την πρόθεση του καταναλωτή και φυσικά δεν ταυτίζεται με την τελική επιλογή του που επηρεάζεται από πολλαπλούς παράγοντες (διαθεσιμότητα, προσφορές).
Επιπρόσθετα, το 66% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι υπάρχει στροφή των καταναλωτών στα προϊόντα ελληνικής παραγωγής, το 89% δηλώνει ότι θέλουν να αναγράφεται στη συσκευασία ότι ένα προϊόν είναι ελληνικής παραγωγής, το 65% πιστεύει ότι τα ελληνικά προϊόντα έχουν καλύτερη ασφάλεια και ποιότητα, το 93% πιστεύει ότι προτιμώντας ελληνικά προϊόντα στηρίζει την παραγωγή της χώρας, το 83%πιστεύει ότι προτιμώντας ελληνικά προϊόντα βοηθά στη μείωση της ανεργίας.
«Να λοιπόν που κυριαρχεί το καταναλωτικό κίνημα στήριξης του Made in Greece με ορθολογική αντιμετώπιση του θέματος και κατανόηση της σημασίας που έχει η στήριξη των εγχώριων προϊόντων για τη στήριξη της παραγωγής και των εργαζομένων. Πρόκειται για στάσεις ωριμότητας και συμπεριφορές αλληλεγγύης που έχουν πλέον εδραιωθεί στην ελληνική κοινωνία» μας λέει μάνατζερ της καταναλωτικής αγοράς .
Τα ευρήματα της έρευνας αποκαλύπτουν τις επιπτώσεις των ανατιμήσεων σε προϊόντα καθημερινής χρήσης στην αγοραστική συμπεριφορά των καταναλωτών.
Όπως επισημαίνει ο κ. Μπάλτας, “η πίεση στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς αυξάνεται διαρκώς από τα μέσα του 2021 και οι καταναλωτές αλλάζουν αγοραστικές συνήθειες για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια”.
Το 90% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δυσκολεύεται οικονομικά εξαιτίας των αυξημένων τιμών στο σούπερ μάρκετ ενώ ένας στους δέκα καταναλωτές δηλώνει ότι δεν μπορεί να αγοράσει ούτε τα στοιχειώδη!
Οι καταναλωτές στρέφονται αναγκαστικά σε φθηνότερες και λιγότερες αγορές ενώ οι μισοί δηλώνουν ότι περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα προϊόντα.
«Τις πταίει» για την ακρίβεια;
Αναφορικά με την άποψη των καταναλωτών για το ποιος ευθύνεται περισσότερο για τις υπερβολικές ανατιμήσεις στα καταναλωτικά προϊόντα, ανάμεσα σε πολυεθνικές βιομηχανίες, ελληνικές βιομηχανίες, μεγάλες εμπορικές αλυσίδες και μικρά τοπικά καταστήματα, οι περισσότεροι καταναλωτές επέλεξαν τις πολυεθνικές εταιρείες (68%) ενώ πολύ πιο κάτω και στη δεύτερη θέση βρέθηκαν οι μεγάλες αλυσίδες (24,2%). Πολύ μικρό ποσοστό (6,9%) επέλεξε τους εγχώριους κατασκευαστές και ελάχιστοι (0,9%) τα μικρά καταστήματα.
Στο πλαίσιο της έρευνας, μετρήθηκε το ύψος της δαπάνης κάθε φορά που ψωνίζουν. Η μέση δαπάνη στο σούπερ μάρκετ εκτιμάται σε 70 ευρώ σημειώνοντας αξιόλογη αύξηση 14,7% από 61 ευρώ πέρυσι.
Η αύξηση στη δαπάνη ανά επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ αντανακλά την άνοδο του κόστους των προϊόντων λόγω πληθωρισμού. Αντίστοιχα, η μέση μηνιαία δαπάνη εκτιμάται στα 370 ευρώ σημειώνοντας ανάλογη άνοδο από 324 ευρώ πέρυσι. Το 75% των καταναλωτών δαπανά ως 450 ευρώ τον μήνα. Η αύξηση της δαπάνης προέρχεται κυρίως από τις ανατιμήσεις, οι οποίες στον συγκεκριμένο κλάδο είναι πολύ μεγαλύτερες από τον γενικό δείκτη τιμών καταναλωτή.
Σχετικά με τον αριθμό των σούπερ μάρκετ που χρησιμοποιούν, μόνο το 58% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ψωνίζει σταθερά σε ένα σούπερ μάρκετ και το 42% μοιράζει τις αγορές σε περισσότερα. Το 93,2% των ερωτηθέντων χρησιμοποιεί μέχρι 3 διαφορετικά καταστήματα για τις αγορές του.
Η συχνότητα αγορών στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ έχει μέση τιμή 6 φορές τον μήνα, παραμένοντας σταθερή σε σχέση με πέρυσι. Οι περισσότεροι καταναλωτές δηλώνουν ότι ψωνίζουν 4 φορές μηνιαίως. Το 86% των ερωτηθέντων ψωνίζουν μέχρι 8 φορές μηνιαίως.
Το 89,4% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι έχουν προαποφασίσει τι είδη θα αγοράσουν πριν πάνε στο φυσικό ή ηλεκτρονικό σούπερ μάρκετ. Συγκεκριμένα, καταγράφεται αυξημένη προσπάθεια κατάργησης των παρορμητικών αγορών και προγραμματισμός των αγοραστικών αποφάσεων, σε μία προσπάθεια καλύτερης διαχείρισης του διαθέσιμου εισοδήματος υπό πληθωριστικές συνθήκες. Στο θέμα της μάρκας του κάθε προϊόντος προαποφασισμένο εμφανίζεται το 50,5%.
Οι ερωτηθέντες δήλωσαν στο πλαίσιο της έρευνας, τη σημασία που αποδίδουν όταν ψωνίζουν σε βασικά κριτήρια επιλογής προϊόντων. Σημαντικότερα κριτήρια επιλογής προϊόντων θεωρούνται η ποιότητα, η τιμή, οι προσφορές, και η ελληνική προέλευση. Τα κριτήρια αυτά παραμένουν διαχρονικά στις πρώτες 4 θέσεις στις ετήσιες έρευνες του εργαστηρίου μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Όσον αφορά τη σημασία που δίνουν οι καταναλωτές σε συγκεκριμένα κριτήρια επιλογής καταστημάτων σούπερ μάρκετ, η έρευνα έδειξε ότι η ποιότητα των εμπορευμάτων, οι τιμές, οι προσφορές και η εύκολη πρόσβαση έχουν τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα στην επιλογή καταστήματος από τον καταναλωτή.
Αναφορικά με το “καλάθι του νοικοκυριού” οι καταναλωτές εμφανίζονται μοιρασμένοι. Ποσοστό 53,5% των καταναλωτών πιστεύει ότι είναι ένα χρήσιμο μέτρο και το 52,8% ψωνίζει προϊόντα που βρίσκονται στο “καλάθι του νοικοκυριού”.
Εντούτοις, η αποδοχή του από περίπου έναν στους δύο καταναλωτές δείχνει, σύμφωνα με την έρευνα, ότι δεν είναι ένα ασήμαντο μέτρο και η εφαρμογή του ενδιαφέρει μεγάλο τμήμα του αγοραστικού κοινού.
Η έρευνα έγινε με τηλεφωνική δημοσκόπηση σε επιστημονικά τυχαίο δείγμα 1880 νοικοκυριών τον Ιανουάριο φέτος και πλέον τα ‘λευκά προϊόντα’ (PL) αντιπροσωπεύουν το 36% του καλαθιού από 33% που ήταν πέρυσι.
Η διεθνής ζήτηση αργού και καυσίμων
Πίσω στα καύσιμα και αναφορικά με τη διεθνή ζήτηση στελέχη της αγοράς λένε ότι “παρατηρείται διαρκής αύξηση της ενεργειακής και ιδιαίτερα της πετρελαϊκής, ζήτησης παγκοσμίως. Από τα 102 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα το 2023 στα 103 το 2024 και στα 106 όπως υπολογίζουν το 2028. Μακροπρόθεσμα ο OPEC προβλέπει ότι η ζήτηση θα κορυφωθεί το 2045 στα 116 εκατ.βαρέλια ενώ ο ΙΕΑ εκτιμά ότι στην κορύφωση θα φθάσουμε το 2028-2029 στα 107 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα»
Σε ό,τι αφορά την εσωτερική αγορά, κύκλοι της αγοράς αναφέρουν ότι αυτή επηρεάζεται από την αύξηση των χρηματοπιστωτικών επιβαρύνσεων, αλλά και τη αύξηση των περιθωρίων των διυλιστηρίων, λόγω της έλλειψης παραγωγικής δυνατότητας, απότοκο των μειωμένων επενδύσεων στον κλάδο.
Έτσι τα περιθώρια έχουν αυξηθεί κατά 25% σε ευρωπαϊκό επίπεδο στα 20,7 δολάρια το βαρέλι από 15,5 τον Ιανουάριο.
Τι λένε οι βενζινοπώλες
Στα ήδη υψηλά επίπεδα τιμών, που βρίσκονται τα καύσιμα, αναμένεται να μπει και νέο καπέλο από όλη την αλυσίδα (διϋλιστήρια-εμπορία-πρατήρια) αφού όλοι βάζουν το χεράκι τους στην άνοδο.
Με το ρυθμό αυτό, ανοδικά κινούνται οι τιμές στην αντλία.
Όπως ανέφερε ο Νίκος Παπαγεωργίου Πρόεδρος του Συνδέσμου Πρατηριούχων Αττικής καταγράφεται μια αύξηση της τάξης του 4% από τον Ιανουάριο στην αμόλυβδη και αναμένεται να περάσει άλλο ένα 2% στις τιμές.
“Στις 18 Ιανουαρίου η τιμή της αμόλυβδης ήταν στα 1,85 ευρώ ανά λίτρο και πλέον έχει αυξηθεί κατά 7 λεπτά, δηλαδή στο 1,92 ευρώ ανά λίτρο”.
Και άλλη άνοδο στις τιμές της “αντλίας” βλέπει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ) καθώς προβλέπει άνοδο στις παραδόσεις, που θα γίνουν από τις 25 Μαρτίου και μετά, στα πρατήρια.
Με βάση το Παρατηρητήριο του Υπ. Ανάπτυξης, η μέση τιμή της αμόλυβδης βενζίνης στην Αττική βρίσκεται στα 1,869 ευρώ το λίτρο, ενώ η μέση πανελλαδική είναι στα 1,905 ευρώ ανά λίτρο. Επίσης στην Αττική η μέση τιμή της αμόλυβδης 100 οκτανίων στο 2,07 ευρώ ανά λίτρο και το ντίζελ κίνησης στο 1,66 ευρώ ανά λίτρο.
Οι τιμές των καυσίμων στην περιφέρεια είναι υψηλότερες με την ακριβότερη αμόλυβδη να πωλείται στις Κυκλάδες, όπου η μέση τιμή διαμορφώθηκε στο 2,13 ευρώ ανά λίτρο. Πάνω από 2 ευρώ και συγκεκριμένα στα 2,06 ευρώ ανά λίτρο παραμένει η μέση τιμή της αμόλυβδης στα Δωδεκάνησα, ενώ στα 2,2 ευρώ το λίτρο είναι η τιμή της αμόλυβδης 100 οκτανίων και στο 1,836 ευρώ ανά λίτρο η τιμή του πετρελαίου κίνησης. Η αμόλυβδη στις περισσότερες περιοχές κινείται πάνω από 1,9 ευρώ ανά λίτρο όπως για παράδειγμα στους νομούς Αιτωλοακαρνανίας, Αρκαδίας, Άρτας, Ευρυτανίας, Ζακύνθου, Ηλείας, Κεφαλονιάς, που είναι μία ανάσα από τα 2 ευρώ, Λευκάδας, Μεσσηνίας.
Οριακή μείωση του πληθωρισμού αλλά…
Στο μεταξύ οριακή μείωση της τάξης του 0,1%, παρουσίασε ο πληθωρισμός στην Ελλάδα, καθώς σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat διαμορφώθηκε στο 3,1% τον περασμένο Φεβρουάριο, έναντι 3,2% τον Ιανουάριο του 2024. Έναν χρόνο πριν (Φεβρουάριος 2023) ο πληθωρισμός ανερχόταν στο 6,5%.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, ο ετήσιος πληθωρισμός στην ευρωζώνη ήταν 2,6% τον Φεβρουάριο του 2024, από 2,8% τον Ιανουάριο του ίδιου έτους.
Η πρώτη εκτίμησή της Eurostat έκανε λόγο για ετήσια άνοδο κατά 3,2%. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν στο 2,9% το Φεβρουάριο.Ένα χρόνο νωρίτερα, το ποσοστό ήταν στο 8,5%.
Ο ετήσιος πληθωρισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν 2,8% τον Φεβρουάριο του 2024, από 3,1% τον Ιανουάριο. Ένα χρόνο νωρίτερα, ο πληθωρισμός είχε “σκαρφαλώσει” στο 9,9%.
Τα χαμηλότερα ποσοστά ετήσιου πληθωρισμού καταγράφηκαν στη Λετονία, τη Δανία (0,6%) και την Ιταλία (0,8%). Τα υψηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν στη Ρουμανία (7,1%), στην Κροατία (4,8%) και στην Εσθονία (4,4%). Σε σύγκριση με τον Ιανουάριο, ο ετήσιος πληθωρισμός μειώθηκε σε 20 κράτη μέλη, παρέμεινε σταθερός σε πέντε και αυξήθηκε σε δύο.
Τον Φεβρουάριο, η υψηλότερη συμβολή στον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού της ευρωζώνης προήλθε από τις υπηρεσίες (+1,73 ποσοστιαίες μονάδες, π.μ.), ακολουθούμενες από τα τρόφιμα, το αλκοόλ και τον καπνό (+0,79 π.μ.), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (+0,42 π.μ.) και την ενέργεια (-0,36 π.μ.).