«Σβηστές» μένουν το τελευταίο διάστημα οι περισσότερες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής αερίου στην Ελλάδα, λόγω υποκατάστασής τους από εισαγωγές που συμφέρουν περισσότερο.
Παράλληλα η μεγάλη πτώση στην κατανάλωση φυσικού αερίου παρατηρείται λόγω του ήπιου χειμώνα που περιόρισε τη ζήτηση από τα νοικοκυριά για θέρμανση, αλλά κυρίως επειδή οι ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες φυσικού αερίου μένουν πολλές ώρες εκτός λειτουργίας, ειδικά το τελευταίο διάστημα που έχουν πέσει οι τιμές αερίου, καθώς είναι μη ανταγωνιστικές και τις υποσκελίζουν οι εισαγωγές ρεύματος.
«Η μείωση της κατανάλωσης στη λιανική του δικτύου διανομής (οικιακή χρήση και χρήση από επαγγελματικές, βιοτεχνικές και βιομηχανικές μονάδες), φτάνει στο 50%» μας λέει στέλεχος της ΡΑΕ που παρακολουθεί τις εξελίξεις και συνεχίζει: «εδώ έχουμε να κάνουμε αφενός με τον ήπιο μέχρι στιγμής χειμώνα αλλά κυρίως με την οικονομία που κάνουν οι καταναλωτές. Επίσης πολλές επιχειρήσεις αντικαθιστούν το αέριο με άλλα καύσιμα όπως το ντίζελ ή το υγραέριο».
Σύμφωνα με τους ηλεκτροπαραγωγούς που είναι -σχεδόν- στα κάγκελα «η έλλειψη ανταγωνιστικότητας των μονάδων οφείλεται κατά κύριο λόγο στην επιβάρυνση από την έκτακτη εισφορά 10€/MWh που έχει επιβάλλει η χώρα μας από το Νοέμβριο».
Η επιβάρυνση του κόστους των εγχώριων ηλεκτροπαραγωγών είχε ως αποτέλεσμα να γίνουν πιο συμφέρουσες οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας κι ας είναι από παλαιότερης τεχνολογίας και ρυπογόνα εργοστάσια. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε επίπεδο μήνα, το μερίδιο των εισαγωγών κυμαίνεται από 20% έως 40% όταν όλο το 2022 οι εισαγωγές καταλάμβαναν μόλις το 8%. Αντίθετα το μερίδιο των ελληνικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής υποχώρησε στο 10% με 30% όταν το 2022 ήταν στο 39%.
Η ραγδαία πτώση των τιμών του ολλανδικού κόμβου TTF φαίνεται πως έφερε την εγχώρια ηλεκτροπαραγωγή σε πολύ δύσκολη θέση καθώς το κόστος τους ανά Μεγαβατώρα ρεύματος, μετά την επιβολή της έκτακτης εισφοράς 10€/MWh στο αέριο, καταλήγει να έχει, σε σχέση με τους ηλεκτροπαραγωγούς γειτονικών χωρών, μεγάλη επιβάρυνση περίπου 30€/ MWh αν συνυπολογίσουμε το συντελεστή απόδοσης των μονάδων, τις απώλειες, την υποχρέωση διατήρησης αποθεμάτων για λόγους ενεργειακής ασφάλειας καθώς και μια σειρά άλλες υποχρεώσεις που επιβαρύνουν την τελική τιμή.
Η επιβάρυνση 30€/MWh ήταν ένα μικρό ποσοστό επί του συνόλου του κόστους ρεύματος όταν οι τιμές ήταν πολύ υψηλές, γίνεται όμως βασική παράμετρος τώρα που οι τιμές αερίου έχουν κάνει βουτιά και συνακόλουθα μειώνονται πολύ και οι τιμές ρεύματος στη χονδρική.
Η χαρά του εισαγωγέα
Ο Σύνδεσμος των Ανεξάρτητων Ηλεκτροπαραγωγών (ΕΣΑΗ) έστειλε επιστολή στον ΥΠΕΝ Κώστα Σκρέκα με την οποία επισημαίνει πως «το τελευταίο διάστημα έχουν αλλάξει άρδην τα δεδομένα με τις μονάδες φυσικού αερίου ώστε να μην αντέχουν στον ανταγωνισμό έναντι των εισαγωγών, που πλέον έχουν φτάσει να καλύπτουν ημερησίως σχεδόν 25-30% της ζήτησης. Ενδεικτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστήριου Ενέργειας, η συμμετοχή των εισαγωγών έναντι του φυσικού αερίου στην κάλυψη του ημερήσιου μίγματος την περίοδο 23/1-30/1 διαμορφώνεται ως εξής:
23/1: 26.7% έναντι 25.4%
24/1: 29.4% έναντι 28.6%
25/1: 26.2% έναντι 22.9%
26/1: 28.1% έναντι 24.0%
27/1: 33.5% έναντι 24.2%
28/1: 32.6% έναντι 18.7%
29/1: 31.4% έναντι 11.6%
30/1: 27.4% έναντι 24.2%» όπως αναφέρεται στην επιστολή.
Η πολύ μεγάλη μείωση στην κατανάλωση αερίου δημιουργεί προβλήματα κυρίως στους εισαγωγείς, άλλοι εκ των οποίων έχουν υπογεγραμμένες συμβάσεις για εισαγωγή συγκεκριμένων ποσοτήτων του καυσίμου και συνεπώς θα πρέπει να πληρώσουν ρήτρες take or pay, ενώ πολλοί έχουν κλείσει slots στη Ρεβυθούσα για εισαγωγή φορτίων LNG ή έχουν δεσμευθεί με παραγωγούς LNG για την αγορά φορτίων.
«Η μείωση της κατανάλωσης αερίου στη χώρα μας είναι υπόθεση που αντιμετωπίσαμε σε μικρότερο βέβαια βαθμό, ολόκληρο το 2022, γιαυτό πολλοί επιχειρηματίες πληρώνουν ρήτρα take or pay και γκρινιάζουν» μας λένε από το ΔΕΣΦΑ.
Σύμφωνα με τα ετήσια στοιχεία του ΔΕΣΦΑ, η εγχώρια κατανάλωση αερίου το 2022 μειώθηκε κατά 19,04% από 69,96 Τεραβατώρες (TWh) στις 56,64 TWh. Προφανώς η μείωση αφορά όλες τις κατηγορίες κατανάλωσης του καυσίμου, από τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και οικιακούς και εμπορικούς πελάτες στο δίκτυο διανομής έως τις εγχώριες βιομηχανίες.
«Η μείωση αυτή έχει λύσει το πρόβλημα που είχε να αντιμετωπίσει η πολιτεία λόγω της υποχρέωσης, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής, να μειώσει την κατανάλωση αερίου, ωστόσο δημιουργεί, όπως προαναφέρθηκε, άλλα προβλήματα που πρέπει τώρα να αντιμετωπιστούν» λένε παράγοντες του ΥΠΕΝ.
Οι επιδοτήσεις στο ρεύμα σώζουν τους καταναλωτές
Εν τω μεταξύ οι κρατικές επιδοτήσεις στα τιμολόγια ρεύματος σώζουν τους καταναλωτές από την ακρίβεια αφού η Ελλάδα αναδείχθηκε το 2022 ανάμεσα στις πέντε ακριβότερες χώρες της Ευρώπης σε ό,τι αφορά τη χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικού ρεύματος.
Με μέση ετήσια τιμή 279,91 ευρώ ανά μεγαβατώρα στην Αγορά Επόμενης Ημέρας (DAM) κατέλαβε την τέταρτη θέση, μετά την Ιταλία (303,97 ευρώ/MWh), τη Μάλτα (295,09 ευρώ/MWh) και την Ελβετία (281,68 ευρώ/MWh). Η ελληνική τιμή απείχε πολύ και από τον μέσο όρο που διαμορφώθηκε το περασμένο έτος στην Ευρώπη, στα 234,19 ευρώ/MWh.
Τα στοιχεία αυτά προέρχονται από την επεξεργασία των δεδομένων των τιμών της Αγοράς Επόμενης Ημέρας (DAM) στην ειδική πλατφόρμα DIEM, που έχει αναπτυχθεί στο ΕΜΠ από την ομάδα Smart Rue, με επικεφαλής τον καθηγητή, Νίκο Χατζηαργυρίου. Σκοπός της πλατφόρμας είναι η συστηματική συλλογή και οργάνωση των δεδομένων της αγοράς ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, που δημοσιεύονται δημόσια από εθνικούς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς (EnEx, ΑΔΜΗΕ, ΔΕΣΦΑ, ΔΑΠΕΕΠ, ENTSOe, GME, JAO, NordPool, κλπ).
Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι το 2022 ακόμη και η Γερμανία περιόρισε τη χονδρεμπορική τιμή της στα 235,39 ευρώ τη μεγαβατώρα, ενώ η γειτονική Βουλγαρία ήταν στα 248,17 ευρώ τη μεγαβατώρα.
Ακόμα φθηνότερη η Ισπανία, με 167,53 ευρώ τη μεγαβατώρα. Οι τιμές DAM, αν και διαμορφώνουν κύρια τις χονδρεμπορικές τιμές στις αγορές ενέργειας, δεν είναι οι μόνες. Στις τελικές τιμές συμμετέχουν και ποσότητες των οποίων η προμήθεια γίνεται στην Προθεσμιακή Αγορά, καθώς και στην Αγορά Αποκλίσεων. Στην Ελλάδα η Προθεσμιακή Αγορά εξακολουθεί και υπολειτουργεί.
Επίσης η Ελλάδα έχει μία από τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών σε σχέση με το 2021. Η χονδρεμπορική τιμή ρεύματος στη DAM πέρυσι ήταν κατά 140% ακριβότερη από την αντίστοιχη μέση τιμή του 2021. Ισπανία και Πορτογαλία έχουν τη μικρότερη, περίπου 50%, ενώ πάνω από 150% έκρηξη τιμών παρουσιάζουν, η Σλοβακία, η Λετονία και η Λιθουανία.
«Η σύγκριση της εβδομαδιαίας τιμής DAM στην Ελλάδα με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο δείχνει ότι κατά τη διάρκεια του 2022, η χώρα μας είχε κατά κανόνα υψηλότερο κόστος. Εξαίρεση αποτέλεσε η πρώτη εβδομάδα του Δεκέμβρη, για να εκτοξευθούν, όμως, και πάλι οι τιμές κατά τις δύο τελευταίες εβδομάδες του έτους. Υπάρχει όμως ακόμη η μεγάλη συσχέτιση μεταξύ του κόστους στην Ελλάδα με τον μέσο όρο της υπόλοιπης Ευρώπης η οποία οφείλεται προφανώς στην κοινή εξάρτηση των τιμών ηλεκτρισμού από το φυσικό αέριο και τη διακύμανση του κόστους αυτού του καυσίμου» μας λένε πηγές του ΕΜΠ που παρακολουθούν τις εξελίξεις.
Σε ό,τι αφορά την εβδομαδιαία τιμή DAM, η Ελλάδα και η Γαλλία είναι γενικά ακριβότερες από τη Γερμανία και τις περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σε όλες τις χώρες, πλην Ισπανίας, προκύπτει η σχεδόν απόλυτη εξάρτηση των τιμών DAM από την τιμή του φυσικού αερίου στο TTF.
«Ενδεικτικό της εξάρτησης της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη από το εισαγόμενο αέριο φαίνεται από τη μεγάλη αύξηση των τιμών ενέργειας από τις αρχές Ιουλίου μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου του 2022. Την περίοδο αυτή είχαν διενεργηθεί οι εργασίες συντήρησης του αγωγού Nord Stream 1 και κυκλοφορήσει τα σενάρια πλήρους διακοπής της ροής ρωσικού αερίου, ενώ εκρήξεις και μεγάλες διαρροές στους αγωγούς Nord Stream είχαν σημειωθεί στη Βαλτική θάλασσα με αποτέλεσμα την εκτόξευση της τιμής του αερίου στις ενεργειακές αγορές» μας λέει Έλληνας των Βρυξελλών ο οποίος μέσα από τις δομές της Κομισιόν παρακολουθεί τις εξελίξεις.
Διαβάστε ακόμη: