Ο Μίκης Θεοδώρακης «έφυγε» από την ζωή σήμερα Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου, σε ηλικία 96 ετών, έχοντας αφήσει πίσω, όμως, τραγούδια που δεν θα «σβήσουν» ποτέ!
Ένα από αυτά είναι και το «Της Δικαιοσύνης Ήλιε Νοητέ», που αποτελεί απόσπασμα από το ποιητικό έργο του Οδυσσέα Ελύτη «Άξιον Εστί», το οποίο γράφτηκε το 1959 και μελοποιήθηκε λίγα χρόνια αργότερα, το 1964, από τον Μίκη Θεοδωράκη.
«Της Δικαιοσύνης Ήλιε Νοητέ»: Η ιστορία του «μεγάλου» τραγουδιού
Συγκεκριμένα, η μελοποίηση έγινε στην Αθήνα και στο Παρίσι, με τον μουσικοσυνθέτη να την ξεκινά το 1960 και να την ολοκληρώνει τρία χρόνια αργότερα, το1963. Κυκλοφόρησε το 1964.
Πρόκειται για ένα τραγούδι – σύμβολο με τις αξίες της ελευθερίας, της αγάπης και της ειρήνης. Τραγουδήθηκε πολύ από τον ελληνικό λαό, ενώ συνδέθηκε με την περίοδο της δικτατορίας και τους αγώνες των φοιτητών για ελευθερία και δημοκρατία.
Ο Μίκης Θεοδωράκης ανέθεσε την ερμηνεία του τραγουδιού «Της Δικαιοσύνης Ήλιε Νοητέ» στον Γρηγόρη Μπιθικώτση, ο οποίος σκεφτόταν να αρνηθεί, αλλά μετά δέχτηκε.
Όπως έχει αφηγηθεί ο ίδιος: «Παίρνω τηλέφωνο τον Μίκη και του λέω: νομίζω πρέπει να μ’ ακούσεις. Πήγα σπίτι του και του είπα δύο καλά και τα άλλα τσάτρα πάτρα. Ήταν τα πέντε τραγούδια του Άξιον Εστί: Ένα το χελιδόνι, Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ, Της αγάπης αίματα, Ανοίγω το στόμα μου και Με το λύχνο του άστρου. Ε, μετά από αυτά πια κατάλαβα ότι κάτι γίνεται, ότι αυτά τα πράγματα κάπου μπαίνουνε, κάπου πάμε, κάτι αλλάζει…Κάτι θα μείνει».
Η γνωριμία του Γρηγόρη Μπιθικώτση με τον Μίκη
Ο Γρηγόρης Μπθικώτσης, έχει περιγράψει στην αυτοβιογραφία του “Εγώ, ο σερ” (εκδόσεις Κοχλίας), την γνωριμία του με τον Μίκη Θεοδωράκη, γράφοντας:
«Μια ημέρα που το κάναμε πρόβα με την ορχήστρα μου το τραγούδι αυτό και κάπου ήθελε ένα ακόρντο. Τους είπα «εδώ φα». Και πετάγεται ένα παιδί που ήταν ξαπλωμένο με ένα βιβλίο στο χέρι και λέει: το «φα πάει καλύτερα». Και τον ρωτάω «τι δουλειά κάνεις εσύ ρε φίλε, με τι ασχολείσαι;». Και μου απαντά «σπουδάζω μουσική». Αυτό το παιδί ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης. Ήταν η πρώτη μας συνάντηση και επαφή στη Μακρόνησο. Πού να φανταζόμουν, εκείνη τη στιγμή, τι ρόλο θα έπαιζε στη ζωή μου, στη μουσική της Ελλάδας, αλλά και στην παγκόσμια μουσική σκηνή αυτό το παλικάρι, που το είδα μ’ ένα βιβλίο στα χέρια, ξαπλωμένο να διαβάζει».