Ο εμβληματικός συνθέτης Μίκης Θεοδωράκης πέθανε σήμερα σε ηλικία 96 ετών. Ο χαμός του μεγάλου μουσικοσυνθέτη και αγωνιστή έχει προκαλέσει ρίγη συγκίνησης σε κάθε σπιθαμή ελληνικής γης, αλλά και σε όλο τον κόσμο, που αναγνώριζε το τεράστιο καλλιτεχνικό του μέγεθος.

Τα παιδικά του χρόνια

Ο Μίκης Θεοδωράκης γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου 1925 στη Χίο. Η καταγωγή του πατέρα του, Γιώργη Θεοδωράκη, Μπιζανομάχου, ήταν από τον Γαλατά Χανίων και της μητέρας του, Ασπασίας Πουλάκη, από τον Τσεσμέ της Μικράς Ασίας. Τα παιδικά του χρόνια ο Μίκης Θεοδωράκης τα πέρασε σε διάφορες πόλεις της ελληνικής επαρχίας όπως τη Μυτιλήνη, τα Γιάννενα, το Αργοστόλι, το Πύργο Ηλείας, τη Πάτρα και κυρίως στην Τρίπολη Αρκαδίας, λόγω των συχνών μεταθέσεων του δημοσίου υπαλλήλου πατέρα του.

Στην Τρίπολη, μόλις 17 ετών, δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του Κασσιανή και παίρνει μέρος στην αντίσταση κατά των κατακτητών.

Η ζωή του Μίκη Θεοδωράκη

Ο Μίκης Θεοδωράκης αποτελεί μία από τις σημαντικότερες και πιο πολυσυζητημένες προσωπικότητες της νεώτερης Ελλάδας με παγκόσμιο κύρος.  Το 1943 ο Μίκης Θεοδωράκης εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα και συνεχίζει τις μουσικές του σπουδές, με δάσκαλο τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη. Ταυτόχρονα, αναπτύσσει αντιστασιακή δράση, μέσα από τις τάξεις της ΕΠΟΝ και του ΚΚΕ. Τότε, θα συλληφθεί από τους Ιταλούς και στη φυλακή θα γνωρίσει το έργο του Μαρξ.

Επίσης, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949) θα εξοριστεί πρώτα στην Ικαρία και στη συνέχεια στη Μακρόνησο. Οι πολιτικές του διώξεις δεν ανακόπτουν το δημιουργικό του έργο.

Με την επιβολή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967 ξεκινήσει ένας νέος κύκλος διώξεων και εξοριών για τον συνθέτη, που τελείωσε το 1970 με την αμνηστία που του χορηγήθηκε, ύστερα από διεθνή κατακραυγή και προσπάθειες προσωπικοτήτων, όπως ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς, ο Λέοναρντ Μπερνστάιν, ο Χάρι Μπελαφόντε, ο Άρθουρ Μίλερ και ο Χανς Άισλερ.

Έφυγε στο εξωτερικό και έδωσε δεκάδες συναυλίες εναντίον των συνταγματαρχών, που τον έκαναν παντού γνωστό ως σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα.

Εμφύλιος Πόλεμος και εξορία

Μετά τα Δεκεμβριανά, καταδιώκεται από τις αστυνομικές αρχές. Για ένα διάστημα ζει παράνομα στην Αθήνα. Συλλαμβάνεται στις μαζικές συλλήψεις στις 9/10 Ιουλίου 1947 και κατόπιν στέλνεται εξόριστος με σχετική ελευθερία κινήσεων στην Ικαρία όπου είναι ο κομματικός υπεύθυνος του χωριού εξορίας, από όπου θα προσπαθήσει ανεπιτυχώς να αποδράσει με τους άλλους εξόριστους υπό τον Βασίλη Ζάννο.

Με τη γενικευμένη αμνηστία που δίνει η κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη περνάει στην παρανομία στην προσπάθεια συμμετοχής σε ένοπλες ομάδες του Δημοκρατικού Στρατού Αθηνών και βρίσκεται στην ομάδα του Παύλου Παπαμερκουρίου. Συλλαμβάνεται ξανά στο σπίτι του πατέρα του όπου βρήκε καταφύγιο όντας άρρωστος από πλευρίτιδα, αλλά στη συνέχεια στέλνεται ξανά εξόριστος στην Ικαρία, αυτή τη φορά σε συνθήκες πειθαρχηµένης διαβίωσης για λίγους μήνες, όπου γράφει το έργο «Ελεγείο και θρήνος στον Βασίλη Ζάννο» στη μνήμη του Βασίλη Ζάννου που εκτελέστηκε το 1948. Έπειτα στέλνεται στο στρατόπεδο της Μακρονήσου όπου βασανίζεται μέχρι παράλυσης.

Σύμφωνα με πηγές στις 18 Απριλίου 1949 κάνει δήλωση μετανοίας, ενώ ο ίδιος το έχει αρνηθεί. Μετά από παρέμβαση του πατέρα και του θείου του, ανώτερων κρατικών υπαλλήλων, απολύεται ως ανάπηρος.

Η επιστροφή στην Ελλάδα

Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα. Το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους ηχογραφείται για πρώτη φορά ο Επιτάφιος, που ανοίγει έναν καινούργιο δρόμο για το ελληνικό τραγούδι, όχι μόνο γιατί σηματοδοτεί μία ουσιαστική αλλαγή στη μουσική φόρμα, αλλά γιατί παντρεύει τη σύγχρονη λαϊκή μουσική με τη σύγχρονη ελληνική ποίηση, και το ευρωπαϊκό έντεχνο στοιχείο με το ελληνικό λαϊκό στοιχείο. Η πρώτη εκδοχή του Επιτάφιου του Γιάννη Ρίτσου (γράφτηκε το 1958) ηχογραφήθηκε από τη Νάνα Μούσχουρη σε ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας Μάνου Χατζιδάκι.

Την ίδια χρονιά ο Μίκης Θεοδωράκης αρχίζει και, σχεδόν, τελειώνει το Άξιον Εστί του Οδυσσέα Ελύτη. «Εν τούτοις δεν βιάστηκα να το παρουσιάσω, όπως λέει και ο ίδιος στο βιβλίο του «Μουσική για τις μάζες», γιατί διαισθανόμουνα ότι το ελληνικό κοινό δεν ήταν ακόμη ώριμο για να το δεχτεί. Η πρώτη εκτέλεσή του έγινε στα τέλη του 1964». Το 1960, επίσης, ο Μίκης Θεοδωράκης γράφει τη μουσική για τα Επιφάνεια, σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη, και συνθέτει δεκάδες κύκλους τραγουδιών που βρίσκουν βαθύτατη απήχηση στην Ελλάδα. Ιδρύει την Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και δίνει πολλές συναυλίες στη χώρα προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με τη συμφωνική μουσική.

Το 1963 μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη ιδρύεται η «Νεολαία Λαμπράκη», της οποίας εκλέγεται Πρόεδρος. Την ίδια εποχή εκλέγεται βουλευτής της ΕΔΑ και το 1964 αποκτά διεθνή αναγνώριση με τη σύνθεση της μουσικής για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη, Αλέξης Ζορμπάς (Zorba the Greek).

Τα χρόνια της Δικτατορίας

Την 21η Απριλίου του 1967 περνάει στην παρανομία και απευθύνει την πρώτη έκκληση για αντίσταση κατά της Δικτατορίας στις 23 Απριλίου. Τον Μάιο του 1967 ιδρύει μαζί με άλλους την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση κατά της Δικτατορίας, το ΠΑΜ και εκλέγεται πρόεδρός του.

Συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967. Ακολουθεί η φυλάκισή του στην οδό Μπουμπουλίνας, η απομόνωση, οι φυλακές Αβέρωφ, η μεγάλη απεργία πείνας, το νοσοκομείο, η αποφυλάκιση και ο κατ’ οίκον περιορισμός, η εκτόπιση με την οικογένειά του στη Ζάτουνα Αρκαδίας, και τέλος το στρατόπεδο Ωρωπού. Πολλά από τα καινούργια έργα του καταφέρνει με διάφορους τρόπους να τα μεταβιβάσει στο εξωτερικό, όπου τραγουδιούνται από τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη.

Στον Ωρωπό η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται. Στο εξωτερικό ξεσηκώνεται θύελλα διαμαρτυριών. Προσωπικότητες, όπως οι Ντμίτρι Σοστακόβιτς, Άρθουρ Μίλερ, Λώρενς Ολίβιε, Υβ Μοντάν και άλλοι, δημιουργούν επιτροπές για την απελευθέρωσή του. Τελικά, υπό την πίεση αυτή αποφυλακίζεται και ταξιδεύει στο Παρίσι τον Απρίλιο του 1970. Στο εξωτερικό απευθύνει νέο κάλεσμα για την πτώση της δικτατορίας και την επαναφορά της Δημοκρατίας στην Ελλάδα.

Το 1972 επισκέπτεται το Ισραήλ δίνοντας συναυλίες και συναντάται με τον Γιασέρ Αραφάτ, στον οποίο επιδίδει το μήνυμα της ισραηλινής κυβέρνησης και προσπαθεί να τον πείσει να αρχίσει συζητήσεις με την άλλη πλευρά.
<

Μίκης Θεοδωράκης – Η ενασχόληση με την πολιτική

Κατά την διάρκεια της Μεταπολίτευσης ο Μίκης Θεοδωράκης ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική, ενώ έθεσε το περίφημο δίλημμα «Καραμανλής ή τανκς».

Το 1974 κατέβηκε υποψήφιος με το ψηφοδέλτιο της Ενωμένης Αριστεράς στην Βʹ Πειραιά, όμως δεν κατάφερε να εκλεγεί. Έλαβε 6.345 σταυρούς προτίμησης και κατέλαβε την τρίτη θέση ανάμεσα σε 8 υποψηφίους. Ο συνδυασμός κατέκτησε μία έδρα.

Το 1978 μετά από πρόταση που δέχτηκε αποφάσισε να κατέβει υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων, υποστηριζόμενος από το ΚΚΕ. Ο συνδυασμός του έλαβε 59.428 ψήφους (ποσοστό 16,32%) καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση, πίσω από τους συνδυασμούς των Γιώργου Πλυτά και Δημήτρη Μπέη.

Το 1981 καταφέρνει να εκλεγεί βουλευτής στην εκλογική περιφέρεια της Βʹ Πειραιά με το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ, λαμβάνοντας 13.785 σταυρούς προτίμησης, πρώτη θέση ανάμεσα σε 10 υποψήφιους (μοναδική έδρα για το κόμμα στη συγκεκριμένη περιφέρεια). Επανεξελέγη το 1985, αυτή τη φορά τοποθετημένος στην πρώτη θέση του ΚΚΕ στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας.

Το 1990 με τη διάσπαση του ΚΚΕ και λόγω της διαφωνίας που είχε με αυτή την κατάσταση, αποφασίζει να κατέλθει ως ανεξάρτητος συνεργαζόμενος με τη Νέα Δημοκρατία. Εξελέγη, τοποθετημένος στην τρίτη θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας του κόμματος και διατελεί υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου και Επικρατείας για περίπου 2,5 χρόνια.

Την 1η Δεκεμβρίου 2010 ο Μίκης Θεοδωράκης ανακοίνωσε την ίδρυση Κινήματος Ανεξάρτητων Πολιτών με την ονομασία «Σπίθα». Το Σεπτέμβριο του 2013 αποφάσισε με επιστολή του να αποστρατευτεί από τη «Σπίθα».

Το 2015, κατά την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση αρχικά διάκειται ευνοϊκά προς αυτή, αλλά στη συνέχεια της άσκησε έντονη κριτική. Στο Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 τάχθηκε υπέρ του Όχι.