Υπέρ του νομοσχεδίου του υπουργείου Οικονομικών, για το πρόγραμμα «Ηρακλής 2» και την τροποποίηση του πτωχευτικού κώδικα, τάχθηκαν οι εκπρόσωποι των ελληνικών τραπεζών που κλήθηκαν να εκφράσουν τις απόψεις τους στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής. Όπως υποστήριξαν, πρόκειται για σημαντικά εργαλεία, που θα βοηθήσουν, τόσο στην εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος και στην απομείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, όσο και στην στήριξη υπερχρεωμένων νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Αντίθετη Κατεύθυνση

 Σε αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκαν οι εκπρόσωποι συνδικαλιστικών και κοινωνικών φορέων, η κριτική των οποίων εστιάστηκε κυρίως στις ρυθμίσεις για την προστασία της πρώτης κατοικίας ευάλωτων κοινωνικά ομάδων, χαρακτηρίζοντάς τις “μη επαρκείς”, καθώς και στην “καταχρηστική”, όπως την χαρακτήρισαν, συμπεριφορά των τραπεζών έναντι επιχειρήσεων και νοικοκυριών με «κόκκινα δάνεια».

«Πιστεύουμε ότι η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία της κυβέρνησης είναι μία θετική εξέλιξη, διότι αποτελεί ένα ουσιαστικό εργαλείο για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων», τόνισε ο εκπρόσωπος της Τράπεζας Ελλάδος, Σπύρος Παντελιάς, εκτιμώντας παράλληλα ότι το εύρος τους, λόγω πανδημίας, θα είναι 8 με 10 δισ. ευρώ. Τόνισε δε, ότι «το μοντέλο για την απομείωση των κόκκινων δανείων δεν διαφέρει από το ευρωπαϊκό».

Παράλληλα, ο κ. Παντελιάς έκανε λόγο για ένα πολύ θετικό πρόγραμμα στήριξης των δανειοληπτών, σημειώνοντας πάντως ότι δεν οδηγεί σε μόνιμη έξοδο και λύση για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. «Πρέπει να τονωθεί η πιστωτική ρευστότητα των τραπεζών και ένα μεγάλο μέρος της να διοχετευτεί προς τις μικρές επιχειρήσεις και τους ιδιώτες. Οι τράπεζες δεν βλέπουν κάποιο λόγο να μην συμβεί τα επόμενα χρόνια, καθώς οι κίνδυνοι μειώνονται, ιδιαίτερα μετά την επιτυχία των κράς τεστ», είπε και κατέληξε: «Εκτιμούμε ότι οι τράπεζες πρέπει να εργαστούν σκληρά, ώστε να προσεγγίσουν σε επίπεδο ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο του χαρτοφυλακίου, τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς επίσης και να συμβάλουν θετικά στο θέμα της εξυγίανσης του ιδιωτικού χρέους».

Ηλίας Πλασκοβίτης

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε, τόσο ο σύμβουλος της Τράπεζας της Ελλάδος, Ηλίας Πλασκοβίτης, που χαρακτήρισε σημαντικές και θετικές τις νέες ρυθμίσεις, όσο και η γενική γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Χαρούλα Απαλαγάκη. «Είναι πολύ θετικά τα απολογιστικά αποτελέσματα του προγράμματος ‘Ηρακλής, το οποίο είναι ένα χρήσιμο εργαλείο που θα συμβάλει στην αποτελεσματική διαχείριση του τραπεζικού δανεισμού», τόνισε χαρακτηριστικά η κ. Απαλαγάκη. Υποστήριξε επίσης, ότι «είναι σημαντική η στήριξη των συστημικών τραπεζών στην πραγματική οικονομία», επισημαίνοντας ότι «πάνω από 400.000 νοικοκυριά και επιχειρήσεις δανειοδοτήθηκαν από τις τράπεζες μέχρι τις 31/12/ 2020».

«Η εικόνα που έχουμε είναι ότι θα υπάρξει νέος δανεισμός για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, που δεν θα ξεπεράσουνε τα 5 με 6 δισ. ευρώ. Η νέα γενιά ‘κόκκινων δανείων’ δεν αφορά όμως μόνο τη χώρα μας. Εκτιμάται ότι ακόμα και σε κάποιες ανεπτυγμένες χώρες θα υπάρξει τριπλασιασμός τους», τόνισε. Ακόμα, υποστήριξε ότι «μέσα στο 2021 υπάρχει σαφής αύξηση του ρυθμού χρηματοδότησης μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και οι τράπεζες θα εξακολουθήσουν να τις στηρίζουν». Η κ. Απαλαγάκη απέρριψε τις κατηγορίες ότι οι τράπεζες υπερχρεώνουν τους καταναλωτές, αντιτείνοντας ότι οι χρεώσεις τους είναι από τις χαμηλότερες της Ευρώπης και πρόσθεσε ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός των τραπεζών απαιτεί και δαπανηρά έξοδα – και γι’ αυτό είναι εύλογο το κόστος.

Cepal

«Πολύ κοντά στις θέσεις που εξέφρασε η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών», δήλωσε ότι είναι ο Θεόδωρος Αθανασόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της Cepal, που είναι μέλος της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις. «Όσον αφορά τις τροποποιήσεις για το πρόγραμμα «Ηρακλής», η χρησιμότητα και τα αποτελέσματα που έχει φέρει η πρώτη φάση αυτού του σχεδίου στην οικονομία, είναι δεδομένα. Είμαστε υποστηρικτικοί σε σχέση με τις υφιστάμενες προτάσεις και τροποποιήσεις», τόνισε.

ΓΣΕΒΕΕ

Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος της ΓΣΕΒΕΕ, Λεωνίδας Βατικιώτης, κατηγόρησε τις τράπεζες ότι ασκούν παράλογες και ασφυκτικές πιέσεις προς τους δανειολήπτες. «Όλο το προηγούμενο διάστημα ασκούνται αφόρητες οχλήσεις και πιέσεις στους δανειολήπτες, ακόμα και σε επιχειρήσεις που έχουν σημαντική μείωση του τζίρου της. Μία στις τέσσερις δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της», ανέφερε ο κ. Βατικιώτης. Όπως υποστήριξε, «τα οφέλη του προγράμματος Ηρακλής δεν πέρασαν στην πραγματική οικονομία, ενώ μόνο ένα 4% των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων δανειοδοτούνται – και αυτές με απαράδεκτους όρους και συνθήκες».

«Υπάρχει γενικότερα μια εναρμονισμένη τακτική των τραπεζών, οι οποίες αρνούνται να ρυθμίσουν τα κόκκινα δάνεια ιδιωτών», ανέφερε από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ενώσεως Δανειοληπτών και Καταναλωτών, Ευάγγελος Κρητικός. Παράλληλα τόνισε την ανάγκη «ελέγχου και υποχρεωτικότητας της ωφέλειας των ανταποδοτικών των τραπεζών προς όφελος της κοινωνίας», και πρόσθεσε ότι «οι εγγυητές δανείων αποτελούν τα μεγαλύτερα θύματα των πρακτικών των τραπεζών, από τις οποίες υφίστανται παραβατικές συμπεριφορές».

«Οι τράπεζες χρεώνουν ακόμα και τον αέρα που αναπνέουμε, ενώ οι ίδιες δεν έχουν κυρωτικές διαδικασίες και συμπεριφέρονται ασύδοτα», σημείωσε.

Ο Αστέριος Νάκας, εκπρόσωπος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Φοροτεχνικών Ελεύθερων Επαγγελματιών, χαρακτήρισε θετικές τις διατάξεις για την τιμολόγηση του ηλεκτρονικού εμπορίου, σημειώνοντας ότι αυξάνει την ανταγωνιστηκότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. «Το 60% των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων δεν μπορούν να πάρουν δάνεια. Είναι παράλογο οι τράπεζες να δανείζονται με μηδέν επιτόκια και να επιβάλλουν στους δανειολήπτες 6% και 10% επιτόκιο» υπογράμμισε μεταξύ άλλων ο εκπρόσωπος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου.

ΔΣΑ

Ο Δημήτρης Βερβεσός, πρόεδρος του ΔΣΑ, υποστήριξε ότι «παρά το ισχύον νομικό καθεστώς προστασίας, ήδη υπάρχουν πέντε τουλάχιστον συγκεκριμένες περιπτώσεις πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, σε ευάλωτους κοινωνικά δανειολήπτες». Μίλησε ακόμα για την ανάγκη «να κατοχυρωθεί θεσμικά ο κώδικας δεοντολογίας των τραπεζών, οι οποίες εμφανίζουν καταχρηστικές και παραβατικές συμπεριφορές».

«Προφανώς και υπάρχουν θετικές διατάξεις στο νομοσχέδιο, όμως δεν βγάζει την τραγική κατάσταση των δανειοληπτών από την μεγάλη εικόνα. Οδηγούμαστε σε μαζικούς πλειστηριασμούς χωρίς καμία προστασία της πρώτης κατοικίας. Είναι ανύπαρκτος ο φορέας διαχείρισης και ανύπαρκτη η ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα. Μέχρι να λειτουργήσουν, πρέπει άμεσα να ανασταλούν οι πλειστηριασμοί», επεσήμανε ο κ. Βερβεσός και κατέληξε:

«Φέρνει τροποποιήσεις η κυβέρνηση οι οποίες όμως δεν θίγουν το πυρήνα του προβλήματος που είναι η προστασία των ευάλωτων ομάδων. Επείγει να ανασταλούν οι πλειστηριασμοί σε βάρος της πρώτης κατοικίας, που είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο, μέχρι να φτιαχτεί ο φορέας διαχείρισης των δανείων».

Ο Βίκτωρας Τσιαφούτης, νομικός σύμβουλος της Ένωσης Καταναλωτών «Η Ποιότητα της Ζωής» (ΕΚΠΟΙΖΩ) εκτίμησε πως «θα υπάρξει επιθετική αύξηση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας».

«Την τελευταία 10ετία έχουν απευθυνθεί σε εμάς πάνω από 22.000 δανειολήπτες. Οι ρυθμίσεις δεν είναι βιώσιμες, θα έπρεπε να είναι πιο γενναιόδωρες προς τις ευάλωτες ομάδες. Είμαστε αντίθετοι στη φιλοσοφία της ρύθμισης για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Πρέπει να γίνεται σεβαστό το ακατάσχετο. Υπάρχει κίνδυνος να αρθεί το ακατάσχετο μισθών. Η τροποποίηση αφορά μόνο το μισθό των εργαζομένων στο Δημόσιο, αλλά όχι τον μισθό όσων εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα. Η πτωχευτική διαδικασία σέβεται μόνο το ακατάσχετο του δημοσίου και όχι του ιδιωτικού τομέα», ανέφερε.

Ο Ευάγγελος Κρητικός, πρόεδρος της Εθνικής Ομοσπονδίας Ενώσεων Προστασίας Δανειοληπτών- Καταναλωτών-Πολιτών, τόνισε ότι είναι προς τη θετική κατεύθυνση η παράταση του προγράμματος «Ηρακλής», όμως, όπως είπε, «πρέπει η εξυγίανση των 4 συστηματικών ελληνικών τραπεζών, να μην είναι προς όφελος μόνο των μετόχων, αλλά να στηριχτεί και η κοινωνία και τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις». Πρότεινε να είναι «ισχυρότερη η εποπτεία και ο έλεγχος των τραπεζών ως προς την ανταποδοτικότητα, ώστε να ανοίξει η στρόφιγγα της ρευστότητας», ενώ παράλληλα, εξέφρασε επιφυλάξεις για τη ρύθμιση δεύτερης ευκαιρίας, γιατί όπως είπε, «δεν έχει δικλείδες ασφαλείας και θα λειτουργήσει μονομερώς» εναντίον των οφειλετών