Τον οδικό χάρτη για μια ακόμη αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας χαράσσει το οικονομικό επιτελείο, με αιχμή τη μείωση του δημόσιου χρέους κατά 30 μονάδες έως το 2030.
Η σημερινη επίσκεψη του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κ. Πιερρακάκη στον ΟΔΔΗΧ επισφραγίζει τη στρατηγική επόμενης φάσης: δραστική απομείωση του χρέους, ενίσχυση του επενδυτικού αφηγήματος, διατήρηση επαφής με τις αγορές.
Ενώ η Ιταλία και η Γαλλία βλέπουν τα χρέη τους να φουσκώνουν, η Ελλάδα προεξοφλεί. Στόχος: 140% του ΑΕΠ έως το 2027 και 120% το 2030. Πρώτο βήμα, η πρόωρη αποπληρωμή του «παλαιού» δανείου των 31,6 δισ. ευρώ από το πρώτο μνημόνιο – δέκα χρόνια νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα. Εντός του έτους, θα αποπληρωθούν και δύο ακόμη δόσεις από τα διμερή δάνεια ύψους 5,3 δισ. ευρώ, από το «σκληρό» ταμειακό μαξιλάρι. Το όφελος είναι διπλό: περιορίζεται το χρέος και εξοικονομούνται τόκοι.
Ήδη η Ελλάδα δεν είναι πια η χώρα με το υψηλότερο χρέος της Ευρωζώνης – και το ΔΝΤ βλέπει περαιτέρω πτώση άνω των 15 ποσοστιαίων μονάδων έως το 2030. Συγκεκριμένα, εκτιμά ότι το χρέος θα πέσει στο 125,1% του ΑΕΠ, με την Ιταλία να παίρνει «πρωτιά» από το 2026 και τη Γαλλία να ακολουθεί.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το 2024 έκλεισε με χρέος στα 364,88 δισ. ευρώ ή 153,6% του ΑΕΠ, από 369,11 δισ. ευρώ ή 163,9% το 2023. Για φέτος, αναμένεται νέα μείωση στο 145,7% του ΑΕΠ – παράλληλα με τις αποπληρωμές.
Οι οίκοι αξιολόγησης βλέπουν, οι επενδυτές προεξοφλούν. Πάνω από το 80% των φετινών χρηματοδοτικών αναγκών έχει ήδη καλυφθεί, όμως η Αθήνα δεν εγκαταλείπει τις αγορές: είτε με νέες εκδόσεις είτε με επανεκδόσεις, η παρουσία παραμένει ενεργή. Χαρακτηριστικό: στην τελευταία έξοδο με τα ομόλογα 2038 και 2054, οι προσφορές έφτασαν τα 56 δισ. ευρώ.
Το ταμειακό απόθεμα –στα 40,2 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου– λειτουργεί ως δίχτυ ασφαλείας και εργαλείο χαμηλού κόστους δανεισμού. Και αυτό, οι αγορές το μετρούν.