Το δυσθεώρητο κόστος της ενέργειας και των τροφίμων έχει φέρει τις αναδυόμενες αγορές στα πρόθυρα χρεοκοπίας και οι ταραχές που εκδηλώνονται σε πολλές από αυτές εντείνουν την ανησυχία των επενδυτών.
Υπερχρεωμένες χώρες της Αφρικής, όπως για παράδειγμα η Αίγυπτος, αντιμετωπίζουν κοινωνικές ταραχές και σε πολλές από αυτές ενισχύεται η θέση όσων υποστηρίζουν πως αντί να εξυπηρετήσουν το χρέος τους είναι καλύτερα να χρησιμοποιήσουν όσα χρήματα διαθέτουν για να στηρίξουν τους πολίτες τους. Αυξάνεται, έτσι, το κόστος ασφάλισης των ομολόγων τους, που βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Τους τελευταίους έξι μήνες, έχει υπερδιπλασιαστεί ο αριθμός των αναδυόμενων αγορών που βλέπουν τις αποδόσεις των ομολόγων τους να εκτοξεύονται σε επίπεδα χρεοκοπίας, και συγκεκριμένα 10 εκατοστιαίες μονάδες πάνω από τις αποδόσεις των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου, σύμφωνα με το Bloomberg.
Πρόκειται για ομόλογα συνολικού ύψους 237 δισ. δολ., που έχουν εκδοθεί από 19 χώρες με συνολικό πληθυσμό πάνω από 900 εκατ. ανθρώπους. Ορισμένες όπως ο Λίβανος και η Σρι Λάνκα έχουν ήδη κηρύξει πτώχευση και τώρα στο στόχαστρο των αγορών βρίσκονται ο Ισημερινός, η Αίγυπτος και η Τυνησία, η Γκάνα και το Πακιστάν.
Επιπλέον, θεωρεί προφανή τον κίνδυνο χρεοκοπίας αυτών των χωρών η κορυφαία οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, Κάρμεν Ράινχαρντ, με μακροχρόνια ειδίκευση στο χρέος των αναδυόμενων αγορών, όπως και ο διαχειριστής επενδύσεων χαρτοφυλακίου της επενδυτικής Elliott Management.
Όπως τονίζουν, στην περίπτωση των αναδυόμενων αγορών ο κίνδυνος είναι ένα ντόμινο πτωχεύσεων. Και ο δείκτης του Bloomberg που παρακολουθεί το χρέος των αναδυόμενων αγορών έχει υποχωρήσει κατά 20% από τις αρχές του έτους σημειώνοντας μεγαλύτερες απώλειες από όσες είχε καταγράψει στη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008.
Όπως υπογραμμίζει ο Σάμι Μουάντι, διαχειριστής επενδύσεων χαρτοφυλακίου στην T. Rowe Price, που διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία ύψους 6,2 δισ. δολ., πολλές αναδυόμενες αγορές έσπευσαν να πουλήσουν χρέος τους σε ξένο νόμισμα στη διάρκεια της πανδημίας, όταν είχαν μεγάλες ανάγκες χρηματοδότησης και το κόστος του δανεισμού ήταν χαμηλό.
Τώρα όμως που αυξάνουν το κόστος του δανεισμού οι κεντρικές τράπεζες των μεγάλων ανεπτυγμένων οικονομιών, το αποτέλεσμα είναι ως συνήθως μια μαζική εκροή κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές. Τότε οι αναδυόμενες αγορές αναγκάζονται να επωμιστούν ένα υψηλότατο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους και πολλές βρίσκονται σε δεινή θέση και με μεγάλο ρίσκο.
Ο ίδιος αναλυτής τονίζει πως αυτή τη φορά πρόκειται για το χειρότερο επεισόδιο μαζικών πωλήσεων «που έχει καταγραφεί στην ιστορία του χρέους των αναδυόμενων αγορών».
Η ιστορία των κρίσεων έχει δείξει επί δεκαετίες ότι η οικονομική κατάρρευση μιας χώρας μπορεί να προκαλέσει αλυσίδα πτωχεύσεων, καθώς θα υπάρξει μετάδοση των προβλημάτων σε συγγενείς και γειτονικές οικονομίες. Η χειρότερη από τις κρίσεις του είδους ήταν οι πτωχεύσεις των χωρών της Λατινικής Αμερικής τη δεκαετία του 1980.
Σύμφωνα με παρατηρητές, η τρέχουσα κατάσταση στις αναδυόμενες αγορές είναι αντίστοιχη με εκείνην την κρίση, αφού και τότε είχε αυξήσει τα επιτόκια η Federal Reserve ταχύτατα στην προσπάθειά της να ανακόψει τον πληθωρισμό.
Οι κινήσεις της είχαν και τότε οδηγήσει σε ενίσχυση του δολαρίου όπως και σήμερα, και το αποτέλεσμα ήταν να γίνει εξαιρετικά ακριβή και δύσκολη η εξυπηρέτηση όσου χρέους των αναπτυσσόμενων χωρών ήταν σε ξένο νόμισμα.
Οι μεγαλύτερες αναπτυσσόμενες οικονομίες όπως η Κίνα, η Ινδία, το Μεξικό και η Βραζιλία έχουν συγκεντρώσει μεγάλο όγκο συναλλαγματικών διαθεσίμων και μπορούν να αντεπεξέλθουν στις πιέσεις. Το πρόβλημα είναι οξύτατο, όμως, για τις μικρότερες χώρες με πολύ μικρή ιστορία και εμπειρία από τις διεθνείς αγορές.