Στα χέρια των υπουργών Ενέργειας Ελλάδας και Κύπρου, Σταύρου Παπασταύρου και Γιώργου Παπαναστασίου, περνά πλέον η προσπάθεια επανεκκίνησης του έργου ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης–Κύπρου (GSI).
Οι δύο πλευρές επιχειρούν να δώσουν στο καλώδιο μια δεύτερη ευκαιρία, μέσα από κοινό σχεδιασμό, σαφές πολιτικό πλαίσιο και ενεργό ρόλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με στόχο να αρθεί το αδιέξοδο που είχε διαμορφωθεί τους προηγούμενους μήνες.
Η νέα φάση όπως συμφωνήθηκε χθες στη συνάντηση των κυρίων Παπασταύρου -Τσάφου και Παπαναστασίου παρουσία του Κύπριου Πρέσβη στην Αθήνα Σταύρου Αυγουστίδη, ξεκινά με στόχο να επιλυθούν όλα τα ζητήματα που παραμένουν ανοιχτά –γεωπολιτικά- οικονομικά και τεχνικά– ώστε να υπάρξει ένα αραγές μέτωπο και να εξαλειφθούν οι επιφυλάξεις που υπήρχαν γύρω από το έργο.
Από πλευράς τεχνοοικονομικών εκκρεμοτήτων στο τραπέζι βρίσκονται η μεταβίβαση των αδειών κυριότητας και διαχείρισης του έργου στον ΑΔΜΗΕ, καθώς παρά τη δέσμευση της ΡΑΕΚ ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την άμεση ολοκλήρωσή της, παραμένει σε εκκρεμότητα.
Απαιτείται επίσης απόφαση της ΡΑΕΚ για τον καθορισμό των χρεώσεων χρήσης της ηλεκτρικής διασύνδεσης ώστε να αποδοθεί στον ΑΔΜΗΕ το εγκεκριμένο έσοδο ύψους 25 εκατ. ευρώ για το 2025, καθώς και η αναγνώριση του συνόλου των επενδυτικών δαπανών του έργου, δεδομένου ότι μέχρι σήμερα έχουν εγκριθεί μόλις 82 εκατ. ευρώ έναντι συνολικών δαπανών 250 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, εκκρεμεί η κοινή απόφαση ΡΑΕΚ – ΡΑΑΕΥ για το λειτουργικό κόστος (opex) του έργου για το 2025, καθώς και η έγκριση του ποσού των 19 εκατ. ευρώ που κατέβαλε ο ΑΔΜΗΕ για σταλίες στα ερευνητικά σκάφη της Nexans.
Ενεργότερη συμμετοχή της ΕΕ
Η εκτίμηση είναι ότι το «οικοδόμημα» του έργου είχε στηθεί σε αδύναμα θεμέλια με αποκλειστική συμμετοχή των δύο χωρών και τυπική εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής– κάτι που περιόριζε τη δυναμική του. Αντί όπως λένε αρμόδιες πηγές να αποτελέσει προτεραιότητα η ενεργότερη συμμετοχή της αλλά και να «ανοίξει» η μετοχική βάση, με τη συμμετοχή νέων στρατηγικών εταίρων και επενδυτών, ώστε να ενισχυθεί η διαπραγματευτική ισχύς και να κατανεμηθούν τα ρίσκα.
Ο ΑΔΜΗΕ ανέλαβε ένα έργο που, όπως φαίνεται, είχε ξεκινήσει με λάθος βάση. «Τον ρίξαμε στον ωκεανό και του είπαμε κολύμπα», λέει χαρακτηριστικά στέλεχος που γνωρίζει καλά την υπόθεση. Ο Διαχειριστής βρέθηκε ξαφνικά να κολυμπά σε βαθιά νερά, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να του λέει απλώς «προχώρα». Έλαβε μεν 657 εκατ. ευρώ χρηματοδότηση – ένα είδος σωσιβίου – αλλά οι προκλήσεις παρέμεναν τεράστιες.
Η τεχνική πλευρά, όσο δύσκολη κι αν ήταν, μπορούσε να αντιμετωπιστεί: υπήρχαν μεγάλες εταιρείες όπως η Nexans και η Siemens για την πόντιση και τους σταθμούς μετατροπής. Όμως η ίδια η πόντιση του καλωδίου, οι υποθαλάσσιες έρευνες και οι γεωλογικές συνθήκες αποτέλεσαν πρόκληση που – κατά την ίδια άποψη – υποτιμήθηκε. Έπρεπε να έχει προηγηθεί ουσιαστική αξιολόγηση του γεωπολιτικού ρίσκου, ώστε, αν προέκυπταν προβλήματα, να υπάρξει παύση και αναπροσαρμογή. Αντί γι’ αυτό, το έργο συνέχιζε να «παράγει έξοδα» χωρίς να λύνει τα βασικά ζητήματα.
Παραμένει ελκυστικό
Παρά τις δυσκολίες, εκτιμάται ότι το καλώδιο παραμένει ελκυστικό. Εάν αποκατασταθεί η ομαλότητα φαίνεται ότι υπάρχουν επενδυτές που εμφανίζονται έτοιμοι να συμμετάσχουν, καθώς οι αποδόσεις του ξεπερνούν το 8%, ενώ η παρουσία των τεχνικών αναδόχων Nexans (για το καλώδιο) και Siemens (για τους σταθμούς μετατροπής) προσδίδει εμπιστοσύνη και σταθερότητα. Οι υπάρχουσες συμφωνίες θεωρούνται ιδιαίτερα ευνοϊκές, καθώς το κόστος του καλωδίου, που είχε υπολογιστεί στα 1,4 δισ. ευρώ, σήμερα εκτιμάται ότι θα ξεπερνούσε τα 2 δισ. αν επαναπροσδιοριζόταν από την αρχή.
Όμως η ουσία όπως λένε άνθρωποι με απόλυτη γνώση των ιδιαιτεροτήτων του GSI παραμένει πολιτική. Το έργο πρέπει να μπει στην κεντρική ατζέντα των Βρυξελλών και να πάψει να αντιμετωπίζεται ως ελληνοτουρκική διένεξη με την Κομισιόν να αναλαμβάνει ενεργό ρόλο στην προστασία της επένδυσης. Αυτό σημαίνει αναστολή ενεργειών που δημιουργούν άσκοπο κόστος (π.χ συνέχιση της κατασκευής του καλωδίου) ενίσχυση της πολιτικής κάλυψης με στοχευμένα εργαλεία πίεσης προς την Άγκυρα και αν χρειαστεί, επιχειρησιακή συνδρομή για την ολοκλήρωση των τεχνικών εργασιών.
Η αρχή από τη επόμενη εβδομάδα
Το restart του έργου ξεκινά την επόμενη εβδομάδα κατά την οποία έχει προγραμματιστεί τηλεδιάσκεψη των δύο υπουργών με τον Επίτροπο Ενέργειας Γιόργκενσεν. Εάν η παρέμβαση σε αυτό το επίπεδο δεν αποδώσει, το θέμα εκτιμάται ότι θα πρέπει να κλιμακωθεί πολιτικά, με άμεση εμπλοκή του Κυριάκου Μητσοτάκη, του Νίκου Χριστοδουλίδη και της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Εκεί θα φανεί αν η Ευρώπη είναι έτοιμη να αποδείξει στην πράξη ότι ένα έργο που έχει χαρακτηριστεί Έργο Κοινού Ενδιαφέροντος για το οποίο έχει προσφέρει χρηματοδότηση ύψους 657 εκ. δεν μπορεί να μείνει όμηρος της γεωπολιτικής, αλλά πρέπει να αποτελέσει θεμέλιο της ενεργειακής ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Διαβάστε ακόμη:
- Η κατάντια της ΝΔ: Έβαλαν στη θέση του Αντώνη Σαμαρά τον εφοπλιστή Προκοπίου
- ΟΠΑΠ και Παναθηναϊκός AKTOR ανανέωσαν τη συνεργασία τους για ακόμη τρία χρόνια
- Λάσλο Κρασναχορκάι: Ποιος είναι ο Ούγγρος που κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2025
- «Πόλεμος συμφερόντων» στην κυβέρνηση με πρωταγωνιστές Θεοδωρικάκο, Σιαράπη και Θεοχάρη