Tην ισχυρότερη επίδοση των τελευταίων 21 ετών κατέγραψε ο ελληνικός μεταποιητικός τομέας τον Ιούνιο.

Συγκεκριμένα, ο κύριος δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index – PMI ) έκλεισε στις 58,6 μονάδες τον Ιούνιο, έναντι 58 μονάδων του Μαΐου.

Που οφείλεται η βελτίωση του PMI

Σύμφωνα με την έρευνα της IHS Markit, η πρόσφατη βελτίωση της υγείας του ελληνικού μεταποιητικού τομέα ήταν η ισχυρότερη που έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο του 2000 και ήταν σε γενικές γραμμές σημαντική. Η έντονη αύξηση της εισροής νέων παραγγελιών τον Ιούνιο συνέβαλε στην άνοδο της τιμής του κύριου δείκτη. Η άνοδος των πωλήσεων ήταν η ταχύτερη που έχει καταγραφεί σε διάστημα 21 ετών, καθώς αναφέρθηκε εντονότερη ζήτηση από την πλευρά των πελατών τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό. Ταυτόχρονα, οι νέες πωλήσεις στο εξωτερικό αυξήθηκαν με τον δριμύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2020.

Ωστόσο, η αύξηση της παραγωγής επηρεάστηκε αρνητικά λόγω των συνεχιζόμενων και επιδεινούμενων αναταραχών στην αλυσίδα εφοδιασμού τον Ιούνιο. Ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν σε γενικές γραμμές ισχυρός και ο δεύτερος ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2020.

Με εξαίρεση τη σημαντική επιδείνωση της απόδοσης των προμηθευτών τον Απρίλιο του 2020, τα στοιχεία του Ιουνίου υπέδειξαν τη μεγαλύτερη επιμήκυνση του χρόνου παράδοσης προμηθειών που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας. Οι μεγαλύτεροι χρόνοι παράδοσης προμηθειών ήταν αποτέλεσμα των καθυστερήσεων στις μεταφορές, της μεγαλύτερης ζήτησης για προμήθειες παγκοσμίως και των ελλείψεων από την πλευρά των προμηθευτών.

Ως εκ τούτου, οι βασικές τιμές εισροών αυξήθηκαν σημαντικά στο τέλος του δεύτερου τριμήνου. Ο ρυθμός αύξησης του κόστους επιταχύνθηκε για ενδέκατο συνεχή μήνα και ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας. Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αύξησαν τις τιμές χρέωσης λόγω των ευνοϊκών συνθηκών ζήτησης. Ο ρυθμός αύξησης των τιμών πώλησης ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί από την αρχή συλλογής των συγκεκριμένων στοιχείων, τον Νοέμβριο του 2002.

Κατ’ αναλογία με τις αυξημένες επιβαρύνσεις κόστους, οι εταιρείες αύξησαν την αγοραστική τους δραστηριότητα, ενώ η αύξηση επιταχύνθηκε με τον δριμύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2020. Τα αποθέματα προμηθειών εξακολούθησαν να μειώνονται, εντούτοις με τον βραδύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα τριών μηνών, ως αποτέλεσμα των προσπαθειών δημιουργίας αποθεμάτων. Τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων μειώθηκαν εξίσου, καθώς οι εταιρείες προσπάθησαν τα ανταποκριθούν στις απαιτήσεις παραγγελιών χρησιμοποιώντας τα υπάρχοντα αποθέματα για τις πωλήσεις τους.

Αύξηση της απασχόλησης

Οι αυξημένες απαιτήσεις παραγωγής οδήγησαν στη δημιουργία θέσεων εργασίας τον Ιούνιο. Η αύξηση των επιπέδων απασχόλησης ήταν η εντονότερη που έχει καταγραφεί από την έναρξη της πανδημίας, ωστόσο δεν κατάφερε να εμποδίσει την επιτάχυνση της συσσώρευσης αδιεκπεραίωτων εργασιών. Οι εργασίες σε εκκρεμότητα αυξήθηκαν με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας (από τον Νοέμβριο του 2002).

Τέλος, οι προσδοκίες ως προς την παραγωγή μέσα στο επόμενο έτος μετριάστηκαν ελαφρώς, λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί στην αλυσίδα εφοδιασμού. Παρόλ’ αυτά, ο βαθμός αισιοδοξίας ήταν υψηλότερος από τον μέσο όρο που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας.