Οι υψηλές φορολογικές επιβαρύνσεις για τους μισθωτούς και τις οικογένειες με παιδιά οδήγησαν την κυβέρνηση στην αλλαγή του τρόπου φορολόγησης των εισοδημάτων τους. Η νέα κλίμακα και το νέο σύστημα για τις οικογένειες, όπως όλα δείχνουν, θα περιορίσουν τις επιβαρύνσεις οι οποίες είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, κυρίως για τους πολίτες με εισοδήματα άνω των 20.000 ευρώ. Οι μεταρρυθμίσεις και οι μειώσεις φόρων και εισφορών που πραγματοποιήθηκαν το διάστημα 2019-2025 ουσιαστικά δεν άλλαξαν κάτι για τους μισθωτούς, με τις επιβαρύνσεις να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, καθώς δεν προβλέπεται τιμαριθμική αναπροσαρμογή, παρά τις πληθωριστικές πιέσεις και την ονομαστική αύξηση των εισοδημάτων.
Παράλληλα, σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, οι εκπτώσεις φόρων στην Ελλάδα συρρικνώνονται και εν τέλει μηδενίζονται για εισοδήματα άνω των 35.000 ευρώ. Σημειώνεται ότι η Γαλλία, η Ολλανδία και το Βέλγιο προβλέπουν αυτόματο μηχανισμό τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας. Στην Ισπανία, η τιμαριθμοποίηση εφαρμόζεται κατά περίπτωση (π.χ. σε περιφερειακό επίπεδο, όπως στην Καταλωνία).Ποια ήταν όμως τα στοιχεία εκείνα που «διάβασε»-διαπίστωσε η κυβέρνηση και αποφάσισε να προχωρήσει στη μεταρρύθμιση της κλίμακας φορολογίας εισοδήματος; Σύμφωνα με μελέτη της PWC, η Ελλάδα καταγράφει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά φόρων και εισφορών (εργαζομένου και εργοδότη) επί του συνολικού μισθολογικού κόστους. Επίσης, το διάμεσο καθαρό ετήσιο εισόδημα στην Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Το διάμεσο εισόδημα είναι το εισόδημα του ατόμου που βρίσκεται στη μέση της κατανομής των εισοδημάτων όταν αυτά είναι ταξινομημένα κατά αύξουσα σειρά. Αυτό σημαίνει ότι το 50% του πληθυσμού έχει χαμηλότερο διαθέσιμο εισόδημα και το άλλο 50% έχει υψηλότερο διαθέσιμο εισόδημα. Οι μελετητές της PwC μελέτησαν και συνέκριναν τα φορολογικά συστήματα σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και τους φόρους που καλούνται να πληρώσουν οι πολίτες. Από τη σύγκριση αυτή προέκυψαν τα εξής δεδομένα:
1. Στην Ελλάδα η φορολογική επιβάρυνση είναι από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη.
2. Οι εκπτώσεις που εφαρμόζονται για τους μισθωτούς στην Ελλάδα περιορίζονται απότομα με την αύξηση του εισοδήματος – από σχεδόν 20% στις 20.000 ευρώ στο 4,1% στις 35.000 ευρώ και μηδενίζονται για εισοδήματα άνω των 50.000 ευρώ, ενισχύοντας έτσι την έλλειψη προοδευτικότητας.
3. Η φορολογική προοδευτικότητα συνολικά εμφανίζει έντονη κλίση, καθώς ο ελάχιστος συντελεστής επιβάλλεται από πολύ χαμηλό εισόδημα και παράλληλα ο συντελεστής αυτός είναι χαμηλότερος σε σχέση με τις υπό σύγκριση χώρες, ενώ ο μέγιστος συντελεστής αρχίζει να επιβάλλεται από χαμηλότερα εισοδήματα σε σχέση με άλλες χώρες. Η επιλογή των χωρών, όπως σημειώνεται στη μελέτη η οποία παρουσιάστηκε στο οικονομικό επιτελείο, έγινε με στόχο τη σύγκριση της χώρας μας με χώρες της Βαλκανίων που αποτελούν την άμεση γειτονιά μας, αλλά και με χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και τις ανεπτυγμένες οικονομίες της Μεσογείου και τις πλήρως ανεπτυγμένες οικονομίες της Δυτικής Ευρώπης.
Η χώρα μας, λοιπόν, καταγράφει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά φόρων και εισφορών (εργαζομένου και εργοδότη) επί του συνολικού μισθολογικού κόστους. Αυτό αυξάνει σημαντικά το κόστος απασχόλησης ειδικά για θέσεις υψηλής εξειδίκευσης. Συγκεκριμένα, οι φόροι και οι εισφορές στο συνολικό μισθολογικό κόστος στην Ελλάδα ανέρχονται στο 40,5%, με την Ιταλία μόνο να βρίσκεται πάνω από τη χώρα μας. Στη Γαλλία φόροι και εισφορές αποτελούν το 39,3% του μισθολογικού κόστους, στην Ισπανία το 35,9%, στην Ολλανδία στο 30,7%, στην Πορτογαλία το 30,5%, ενώ στη Βουλγαρία στο 24,8%.
Το διάμεσο καθαρό ετήσιο εισόδημα στην Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα ανέρχεται σε 9.800 ευρώ, όταν ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ενωση είναι σχεδόν διπλάσιος και φθάνει στις 19.000 ευρώ. Στην Ολλανδία, για παράδειγμα, το διάμεσο εισόδημα ανέρχεται στο ποσό των 25.530 ευρώ, στο Βέλγιο στις 23.613 ευρώ, στη Γαλλία στις 22.634 ευρώ και στην Κύπρο στις 17.482 ευρώ. Κάτω από τη χώρα μας βρίσκονται η Πολωνία, η Ρουμανία και η Βουλγαρία.
Στο κράτος τα 2.500 ευρώ από τα 20.000 ευρώ
Οπως προαναφέρθηκε, η χώρα μας έχει από τις υψηλότερες επιβαρύνσεις για εισοδήματα άνω των 20.000 ευρώ σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, τόσο από τις γειτονικές όσο και από τις πιο πλούσιες.
Στην ανάλυση που έγινε από τους μελετητές της PWC χρησιμοποιήθηκε ως βάση το ίδιο φορολογητέο εισόδημα 20.000 ευρώ, 35.000 ευρώ και 50.000 ευρώ, με στόχο να υπολογιστεί το καθαρό, μετά φόρου εισόδημα για έναν άγαμο εργαζό-μενο χωρίς παιδιά στις επιλεγμένες χώρες, εφαρμόζοντας τις φορολογικές κλίμακες, τους φορολογικούς συντελεστές και τις εκπτώσεις φόρου σε κάθε χώρα.
Και στα τρία παραδείγματα μεταξύ των 12 χωρών που συγκρίθηκαν η Ελλάδα είναι στην τρίτη θέση ως προς τις επιβαρύνσεις. Ειδικότερα:
• Φορολογητέο εισόδημα 20.000 ευρώ. Στην Ελλάδα το ετήσιο καθαρό εισόδημα μετά από φόρους και εκπτώσεις φόρων για έναν άγαμο περιορίζεται στα 17.517 ευρώ, ενώ ο μέσος όρος μεταξύ των 12 χωρών που εξετάστηκαν είναι 18.351 ευρώ. Στην Κύπρο το εισόδημα των 20.000 ευρώ περιορίζεται μόλις κατά 100 ευρώ και διαμορφώνεται το καθαρό ποσό στα 19.900 ευρώ, στη Γαλλία στα 19.285 ευρώ, στην Πολωνία στα 18.531 ευρώ και στη Ρουμανία στα 18.000 ευρώ. Πάνω από τη χώρα μας είναι σε όλες τις κατηγορίες εισοδημάτων η Ισπανία, με καθαρό εισόδημα 17.155 ευρώ και η Πορτογαλία με 16.468 ευρώ. Στη χώρα μας ουσιαστικά το εισόδημα περιορίζεται κατά 12,4%.
• Φορολογητέο εισόδημα 35.000 ευρώ. Για καθαρό εισόδημα 35.000 ευρώ μετά από φόρους και εκπτώσεις φόρων, το καθαρό εισόδημα για τον Ελληνα άγαμο περιορίζεται στα 27.617 ευρώ. Δηλαδή μειώνεται κατά 21,1%. Στη Γαλλία το αντίστοιχο εισόδημα μειώνεται στα 32.385 ευρώ, στην Κύπρο στα 31.550 ευρώ, στην Ολλανδία στα 30.530 ευρώ και στο Βέλγιο στα 28.534 ευρώ. Πάνω από τη χώρα μας βρίσκονται η Ιταλία και η Πορτογαλία
• Φορολογητέο εισόδημα 50.000 ευρώ. Το καθαρό εισόδημα που λαμβάνει φορολογούμενος στην Ελλάδα για φορολογητέο εισόδημα 50.000 περιορίζεται στα 36.117 ευρώ. Δηλαδή μειώνεται κατά 27,8%. Στη Ρουμανία το καθαρό εισόδημα μειώνεται κατά 10% και διαμορφώνεται στα 45.000 ευρώ, στη Γαλλία κατά 13,1% και το καθαρό εισόδημα διαμορφώνεται στα 43.335 ευρώ, στην Κύπρο στα 42.115 ευρώ, στην Ολλανδία στα 38.746 ευρώ. Πάνω από εμάς βρίσκεται η Ιταλία και η Πορτογαλία.
Η Ελλάδα μπορεί να μην έχει τον υψηλότερο φορολογικό συντελεστή στην Ευρώπη, ωστόσο τον εφαρμόζει σε πολύ χαμηλά εισοδήματα. Συγκεκριμένα, ο ανώτατος συντελεστής 44% επιβάλλεται για εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ. Δηλαδή κάποιος που έχει εισόδημα 45.000 ευρώ, τα 5.000 ευρώ φορολογούνται με 44%, από τα οποία στην «τσέπη» του φορολογουμένου μένουν τα 2.800 ευρώ. Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής εφαρμόζεται για πολύ υψηλά εισοδήματα.
Συγκεκριμένα, στην Ισπανία ο ανώτατος συντελεστής φθάνει στο 47% και επιβάλλεται σε εισοδήματα άνω των 300.000 ευρώ, στη Γαλλία ανέρχεται στο 44% για εισοδήματα άνω των 180.295 ευρώ, στην Ολλανδία στο 49,5% και επιβάλλεται για εισοδήματα πάνω από 78.817 ευρώ και στην Κύπρο ο ανώτατος συντελεστής ανέρχεται στο 35% και επιβάλλεται για εισοδήματα άνω των 60.000 ευρώ. Σηµειώνεται ότι η Κύπρος έχει εξαγγείλει ευρεία φορολογική µεταρρύθµιση, η οποία βρίσκεται σε διαβούλευση, στο πλαίσιο της οποίας έχει προταθεί η αύξηση του αφορολογήτου ορίου εισοδήµατος κατά 1.000 ευρώ, δηλαδή στα 20.500, αλλαγή των φορολογικών κλιµακίων και µεταφορά του ανώτατου φορολογικού συντελεστή 35% σε φορολογητέο εισόδηµα µεγαλύτερο των 80.000 ευρώ.