Για το σενάριο η Μόσχα να κλείσει τη στρόφιγγα του αερίου προετοιμάζονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, στην Κομισιόν προσπαθούν εναγωνίως να λύσουν το ενεργειακό σταυρόλεξο το οποίο έχουν μπροστά τους, καθώς το σενάριο ενός μπλακάουτ -και μάλιστα πιο σύντομα από ό,τι θα μπορούσε κανείς να φανταστεί- είναι αναμφίβολα υπαρκτό. Σε μια τέτοια περίπτωση δε, ο κίνδυνος να προκληθεί ένα πρωτόγνωρο και με απρόβλεπτες συνέπειες σοκ στις ευρωπαϊκές οικονομίες και κοινωνίες είναι εξαιρετικά μεγάλος.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της ισπανικής «El Pais», που παρουσιάζουν «ΤΑ ΝΕΑ», η Κομισιόν ετοιμάζει και προτίθεται να παρουσιάσει στις 18 Μαΐου ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για τις δράσεις που πρέπει να αναληφθούν στο επόμενο διάστημα.
Ένα σχέδιο το οποίο καλύπτει, τουλάχιστον θεωρητικά, και την περίπτωση ενός μπλακάουτ στην εισροή ρωσικών υδρογονανθράκων στην ευρωπαϊκή αγορά και βασίζεται στον κανονισμό για την εφοδιαστική ασφάλεια, που έχει τεθεί σε ισχύ από το 2017 – μπορεί δε, υπό προϋποθέσεις, να επεκταθεί και στο πετρέλαιο, παρ’ ότι αφορά ονομαστικά το φυσικό αέριο.
Οι δράσεις που εξετάζονται:
- Τηλεργασία έως τρεις φορές την εβδομάδα μπορεί να οδηγήσει σε εξοικονόμηση 500.000 βαρελιών πετρελαίου. Μια ημέρα τηλεργασίας ισοδυναμεί με 170.000 λιγότερα βαρέλια πετρελαίου ημερησίως.
- Κοινή χρήση αυτοκινήτου με άλλους ανθρώπους και ήπια οικονομική ενίσχυση σημαίνει 470.000 λιγότερα βαρέλια.
- Μείωση ορίων ταχύτητας στους αυτοκινητόδρομους τουλάχιστον κατά 10 χιλιόμετρα ανά ώρα ισούται με 430.000 βαρέλια λιγότερα.
- Κυριακές χωρίς αυτοκίνητα στις πόλεις σημαίνει 380.000 βαρέλια λιγότερα, ενώ η χρήση μονών – ζυγών στις πόλεις εξοικονομεί 210.000 βαρέλια πετρέλαιο. Για εξοικονόμηση ενέργειας προτείνονται επίσης: περιορισμός του αριθμού των αεροπορικών ταξιδιών για επαγγελματικούς λόγους, χρήση ηλεκτρικών οχημάτων και τρένων αντί για αεροπλάνα.
Στόχος, όπως τονίζεται, είναι να διασφαλιστεί η ενεργειακή επάρκεια πρωτίστως για τα νοικοκυριά και τις ζωτικές δημόσιες υπηρεσίες, όπως επίσης και για εκείνους τους κλάδους της παραγωγής που έχουν ζωτική σημασία (όπως συνέβη και με τα πρώτα lockdown του 2020, αφότου ξέσπασε η πανδημία της Covid-19).
Ενδεικτικό του πόσο η υπόθεση κάθε άλλο παρά απλή είναι, αποτελεί το γεγονός πως από τα περίπου 155 δισ. κυβικά μέτρα που αγόρασαν πέρυσι τα κράτη μέλη της ΕΕ από τη Ρωσία, εκτιμάται ότι μόνο τα δύο τρίτα μπορούν να καλυφθούν εντός του έτους από άλλες πηγές.
Κάτι που σημαίνει, πρακτικά, ότι μένει ένα κενό της τάξης των 50 και πλέον δισ. κυβικών, ποσότητα η οποία ισοδυναμεί με το σύνολο της κατανάλωσης Ρουμανίας, Ουγγαρίας, Αυστρίας, Τσεχίας, Σλοβακίας, Εσθονίας, Λετονίας και Λιθουανίας – ή με πάνω από το μισό του αερίου που έχει ανάγκη η Γερμανία.