Η αύξηση του κόστους ζωής και οι πόλεμοι σε Ευρώπη και Μέση Ανατολή πλήττουν τις πωλήσεις στα ακριβά brands της μόδας και στα κοσμηματοπωλεία σε όλο τον κόσμο. Για τους ίδιους λόγους, ένα λιγότερο λαμπερό κομμάτι της αγοράς λιανεμπορίου ανθεί. Πρόκειται για τα ενεχυροδανειστήρια, που αγοράζουν και πωλούν μεταχειρισμένα ρολόγια και κοσμήματα.

Οι αυξημένες τιμές του χρυσού, ως αποτέλεσμα των γεωπολιτικών εντάσεων στη Μέση Ανατολή και των πληθωριστικών πιέσεων, οδηγούν περισσότερους ανθρώπους να δανειστούν χρήματα δίνοντας ως εγγύηση κοσμήματα και ρολόγια. Άλλοι προτιμούν να τα πουλήσουν, σημειώνει το Bloomberg. Την ίδια στιγμή, σε αύξηση βρίσκεται επίσης το ενδιαφέρον για την αγορά μεταχειρισμένων πολυτελών ειδών, τα οποία συνήθως θεωρείται ότι προσφέρουν καλύτερη αξία και είναι πιο βιώσιμα. Η εταιρεία μεταπώλησης ρούχων RealReal ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα πωλήσεις και περιθώρια κέρδους που ξεπέρασαν τις προβλέψεις των αναλυτών.

Το νέο αυτό σκηνικό οδηγεί σε δραματική αύξηση του τζίρου για τα δύο μεγαλύτερα εισηγμένα ενεχυροδανειστήρια της Βρετανίας, H&T Group και Ramsdens Holdings. Οι τιμές των μετοχών τους έχουν ενισχυθεί κατά 60% και 28% αντίστοιχα τα τελευταία δύο χρόνια, παρότι οι μεγαλύτερες εταιρείες πολυτελών ειδών, από την LVMH έως την Richemont, εμφανίζουν επιβράδυνση ή ακόμα και μείωση πωλήσεων. Οι πωλήσεις διαμαντιών έχουν επίσης μειωθεί τόσο πολύ ώστε η De Beers έκανε μία άκρως ασυνήθιστη κίνηση: Επέτρεψε στους αγοραστές χονδρικής να κοιτάξουν τα διαμάντια της και να φύγουν ακόμα και χωρίς να αγοράσουν.

«Τα μεταχειρισμένα είναι πολύ, πολύ δυνατά μέσα σε μία συνολική αγορά που δυσκολεύεται. Εν μέρει γιατί είναι καλύτερο value for money και σε έναν βαθμό εξαιτίας του περιβαλλοντικού παράγοντα, καθώς το ανθρακικό αποτύπωμα είναι χαμηλότερο», εξηγεί ο Chris Gillespie, CEO της H&T Group. «Εμείς ωφελούμαστε από την συστηματική στροφή από τη δική μου γενιά, η οποία αγόραζε νέα προϊόντα, στις νεότερες γενιές, που αγοράζουν μεταχειρισμένα».

Τα ενεχυροδανειστήρια συνήθως αντλούν το απόθεμά τους από ανθρώπους που πουλάνε τα αντικείμενά τους ή τα ενεχυριάζουν για να δανειστούν χρήματα, τα οποία τελικά δεν αποπληρώνουν. Με δεδομένο ότι το ποσό που προσφέρουν τα ενεχυροδανειστήρια για τα κοσμήματα συνήθως σχετίζεται με την δυνητική αξία του χρυσού σαν σκραπ, οι αυξήσεις στις τιμές του χρυσού που προκλήθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία και στη Γάζα κάνουν τις πωλήσεις αυτές πιο ελκυστικές. Η τιμή του χρυσού έχει ενισχυθεί κατά 10% τον τελευταίο χρόνο.

Αλλά και περισσότεροι δίνουν τα κοσμήματά τους για ενέχυρο. Το σχετικό χαρτοφυλάκιο της H&T άγγιξε τα 114,6 εκατ. λίρες τον Ιούνιο, σημειώνοντας αύξηση 35% σε έναν χρόνο. Για την ανταγωνιστική Ramsdens, ο Αύγουστος ήταν μήνας-ρεκόρ για τον νέο δανεισμό. Ανάλογες τάσεις διαπιστώνει το Bloomberg στα αμερικανικά ενεχυροδανειστήρια.

Και η τάση αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με τις οικονομικές πιέσεις που μπορεί να δέχονται όσοι πωλούν τα αντικείμενά τους. Για τα ενεχυροδανειστήρια, δεν έχει νόημα να δανείζουν ή να αγοράζουν παίρνοντας αντικείμενα τα οποία δεν θα μπορούσαν να πουλήσουν. «Σίγουρα βλέπουμε αύξηση των πελατών, τόσο στα καταστήματα όσο και online», λέει ο Lachlan Given, επικεφαλής της EZCorp Inc.

Ασφαλώς, η αγορά μεταχειρισμένων παραμένει μια υποκατηγορία της ευρύτερης αγοράς πολυτελών ειδών. Αλλά το ενδιαφέρον αυξάνεται, όπως αυξάνεται και το ενδιαφέρον για την αξιοποίηση μεταχειρισμένων προϊόντων μόδας, εν μέσω της αυξημένης εστίασης στη βιωσιμότητα. Το 12% των συμμετεχόντων σε έρευνα της McKinsey το 2022 χαρακτήρισε την βιωσιμότητα σαν τη μεγαλύτερη ευκαιρία για την παγκόσμια βιομηχανία της μόδας, με το αντίστοιχο ποσοστό να αυξάνεται στο 16% το 2023.

Το 2021, η εταιρεία συμβούλων είχε προβλέψει ότι έως το 2025, έως και το 30% των αγορών πολύτιμων κοσμημάτων θα αντανακλά αυτή την εστίαση στη βιωσιμότητα.

Η παγκόσμια αγορά μεταχειρισμένων ειδών αναμένεται σχεδόν να διπλασιαστεί, στα 350 δισ. δολάρια έως το 2027 και να  αναπτυχθεί τρεις φορές γρηγορότερα από τη συνολική αγορά, σύμφωνα με την έκθεση thredUP Resale Report για το 2023.

Διαβάστε ακόμη: