Σήμερα Τετάρτη (10/02) η Google τιμά με doodle τον, βραβευμένο με Νόμπελ λογοτεχνίας Ρώσο συγγραφέα, Boris Pasternak, με αφορμή τη συμπλήρωση 131 χρόνων από τη γέννησή του.
Γεννημένος στις 10 Φεβρουαρίου 1890, ο Boris Pasternak ξεκίνησε τη λογοτεχνική του παραγωγή ως φουτουριστής ποιητής. Έκανε αρκετές μεταφράσεις ξένων ποιητών και περισσότερο του Σαίξπηρ, που εκτιμούσε ιδιαίτερα.
Παρόλο που στην Ρωσία ήταν διάσημος ως ποιητής κυρίως, το έργο που τον έκανε γνωστό παγκοσμίως ήταν το μυθιστόρημά του «Δόκτωρ Ζιβάγκο», που εκδόθηκε το 1957 στην Ιταλία.
Όπως αναφέρει το Sansimera.gr, ο Boris Pasternak τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1958 για «το σημαντικό του επίτευγμα, τόσο στη σύγχρονη λυρική ποίηση, όσο και στον τομέα της μεγάλης ρωσικής επικής παράδοσης». Αν και αρχικά αποδέχτηκε το βραβείο, στη συνέχεια το αποποιήθηκε, κατόπιν πιέσεων των σοβιετικών αρχών.
Πατέρας του ήταν ο διάσημος καλλιτέχνης Leonid Pasternak, καθηγητής στη Σχολή Ζωγραφικής, Γλυπτικής και Αρχιτεκτονικής της Μόσχας και μητέρα του η Roza Kaufman, γνωστή πιανίστα.
Ο Boris Pasternak μεγάλωσε σε μια ιδιαιτέρως κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα ερχόμενος σε επαφή με μορφές της διανόησης του καιρού του. Ανάμεσα στους οικογενειακούς φίλους και γνωστούς που επισκέπτονταν το σπίτι του συγκαταλέγονταν ο πιανίστας και συνθέτης Σεργκέι Ραχμάνινοφ, ο επίσης μεγάλος συνθέτης Αλεξάντρ Σκριάμπιν, ο υπαρξιστής φιλόσοφος Λεφ Σεστόφ, ο ποιητής Ράινερ Μαρία Ρίλκε, ο συγγραφέας Λέων Τολστόι και άλλες κορυφαίες μορφές των γραμμάτων και τεχνών.
Επηρεασμένος από τον φίλο και γείτονά του Αλεξάντρ Σκριάμπιν, αποφάσισε να γίνει συνθέτης και μπήκε στο Ωδείο της Μόσχας. Το 1910 εγκαταλείπει αιφνιδίως το Ωδείο για να σπουδάσει Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Μαρβούργου στην Έσση της Γερμανίας. Εκεί σπούδασε υπό τους σπουδαίους νεο-καντιανούς φιλόσοφους Χέρμαν Κοέν και Νικολάι Χάρτμαν.
Κατά την ολοκλήρωση των σπουδών του τού προτάθηκε να γίνει Ακαδημαϊκός, αλλά αποφάσισε να μην ακολουθήσει τη φιλοσοφία ως επάγγελμα και το 1914 επέστρεψε στη Μόσχα. Τον ίδιο χρόνο εξέδωσε την πρώτη ποιητική του συλλογή, επηρεασμένος από τον μεγάλο Ρώσο ποιητή Αλεξάντρ Μπλοκ και τους Ρώσους φουτουριστές.
Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου δίδαξε και εργάστηκε στο χημικό εργοστάσιο στο Βσεβολόντο-Βίλβε κοντά στη ρωσική πόλη Περμ στα Ουράλια Όρη, γεγονός που αναμφίβολα τον προμήθευσε με υλικό για το Δρ. Ζιβάγκο πολλά χρόνια αργότερα. Ο Boris Pasternak, αντίθετα προς τους συγγενείς και φίλους του, έμεινε στη Ρωσία μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων, ενθουσιασμένος και ανυπόμονος για το χείμαρρο νέων ιδεών και δυνατοτήτων που έφερε μαζί της η κοσμοϊστορική αυτή αλλαγή.
Το 1922 ο Pasternak παντρεύτηκε τη Yevgeniya Lurye, φοιτήτρια του Ινστιτούτου Τέχνης. Το ζευγάρι περνά το δεύτερο μισό του έτους στο Βερολίνο με τους γονείς του κι αυτή ήταν η τελευταία φορά που ο ίδιος θα έβλεπε την οικογένειά του. Το ζευγάρι είχε έναν γιο, τον Evgeny.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’20 ήρθε το μεγάλο κύμα μισαλλοδοξίας και τρόμου. Ο Λένιν πέθανε το 1924 και ο Στάλιν αναδείχθηκε νικητής από τον αγώνα για τη διαδοχή, το 1928. Λογοκρισία και περιορισμός σημειώθηκε σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένου και του λογοτεχνικού κόσμου. Τα χρόνια γύρω στο 1930 ήταν τα χρόνια της αναγκαστικής κολεκτιβοποίησης της σοβιετικής γεωργίας, η οποία περιλάμβανε την απομάκρυνση ολόκληρων πληθυσμών, μια σημαντική αύξηση της ροής της εργασίας προς τα στρατόπεδα και ένα νέο κύμα ελλείψεων σε τρόφιμα.
Ο Boris Pasternak ερωτεύτηκε τη Zinaida Neuhaus, τη σύζυγο του Genrikh Neuhaus, και τελικά, το 1934, τη νυμφεύεται. Στη δεκαετία του ‘30 μια καθαρά απολιτική θέση του θεωρήθηκε επικίνδυνη εκδήλωση ανεξαρτησίας. Ο Pasternak έκανε μια σαφή δήλωση για την απολιτική του θέση, αλλά οι αρχές ήταν ακόμη πρόθυμοι να δημοσιεύσουν τα ποιήματά του. Μετά από δύο αμφιλεγόμενες ομιλίες σε ένα δημόσιο φόρουμ και τη δημοσίευση ενός κύκλου ποιημάτων με τίτλο «Ο Καλλιτέχνης», ο επικεφαλής της Ένωσης Συγγραφέων αναφέρθηκε στον Boris Pasternak ως προδότη σε ομιλία του στο Κογκρέσο.
Μέχρι το 1958, ο συγγραφέας, ξέφευγε από διώξεις που είχαν υποστεί πολλοί Ρώσοι συγγραφείς. Ο Παστερνάκ έκανε ό, τι μπορούσε για να χρησιμοποιήσει τη θέση του ώστε να μεσολαβήσει για όσους είχαν συλληφθεί. Κατά τη διάρκεια των τεράστιων διώξεων αρνήθηκε να υπογράψει αναφορές εναντίον κατηγορουμένων ή να αποκαλύψει επιστολές τους, θέτοντας τον εαυτό του σε μεγάλο κίνδυνο.
Τον Ιούνιο του 1941, τα στρατεύματα του Χίτλερ μπήκαν στη Ρωσία. Ο Παστερνάκ εργάστηκε σκληρά κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, γράφοντας ποιήματα για θέματα πολέμου και μεταφράζοντας Σαίξπηρ. Μετά τη νίκη των Σοβιετικών, ο Παστερνάκ, ένιωσε την επιθυμία να γράψει ένα μεγάλο πεζογραφικό έργο, πλούσιο και δημοφιλές, το οποίο θα περιείχε τις σκέψεις του για τη ζωή, την ομορφιά που δίνει φως στην καθημερινή ύπαρξη, την τέχνη και τη βιογραφία, τον Πούσκιν, τον Τολστόι και Αγία Γραφή, επικεντρώθηκε λοιπόν στη συγγραφή του «Δρ. Ζιβάγκο». Γνώριζε καλά ότι η εστίασή του σε ένα μυθιστόρημα που δοξάζονταν η πρώην ελευθερία και η ανεξαρτησία και μιλούσε για επιστροφή στη χριστιανική θρησκεία, θα μπορούσε να έχει τρομερές συνέπειες για αυτόν. Το 1946, ο Παστερνάκ συναντήθηκε και ερωτεύτηκε την Όλγα Ιβίνσκαγια, 22 χρόνια νεότερή του. Αυτή τον ενέπνευσε για πολλά από τα ερωτικά του ποιήματα, και ήταν το πρωτότυπο του για τη «Λάρα» στο «Δρ. Ζιβάγκο».
Ο «Δόκτωρ Ζιβάγκο» στον κόσμο
Το Νοέμβριο του 1957 δημοσιεύθηκε το μυθιστόρημά του «Δρ. Ζιβάγκο» στα ρωσικά από τον εκδοτικό οίκο «Feltrinelli» του Μιλάνου της Ιταλίας. Το βιβλίο προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση και ακολούθησαν εκδόσεις του σε πολλές μη-κομμουνιστικές χώρες. Το 1958 και 1959, η αμερικάνικη έκδοσή έμεινε για 26 εβδομάδες στην κορυφή της λίστας των μπεστ-σέλερς των Τάιμς της Νέας Υόρκης. Το βιβλίο του κυκλοφόρησε στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου – εκτός από τα ρωσικά – και έγινε ένα απο τα πιο δημοφιλή μυθιστορήματα όλων των εποχών. Παρά το γεγονός ότι κανένας Σοβιετικός κριτικός δεν είχε διαβάσει το βιβλίο, απαίτησαν την αποβολή του από την ΕΣΣΔ. Μόλις το 1988 το μυθιστόρημα εκδόθηκε και στη Σοβιετική Ένωση. Το βιβλίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1965 με πρωταγωνιστές τον Ομάρ Σαρίφ και την Τζούλι Κρίστι, σε σκηνοθεσία Ντέιβιντ Λιν υπό τους ήχους της επικής μουσικής επένδυσης του Μωρίς Ζαρ. Η ταινία έγινε παγκόσμια επιτυχία και απέσπασε πέντε βραβεία Όσκαρ!
Τον Οκτώβριο του 1958, απονεμήθηκε στον Boris Pasternak το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Αυτό λήφθηκε ως αναγνώριση της αξίας και της σημασίας του «Δρ. Ζιβάγκο», και άρχισε αμέσως ένα ανελέητο κυνηγητό του συγγραφέα στη Σοβιετική Ένωση. Ενώ αρχικά, ο Παστερνάκ, δήλωσε ενθουσιασμένος, στη συνέχεια, δεχόμενος πιέσεις από το σοβιετικό καθεστώς, αποποιήθηκε το βραβείο «εξαιτίας του νοήματος που απέδωσε στη διάκριση αυτή η κοινωνία, στους κόλπους της οποίας ζούσε». Ακόμη και μετά την άρνηση παραλαβής του βραβείου, το καθεστώς της χώρας συνέχισε να τον απειλεί. Το 1989, το βραβείο δόθηκε στον γιό του Παστερνάκ, Evgeny, σε πανηγυρική τελετή στη Στοκχόλμη. Οι Σοβιετικοί δεν τον έστειλαν εξορία και ουδέποτε, ο Παστερνάκ, συνελήφθη, αλλά σταμάτησε όλη η δημοσίευση των μεταφράσεών του και περιορίστηκαν οι κινήσεις του. Ήταν φτωχός και αβέβαιος ότι μπορούσε να συντηρήσει την οικογένειά του. Ωστόσο, έγραψε το τελευταίο πλήρες βιβλίο του, «When the Weather Clears», και το καλοκαίρι του 1959 ξεκίνησε «The Blind Beauty» , ένα έργο για έναν σκλαβωμένο καλλιτέχνη κατά την περίοδο της καταπίεσης στη Ρωσία.
Στις αρχές του 1960, διαγνώστηκε με καρκίνο του πνεύμονα. Η κατάστασή του επιδεινώθηκε και έπεσε στο κρεβάτι, αφήνοντας το «The Blind Beauty» ημιτελές. Επιβίωσε για ενάμιση μήνα χωρίς να χάσει τη συνείδησή του, προσπαθώντας να παρηγορήσει την οικογένεια και τους φίλους του και τους γιατρούς και τις νοσοκόμες που τον φροντίζουν. Ο Boris Pasternak πέθανε το απόγευμα της 30ης Μαΐου. Ενώ οι αρχές έκαναν το καλύτερο δυνατό για να μειώσουν τον θάνατό του, πολλές χιλιάδες άνθρωποι ταξίδεψαν από τη Μόσχα στην κηδεία του στο μικρό χωριό όπου έζησε.