Συνομιλία με τον καταξιωμένο εικαστικό για την εξέλιξη αλλά και το μάλλον της παραστατικής ζωγραφικής. Έχει μέλλον αυτού του είδους η ζωγραφική ή είναι πια ξεπερασμένη;

Μήπως έχει πάρει τη θέση της η video art, η performance και τα installations;

Ο εικαστικός Πέτρος Καραβέβας απαντά στα ερωτήματά μας.

-Είστε οπαδός της παραστατικής ζωγραφικής πάνω από τριάντα χρόνια. Θα θεωρούσατε εικαστικό και κάποιον που δεν ασχολείται με χρώματα και πινέλα αλλά ασχολείται επί παραδείγματι με την video art;

-Στις μέρες μας εικαστικός θεωρείται εκτός από αυτόν που ζωγραφίζει χρησιμοποιώντας χρώματα και πινέλα και όποιος ασχολείται με την video art, με την performance, με τις «εγκαταστάσεις».

Οι περισσότεροι από αυτούς που εξακολουθούν να ζωγραφίζουν, επιδίδονται στη λεγόμενη «ανεικονική» ή «μη αντικειμενική» τέχνη. Έτσι, όσοι παραμένουν πιστοί στην παραστατική ζωγραφική συχνά αντιμετωπίζονται από τους εκπροσώπους των διαφόρων εικαστικών συρμών υποτιμητικά, σαν ένα είδος απροσάρμοστων, που αδυνατούν να ανταποκριθούν στο πνεύμα και τις απαιτήσεις της εποχής μας και απλώς αναπαράγουν μια εικαστική παράδοση ξεπερασμένη πλέον.

-Αν η παραστατική τέχνη θεωρηθεί passé, υπάρχει νόημα να ασχολούνται οι νέοι καλλιτέχνες με αυτήν;

-Το ζήτημα με αφορά και προσωπικά, αφού αυτό  είναι το είδος ζωγραφικής με το οποίο έχω επιλέξει να ασχολούμαι. Η απάντηση στο ερώτημα αν έχει σήμερα νόημα η ενασχόληση με την παραστατική ζωγραφική θεωρώ πως προκύπτει αβίαστα, αν παρακολουθήσουμε την ιστορική της διαδρομή, αν θυμηθούμε τους λόγους που κάποια στιγμή φάνηκε να τη σπρώχνουν στο περιθώριο και την αντοχή και την επιβίωσή της παρ’ όλα αυτά, αν σταθούμε, τέλος, σε κάποιους σύγχρονους, διεθνούς κύρους, εκπροσώπους της και στην επιρροή τους στον καλλιτεχνικό χώρο.

-Το βέβαιο είναι ότι η παραστατική ζωγραφική έχει μακραίωνη ιστορία.

-Αναμφισβήτητα. Θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε την αρχή της ως επαγγελματικής καλλιτεχνικής δραστηριότητας στο δεύτερο μισό του 5ου  π.Χ. αιώνα στην αρχαία Ελλάδα.

Ο Πλίνιος μας παραδίδει το ακόλουθο ενδιαφέρον ανέκδοτο: Ο Ζεύξις, ένας από τους μεγαλύτερους ζωγράφους της εποχής, θέλησε να αναμετρηθεί με τον νεότερό του Παρράσιο, με ένα έργο του που απεικόνιζε σταφύλια, ζωγραφισμένα με τόση φυσικότητα, ώστε τα πουλιά ορμούσαν κατά τη διάρκεια της έκθεσης να τσιμπολογήσουν τις ρόγες τους. Εντούτοις, νικητής του διαγωνισμού αναδείχτηκε ο Παρράσιος, ο οποίος είχε ζωγραφίσει ένα παραπέτασμα, τόσο ρεαλιστικά δοσμένο, που ο ίδιος ο αντίπαλός του ζήτησε να το τραβήξουν, για να δει το έργο που θεωρούσε κρυμμένο πίσω του.

Η διήγηση αυτή μας αποκαλύπτει πως βασικός στόχος των πρώτων αναγνωρισμένων παραστατικών καλλιτεχνών ήταν η πειστική απόδοση των φυσικών αντικειμένων. Ωστόσο, η επισήμανση του Αριστοτέλη ότι ο Ζεύξις αντλούσε από τη φύση τα άριστα πρότυπα, τα οποία τελειοποιούσε περαιτέρω στα έργα του, θυσιάζοντας κατά την απόδοση των ανθρώπινων μορφών  το ήθος προς χάριν του κάλλους, σε αντίθεση με τον «αγαθό ηθογράφο» Πολύγνωτο, είναι  αποκαλυπτική της μη υποταγής της συγκεκριμένης τέχνης στα αντικειμενικά δεδομένα ή στην κοινή αντίληψη.

 

Διαβάστε τη συνέχεια της συνέντευξης στο ArtViews.gr