Η συμμαχία του ΟΠΕΚ+ εξετάζει το ενδεχόμενο να επιταχύνει περαιτέρω την αύξηση της παραγωγής πετρελαίου, μελετώντας μια ενίσχυση που θα ξεπερνά τις 411.000 βαρέλια ημερησίως για τον Ιούλιο, σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν τις διαβουλεύσεις, σημειώνει το bloomberg. Η κίνηση εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια ανακατάκτησης του χαμένου μεριδίου στην παγκόσμια αγορά.

Οκτώ βασικά μέλη του ΟΠΕΚ+ με επικεφαλής τη Σαουδική Αραβία προγραμματίζουν τηλεδιάσκεψη το Σάββατο για να καθορίσουν τη νέα στρατηγική εξόδου. Οι δύο προηγούμενες συνεδριάσεις της ομάδας είχαν καταλήξει σε ασυνήθιστα μεγάλες αυξήσεις παραγωγής, που συνέβαλαν στη μείωση των τιμών, και τώρα δεν αποκλείεται ένα ακόμη πιο επιθετικό βήμα.

Ορισμένοι εκπρόσωποι χωρών ανέφεραν ότι δεν έχουν επίσημη πληροφόρηση για υπέρμετρη αύξηση και προσδοκούν μια επανάληψη των ήδη συμφωνημένων αυξήσεων των 411.000 βαρελιών ημερησίως, όπως είχε προβλεφθεί για Μάιο και Ιούνιο. Ωστόσο, οι αποφάσεις πλέον φαίνεται να λαμβάνονται από έναν στενότερο πυρήνα ισχυρών μελών, με τους υπόλοιπους να ενημερώνονται την τελευταία στιγμή.

Η στροφή πολιτικής του ΟΠΕΚ+ από την υπεράσπιση των τιμών στη σκόπιμη πτώση τους υπήρξε αιφνιδιαστική. Τον Απρίλιο, η ανακοίνωση αύξησης προσφοράς τριπλάσιας από την προβλεπόμενη προκάλεσε σοκ στις αγορές. Η κίνηση ήρθε εν μέσω επιβράδυνσης της ζήτησης και της εμπορικής σύγκρουσης του τότε προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, οδηγώντας προσωρινά τις τιμές κάτω από τα 60 δολάρια το βαρέλι – το χαμηλότερο επίπεδο τετραετίας.

Την Παρασκευή, τα συμβόλαια Brent υποχώρησαν κάτω από τα 64 δολάρια το βαρέλι στο Λονδίνο.

Ο αναπληρωτής υπουργός Ενέργειας του Καζακστάν, Αλιμπέκ Ζαμάουφ, είχε ήδη προϊδεάσει για πιθανή μεγαλύτερη αύξηση. «Θα υπάρξει αύξηση, αλλά αν θα είναι 400, 500 ή 600 χιλιάδες βαρέλια, αυτό θα ανακοινωθεί το Σάββατο», δήλωσε σε δημοσιογράφους στην Αστάνα.

Όσον αφορά τα κίνητρα πίσω από την επιθετική στροφή του Ριάντ, οι ερμηνείες ποικίλλουν. Άλλοι μιλούν για απλή ικανοποίηση της ισχυρής ζήτησης, άλλοι για τιμωρία μελών όπως το Ιράκ και το Καζακστάν που υπερβαίνουν τα επιτρεπόμενα όρια παραγωγής. Ορισμένοι αξιωματούχοι δεν αποκλείουν επίσης πολιτικά κίνητρα, όπως η εξυπηρέτηση των αμερικανικών πιέσεων ή η επαναδιεκδίκηση της αγοράς από την ανταγωνιστική αμερικανική παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου.

Αν στόχος της Σαουδικής Αραβίας είναι να πειθαρχήσει τους παραβάτες μέσω μιας «ελεγχόμενης πίεσης», η τακτική φαίνεται να αποτυγχάνει. Το Καζακστάν, ο μεγαλύτερος παραβάτης, συνεχίζει να υπερπαράγει κατά αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες βαρέλια ημερησίως και δηλώνει ανοιχτά ότι δεν προτίθεται να συμμορφωθεί. Ο υπουργός Ενέργειας Γερλάν Ακενζένωφ δήλωσε πως η χώρα δεν μπορεί να επιβάλει μειώσεις στις διεθνείς εταιρείες που δραστηριοποιούνται εκεί, ούτε στα κρατικά κοιτάσματα.

Η στρατηγική αυτή, ωστόσο, δεν είναι χωρίς κόστος. Η πτώση των τιμών μπορεί να ανακουφίζει καταναλωτές και κεντρικές τράπεζες που παλεύουν με τον πληθωρισμό, όμως πλήττει σοβαρά τους παραγωγούς. Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Σαουδική Αραβία χρειάζεται τιμές άνω των 90 δολαρίων για να καλύψει τα φιλόδοξα σχέδια δαπανών του πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν. Η χώρα αντιμετωπίζει διογκούμενο δημοσιονομικό έλλειμμα και αναγκάζεται να μειώσει τις επενδύσεις σε εμβληματικά έργα, όπως η φουτουριστική πόλη Neom.

Διαβάστε ακόμη: