Από όσα ειπώθηκαν στη ΔΕΘ από τον πρωθυπουργό, ξεχωρίζω ένα θέμα επίμαχο, προκειμένου να γίνει κατανοητό τι ισχύει τελικά με το εισόδημα που προέρχεται από τους τόκους ομολόγων και το εισόδημα που προέρχεται από την υπεραξία ενός ομολόγου, όταν αυτό φυσικά ρευστοποιηθεί.
Μέχρι τώρα, εισοδήματα προερχόμενα από τόκους ομολόγων φορολογούνται μεν, αλλά με ευνοϊκό τρόπο και αυτοτελώς με συντελεστή 15%.
Αυτό το εισόδημα, όμως, δεν προστίθεται στο φορολογητέο εισόδημα της χρονιάς και συνεπώς δεν θα φορολογηθεί με την αντίστοιχη κλίμακα φόρου εισοδήματος.
Το εισόδημα, όμως, που θα αποκομίσει ο ομολογιούχος επενδυτής από την υπεραξία ενός τίτλου, όταν τον πουλήσει σε τιμή μεγαλύτερη από αυτή που τον αγόρασε.
Σε αυτή την περίπτωση, θα υπόκειται σε παρακράτηση με συντελεστή 20%.
Αυτό που έχει σημασία, πάντως, να επισημανθεί είναι ότι με την κατάργηση της φορολογικής επιβάρυνσης του 15%, τα κρατικά ομόλογα γίνονται ακόμη πιο ελκυστικά, καθώς ήδη, όχι μόνο είναι ευθέως ανταγωνιστικά με τις προθεσμιακές καταθέσεις, αλλά έχουν πολύ μεγαλύτερα επιτόκια.
Για να δούμε πως θα αντιδράσουν στην πράξη τώρα οι τράπεζες, ειδικά μετά την νέα αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ, γεγονός που τους ανατρέπει σχεδιασμούς και καθιστά αγκάθι και το θέμα πληρωμής δόσεων υφιστάμενων δανείων και το θέμα των χορηγήσεων, μειώνοντας δραστικά το ενδιαφέρον επιχειρήσεων και ιδιωτών.