ΣΠΟΡ

Πελέ: Οι Βραζιλιάνοι αποχαιρετούν τον «βασιλιά» του ποδοσφαίρου-live

Η σορός του Βραζιλιάνου θρύλου του ποδοσφαίρου Πελέ, βρίσκεται στο στάδιο της Σάντος, όπου εξελίσσεται λαϊκό προσκύνημα. Θα παραμείνει εκεί για μία ημέρα.

Το τελευταίο αντίο λένε οι Βραζιλιάνοι στον «βασιλιά» του ποδοσφαίρου Πελέ, η σορός του οποίου μεταφέρθηκε στο στάδιο «Vila Belmiro» της Σάντος και εξελίσσεται το λαϊκό προσκύνημα.

Τρία μεγάλα πανό τοποθετήθηκαν στις εξέδρες του γηπέδου: το ένα δείχνει τον Πελέ από πίσω με τη φανέλα «10», ενώ τα άλλα γράφουν: «Ζήτω ο βασιλιάς», «Πελέ 82 ετών» και «Ο μόνος άνθρωπος που σταμάτησε έναν πόλεμο».

Η ταφή θα γίνει στο «Memorial Necropole Ecumenica», ένα κτίριο-νεκροταφείο 14 ορόφων που περιλαμβάνει επίσης έναν καταρράκτη και ένα μουσείο αυτοκινήτων.

Ο θρύλος που έκανε την μπάλα τέχνη

O άνθρωπος που καθιέρωσε το ποδόσφαιρο ως μία εκ των καλών τεχνών, συνδέοντας το όνομά του με την παγκοσμιοποίηση του αθλήματος και σταδιοδρομώντας ως οικουμενικός αστέρας, με 77 γκολ σε 92 διεθνή παιχνίδια, έφυγε την Πέμπτη από τη ζωή. Στα 82 του, ο Πελέ άφησε την τελευταία του πνοή έπειτα από πολυήμερη νοσηλεία στο νοσοκομείο Albert Einstein του Σάο Πάολο, από επιπλοκές του καρκίνου στο παχύ έντερο.

Εδωσε τον τελευταίο του αγώνα, όπως όλους τους προηγούμενους, με χαμόγελο: «Θα αντιμετωπίσω αυτόν τον αγώνα με πολλή αισιοδοξία και χαρά για να ζήσω περιτριγυρισμένος από την αγάπη της οικογένειας και των φίλων μου», είχε πει πριν από περίπου έναν χρόνο όταν υποβαλλόταν σε χειρουργείο για την αφαίρεση όγκου.

Γεννημένος στις 23 Οκτωβρίου του 1940 στις Τρες Κορασόες (Τρεις Καρδιές) της νοτιοδυτικής Βραζιλίας, ο Εντσον Αράντες ντο Νασιμέντο, όπως ήταν το πλήρες ονοματεπώνυμό του, από 10 ετών ήταν γνωστός ως ο γιος του ποδοσφαιριστή Ντοντίνιο. Γόνος πάμφτωχης οικογένειας, αναγκάστηκε από πολύ νωρίς να βγει στο μεροκάματο με το ξύλινο κασελάκι του, γυαλίζοντας τα παπούτσια των περαστικών.

Το 1950 θα σημαδέψει τους Βραζιλιάνους. Η ήττα στον τελευταίο αγώνα του Παγκοσμίου Κυπέλλου από την Ουρουγουάη θα καταρρακώσει τη Βραζιλία. Είναι το τελευταίο ματς του τελικού ομίλου της διοργάνωσης (το σύστημα διεξαγωγής τότε προέβλεπε έναν νέο όμιλο αποτελούμενο από τις τέσσερις πρώτες ομάδες των τεσσάρων γκρουπ της α΄ φάσης) και στη «σελεσάο» αρκεί μια ισοπαλία για τη στέψη.

Είναι η εποχή όπου το ποδόσφαιρο βρίσκεται σαφώς πιο κοντά στην κοινωνία και η αποτυχία της ποδοσφαιρικής ομάδας μετατρέπεται σε εθνικό δράμα. Ο 10χρονος Πελέ βιώνει έντονα τις μέρες θλίψης των συμπατριωτών του και της οικογένειάς του. Και υπόσχεται στον συντετριμμένο πατέρα του ότι αυτός θα φέρει το πρώτο τρόπαιο στη χώρα του.

Το 1956 ο Πελέ θα περάσει δοκιμαστικά από τη Σάντος στο Βίλα Μπελμίρο και θα ξεχωρίσει από την πρώτη στιγμή. Στη Σάντος θα παραµείνει «κλειδωµένος» ως «εθνικός θησαυρός» µέχρι το 1974 και, ουσιαστικά, θα γιγαντώσει το όνοµά του µέσα από την εθνική οµάδα, στην οποία θα κληθεί το 1958 πριν ακόµη κλείσει τα 18 του.

Ο πρώτος διεθνής αγώνας του θα έρθει στις 7 Ιουλίου 1957 στο «Μαρακανά» (ήττα 1-2 από την Αργεντινή), αλλά εκεί θα σημειώσει το πρώτο του γκολ σε ηλικία 16 ετών και εννέα µηνών.

Το 1958 στη Σουηδία για το 6ο Παγκόσµιο Κύπελλο η Βραζιλία των Τζάλμα Σάντος, Ζίτο, Μπελίνι, Νίλτον Σάντος, Ντε Καρβάλιο, Ζιλμάρ, Γκαρίντσα, Ντιντί, Βαβά, Ζαγκάλο θα βάλει πέντε γκολ στον τελικό µε τη Σουηδία και ο Πελέ θα γίνει εθνικό σύµβολο.

Η δόξα δεν χαρίζεται και ο 18χρονος τότε Βραζιλιάνος θα γίνει σημείο αναφοράς για τη «σελεσάο», σηκώνοντας ένα τεράστιο βάρος στους ώμους του.

Το 1962 στη Χιλή ο Πελέ θα αποχωρήσει με θλάση από τον δεύτερο κιόλας αγώνα, όμως θα αφήσει άφωνο τον κόσμο με το γκολ του κόντρα στο Μεξικό, το οποίο είδαμε χρόνια μετά, το 1986 από τον Μαραντόνα κόντρα στην Αγγλία. Η Βραζιλία, έστω και μ’ αυτή την απώλεια, έχει την ποιότητα. Θα νικήσει την Τσεχοσλοβακία και θα στεφθεί ξανά πρωταθλήτρια κόσμου.

Δύο χρόνια μετά, τα τανκς θα βγουν στους δρόμους της Βραζιλίας και ο στρατηγός Μπράνκο θα καταλάβει το Ρίο. Η δικτατορία επικρατεί, το καθεστώς τον «τοποθετεί» πλάι του και αυτός ταξιδεύει περισσότερο για εξωγηπεδικές υποχρεώσεις παρά για το ποδόσφαιρο.

Το 1966 θα έρθει η πανωλεθρία στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Αγγλίας. Η Βραζιλία θα παραταχθεί για πασαρέλα και όχι για ποδόσφαιρο, ο Πελέ θα ποζάρει για φωτογραφίσεις και ο πικρός αποκλεισμός θα έρθει από τη φάση των ομίλων. Το «μαύρο διαμάντι», απογοητευμένο από τη συντριβή και τα πολύ σκληρά μαρκαρίσματα των αντιπάλων, θα δηλώσει ότι δεν θα συμμετάσχει ξανά σε Μουντιάλ.

Στη χώρα του, λίγες ημέρες μετά το χιλιοστό γκολ του, το 1969 (19.11), ο στυγνός δικτάτορας Μέντιτσι θα καλέσει τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή στο προεδρικό μέγαρο. Ο Πελέ θα δώσει το «παρών» και θα δεχθεί ξανά σκληρή κριτική. Κάποιοι θα τον χαρακτηρίσουν δειλό, άλλοι δημοσιοσχετίστα. Λίγους μήνες μετά, ο Βραζιλιάνος άσος θα προπονείται ξανά με τη «σελεσάο».

Πολλοί θα πουν ότι ο Μέντιτσι τον έπεισε με… τον τρόπο του. Ο ίδιος ο Πελέ θα πει ότι θέλει να επανορθώσει για το «ναυάγιο» του ’66.

Το 1970 στο Μεξικό, με προπονητή τον Μάριο Ζαγκάλο, που διαδέχθηκε τον Ζοάο Σαλντάνια, λίγες ημέρες πριν από τη σέντρα και την ομάδα να βρίσκεται εν μέσω ισχυρών κραδασμών, ο Πελέ θα ηγηθεί της κορυφαίας ίσως Βραζιλίας όλων των εποχών και θα φτάσει σε ακόμη έναν τελικό, όπου θα συντρίψει την Ιταλία με 4-1. Η Βραζιλία ήταν αήττητη και πρωταθλήτρια κόσμου για τρίτη φορά.

Και ο μύθος του Πελέ θα γιγαντωθεί ακόμη πιο πολύ, καθώς σχεδόν όλος ο πλανήτης θα απολαύσει τα κατορθώματά του μέσα από την τηλεόραση κι όχι από φήμες.

Kαι το πιο παράδοξο; Δύο χαμένες ευκαιρίες του έμελλε να μνημονεύονται μέχρι σήμερα, ίσως περισσότερο από τα γκολ του: η μία στην απόκρουση του αιώνα, όπως χαρακτηρίστηκε, όταν σε κεφαλιά του κόντρα στην Αγγλία ο Μπανκς «έγραψε» το highlight όλων των εποχών, αλλά και στον ημιτελικό απέναντι στην Ουρουγουάη: όταν ο Τοστάο έβγαλε πάσα στον ξεμαρκάριστο Πελέ που εφορμούσε στο ύψος της μεγάλης περιοχής, ο Μαζούρκιεβιτς επιχείρησε έξοδο. Ο Βραζιλιάνος άφησε την μπάλα να περάσει ανάμεσα από αυτόν και τον εμφανώς σαστισμένο αντίπαλο τερματοφύλακα. Στη συνέχεια πρόλαβε την μπάλα που είχε φύγει αρκετά δεξιά, αλλά το σουτ που επιχείρησε έφυγε άουτ, ελάχιστα εκατοστά από το δοκάρι. Γκολ δεν μπήκε, η φάση όμως έμεινε στην Ιστορία.

Χαρακτηριστική είναι και η εικόνα μετά το τελευταίο σφύριγμα του Δυτικογερμανού διαιτητή Ρούντι Γκλέγκνερ στον τελικό: οι Ιταλοί σπεύδουν να φύγουν προς τα αποδυτήρια, καθώς ο κόσμος ξεχύνεται στον αγωνιστικό χώρο για να αγκαλιάσει τους Βραζιλιάνους. Ολοι οι Ιταλοί πλην ενός. Του Ρομπέρτο Ροσάτο, ο οποίος τρέχει προς τον Πελέ. Σπρώχνει όποιον βρίσκει μπροστά του και γραπώνει τον Βραζιλιάνο. Κάτι του φωνάζει. Ο Πελέ βγάζει τη φανέλα του και του τη δίνει…

Mετά τη σεζόν του 1974 (19η με τη Σάντος), ο Πελέ υπέγραψε στα 35 του με την Κόσμος της Νέας Υόρκης και το 1977 «κρέμασε» τα παπούτσια του και συνέχισε να ταξιδεύει πλέον για να διαφημίζει εταιρείες και πιστωτικές κάρτες.

Αν και δεν αγωνίστηκε ποτέ στην Ευρώπη, κατάφερε να γίνει ο απόλυτος μύθος εντός αγωνιστικών χώρων. Κυρίως μέσω των όσων πέτυχε στα Παγκόσμια Κύπελλα. Κυρίως διότι έκανε πράγματα που τα είδαμε πολλά χρόνια αργότερα από παίκτες όπως ο Κρόιφ, ο Μαραντόνα, ο Ζιντάν, ο Ριβάλντο, ο Μέσι, ο Κριστιάνο Ρονάλντο. Από τον διασκελισμό του, την ευστροφία του, το υψηλό ποδοσφαιρικό IQ του μέχρι την απαράμιλλη τεχνική του, την απίστευτη δύναμή του, το άλμα του.

Διαβάστε ακόμη: