Στα ογδόντα του, με περίπου έξι δεκαετίες στη δισκογραφία, πολλές δεκάδες άλμπουμ στο βιογραφικό του, αμέτρητες βραβεύσεις και με το παράσημο της ιπποσύνης να του στολίζει το πέτο, ο παραγωγικότερος Beatle παραμένει ο ερμηνευτής που δίνει το μέτρο της υπεροχής, αλλά και ο τραγουδοποιός του οποίου τη μουσική οι σταρ του μέλλοντος θα αντιγράφουν για πολλά – πολλά ακόμη χρόνια. Σε μια περίοδο κατά την οποία οι βετεράνοι πάλι μας μαθαίνουν γράμματα, αξίζει να σκύψουμε ξανά σε μια φυσιογνωμία που ξεπερνά εποχές, μόδες και μουσικά ιδιώματα για να δηλώσει πως το παλιό πάει χέρι χέρι με το νέο στην έκσταση της μουσικής.
Ένας από τους καλλιτέχνες που παρακολουθεί την πορεία του Paul McCartney από το 1964, ο εμβληματικός σκωτσέζος φωτογράφος Harry Benson κυκλοφορεί στις εκδόσεις Taschen το «Paul», ένα πολύγλωσσο λεύκωμα με 100 και πλέον σπάνιες φωτογραφίες που καταγράφουν την πορεία του Macca σε όλες τις φάσεις της καριέρας του, από το ντελίριο της πρώιμης Beatlemania και την ωριμότητα των Wings στα seventies, έως τις πιο σποραδικές εμφανίσεις του κατά τη δεκαετία του 1990. «Μπορούσα να βγάλω μια φωτογραφία με τους Beatles, αλλά ο Paul έπρεπε πάντοτε να είναι ανάμεσά τους», σημειώνει ο ίδιος ο Benson. «Το βλέμμα σου έπεφτε πάντοτε πάνω του –ήταν εκείνος που έδινε κίνηση στην εικόνα. Ήταν συχνή η διαμάχη γύρω από το ποιος ήταν ο ηγέτης των Beatles –πολλοί ανέφεραν τον John, άλλοι τον Paul. Οι διαφωνίες κατέληγαν χωρίς ετυμηγορία: Καθένας τους θα μπορούσε να είναι ο αρχηγός. Όσο για τη δική μου γνώμη, ήταν ηγέτες αμφότεροι».
Η διαμάχη την οποία επικαλείται ο φωτογράφος είναι παλιά και ανεπίλυτη όσο και το ίδιο το ροκ σαν κουλτούρα, αυτό που έχει σημασία ωστόσο είναι ότι ο McCartney, ζει, βασιλεύει και κάνει ότι περνάει από το χέρι του για να αποδείξει ότι τα κλασικότερα κομμάτια του κουαρτέτου, από το «Eleanor Rigby» ως το «Hey Jude», ήταν δικά του προϊόντα, καθώς και πως αποτελούσε το δημιουργικότερο μέλος των Fab Four, εκείνος που παρέσυρε τους Beatles προς τα εμπρός, με τις διασυνδέσεις του στην κουλτούρα της avant garde και τη συνθετική του πρωτοκαθεδρία στο ύστερο υλικό του γκρουπ. Για πολλούς, ο Macca ήταν ο καθοριστικότερος Beatle, και στις σελίδες του «Paul» ο αναγνώστης θα ανακαλύψει άφθονα επιχειρήματα που επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό.
Ασπρόμαυρα κάδρα με τον Lennon να τον πλαισιώνει στο πιάνο και τον Ringo στο φόντο, οικογενειακά ενσταντανέ με τη Linda και τα παιδιά στην εξοχή ή on tour, στιγμιότυπα σπουδής στο στούντιο, με το βλέμμα του βυθισμένο στις μυριάδες δυνατότητες της κονσόλας μείξης, αστραφτερά καρέ με τις διασημότητες με τις οποίες έχει συγχρωτιστεί ανά τις δεκαετίες. Σε ένα χαρακτηριστικό εδάφιο του λευκώματος, ο Harry Benson αναφέρει χαρακτηριστικά: «Το πάρτι του Queen Mary αγκυροβόλησε στο Λονγκ Μπιτς της Καλιφόρνια και ήταν μια σπουδαία βραδιά, μια βραδιά αξέχαστη, γεμάτη σταρ οπουδήποτε στρεφόσουν –από τον Dean Martin και τον George Murphy, μέχρι θρύλους σαν τον Bob Dylan και τον Michael Jackson. Ο Paul μου προσέφερε την αποκλειστικότητα του δρώμενου. Ήμουν ο μοναδικός φωτογράφος εκεί».
Εάν αναρωτιέστε πού οφείλει την τιμή, αξίζει να υπογραμμιστεί ότι ο ίδιος ο Harry Benson έχει αποτυπώσει ορισμένα από τα κορυφαία δείγματα φωτοδημοσιογραφίας του εικοστού αιώνα: Εκτός από τους Beatles, τους οποίους συνοδεύει από την εναρκτήρια τουρνέ τους στις ΗΠΑ το 1964, ο Benson έχει ενδεικτικά φωτογραφίσει τη βασίλισσα Ελισάβετ, τον Bobby Fischer, τον Michael Jackson, την Elizabeth Taylor, τον πρόεδρο Eisenhower, έχει καλύψει πολεμικές ζώνες, ενώ βρισκόταν στο πλευρό του Robert F. Kennedy, όταν ο γερουσιαστής πυροβολήθηκε στο Λος Άντζελες το 1968. Εικόνες του έχουν δημοσιευτεί στο «Life», στο «Vanity Fair», στο «New Yorker», ενώ έχει υπογράψει περισσότερα από εκατό εξώφυλλα για το «People». Παρά τα glamorous διαπιστευτήριά του, ο Benson παρέμεινε σταθερός φωτοβιογράφος της οικογένειας McCartney, σε μια συνεργασία που δεν άργησε να αποκτήσει προσωπικούς δεσμούς: «Κάτι σημαντικό που θέλω να αναφέρω για τον Paul: Όποτε τον φωτογράφιζα, πάντοτε ακολουθούσε τις οδηγίες και με άφηνε να κάνω τη δουλειά μου ακριβώς όπως επιθυμούσα. Όντας φωτογράφος η ίδια, η Linda ασκούσε σημαντική επιρροή και με βοηθούσε να επιτύχω το καλύτερο αποτέλεσμα. Τη συμπαθούσα πολύ… Όπως και όλοι οι υπόλοιποι φωτογράφοι που συνεργάστηκαν με το ζευγάρι».
Τι το καινούργιο έχει λοιπόν να προσφέρει το «Paul» της Taschen σε παλιούς και όψιμους φίλους των Beatles και των Wings, του Paul McCartney αλλά και της ίδιας της φωτογραφικής τέχνης; Ίσως ένα αλλιώτικο, νοσταλγικότερο «τότε», στη διάρκεια του οποίου δεν υπήρχαν social media για να καταγράφουν τα πάντα αυτοστιγμεί, με συνέπεια το κάθε φωτογραφικό ντοκουμέντο να αποτελεί μυθοπλαστικό υλικό. Ταυτόχρονα, στις σελίδες του θα ανακαλύψετε σπάνιες όψεις μιας φυσιογνωμίας πεισματικά πολυσχιδούς, της διάνοιας πίσω από το «Rubber Soul», το «Revolver», το «White Album», το «Abbey Road», το «Let It Be», το «Band on the Run» και τα τόσα άλλα άλμπουμ που συμπυκνώνουν στα αυλάκια τους μοναδικές μικρογραφίες ποπ, τέχνης και ζωής. Το «Paul» είναι αναμφίβολα το coffee table book του φετινού καλοκαιριού.