Ποσό περίπου 670 εκατ. ευρώ έχει κληθεί συνολικά να επιστρέψει τα τελευταία 15 χρόνια το ελληνικό κράτος, λόγω κυρίως παρατυπιών και απουσίας ελέγχων στο σύστημα υπολογισμού αγροτικών επιδοτήσεων, χρηματοδοτήσεων στο πλαίσιο προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης, αλλά ακόμη και λόγω παράνομων ενεργειών στα προγράμματα προώθησης των ελληνικών προϊόντων.
Πρόκειται για το συνολικό ποσό που προκύπτει από τις 43 εκτελεστικές αποφάσεις που εξέδωσε η Κομισιόν από το 2010 έως και το 2024, αποφάσεις για τον αποκλεισμό από την κοινοτική χρηματοδότηση δαπανών που έγιναν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Γεωργικών Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ). Πιο πρόσφατη είναι αυτή που εκδόθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2024 και αφορά την εξαίρεση –ουσιαστικά επιστροφή– από την κοινοτική χρηματοδότηση ποσού άνω των 60 εκατ. ευρώ λόγω προβλημάτων στην εφαρμογή της πολλαπλής συμμόρφωσης (πρόκειται άλλωστε για το μέτρο όπου έγινε κυρίως το «πάρτι» με τα βοσκοτόπια) για τα οικονομικά έτη 2019-2022, αλλά και στη χορήγηση ενισχύσεων στο πλαίσιο αναπτυξιακών προγραμμάτων.
Και πριν από το 2004
Τα 670 εκατ. ευρώ προκύπτουν μετά την αφαίρεση των ποσών που επεστράφησαν στην Ελλάδα ύστερα από τις σχετικές αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ε.Ε. Αφορά δε σε οικονομικά έτη από το 2004 μέχρι και το 2023, δεδομένου ότι οι σχετικές αποφάσεις από τις Βρυξέλλες λαμβάνονται με σχετική καθυστέρηση, ενώ ανάλογες αποφάσεις υπάρχουν και στα έτη πριν από το 2004, αποδεικνύοντας ότι το πρόβλημα του ελέγχου χορήγησης των αγροτικών επιδοτήσεων στην Ελλάδα είναι διαχρονικό, με τη σκοπιμότητα, δυστυχώς, να υπερισχύει της ανεπάρκειας. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, όπως προκύπτει και από τις σχετικές ετήσιες εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ), ότι εάν προ δημιουργίας ΟΠΕΚΕΠΕ η «μαύρη τρύπα» εντοπιζόταν κυρίως στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, οι οποίοι διαχειρίζονταν κατά το δοκούν τις αγροτικές ενισχύσεις, μετά τη σύσταση του «αμαρτωλού», όπως αποδείχθηκε, οργανισμού τα προβλήματα παρέμειναν.
Μάλιστα, το ΕΕΣ χτυπούσε το «καμπανάκι» σχεδόν σε μόνιμη βάση, μην παραλείποντας να εγκαλέσει την Κομισιόν για πρόωρη άρση των επιφυλάξεών της έναντι του ελληνικού οργανισμού πληρωμών. Στην ετήσια έκθεση του 2001 που αφορά το οικονομικό έτος 2000 (δηλαδή πριν από την έναρξη λειτουργίας του ΟΠΕΚΕΠΕ) αναφέρεται ότι ο έλεγχος του ΕΕΣ κατέδειξε ορισμένα κενά: «έλλειψη ενημέρωσης των δελτίων πληροφορικής του ΟΣΔΕ (Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης και Ελέγχου) για τα σιτηρά και το βαμβάκι, ελλιπής χαρακτήρας του ελαιοκομικού μητρώου, έλλειψη αξιοπιστίας του κτηματολογίου, κενά και ασυνέπειες στα έγγραφα που τηρούν οι οργανώσεις παραγωγών, έλλειψη συστηματικού ελέγχου της επιλεξιμότητας από τις οργανώσεις παραγωγών, μη τήρηση ελάχιστου ποσοστού ελέγχων (για το βαμβάκι)». Στην ίδια έκθεση αναφέρεται και το εξής: «Στην Ελλάδα, στην πράξη, οι περισσότεροι κάτοχοι γεωργικών εκμεταλλεύσεων πληρώνονται σε μετρητά. Μολονότι λαμβάνουν επιταγή, εάν δεν υπάρχει τράπεζα στο χωριό ή κοντά στο χωριό όπου ζουν, οπισθογραφούν την επιταγή υπέρ του γεωργικού συνεταιρισμού, του οποίου εκπρόσωπος την εξαργυρώνει σε τράπεζα. Στη συνέχεια διανέμει τα μετρητά στους δικαιούχους, οι οποίοι υποτίθεται ότι υπογράφουν την κατάσταση πληρωμών ως απόδειξη ότι πληρώθηκαν. Τα ποσά που δεν υπερβαίνουν τις 100.000 δραχμές καταβάλλονται αμέσως σε μετρητά. Απαξ και εξαργυρωθεί η επιταγή, χάνεται και η διαδρομή του ελέγχου».
Στην έκθεση του 2006 αναφέρεται μεταξύ άλλων:
Η ποιότητα των επιθεωρήσεων είναι χαμηλή και οι διαπιστώσεις τεκμηριώνονται ελάχιστα ή και καθόλου, οι εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα είναι αναξιόπιστες, ενώ δεν βασίζονται πάντα σε γνήσιους ελέγχους.
Οι συνεταιριστικές οργανώσεις των παραγωγών ελέγχουν την καταχώριση όλων των δεδομένων στο ηλεκτρονικό σύστημα. Κανένα από τα στοιχεία που περιέχονται στο σύστημα δεν είναι ασφαλές και μπορεί να τροποποιηθεί από τις οργανώσεις οποτεδήποτε πριν από την πληρωμή. Το ηλεκτρονικό σύστημα δεν καταγράφει πότε και γιατί γίνονται αλλαγές στα αρχικά δεδομένα. Πολλές από τις αλλαγές αυτές είναι παράτυπες.
Το συνέδριο εξακολουθεί να εντοπίζει υπερβολικές δηλώσεις των εκτάσεων στις αιτήσεις των παραγωγών.
Βοσκοτόπια τα δάση
Στην έκθεση για το οικονομικό έτος 2010 το ΕΕΣ επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι «στην Ελλάδα υπήρξαν περιπτώσεις όπου ολόκληρα δάση θεωρούνταν μόνιμοι βοσκότοποι και, επομένως, ήταν επιλέξιμα για ενισχύσεις». Μέσω της εφαρμογής σχεδίων δράσης για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων, η κατάσταση διορθώθηκε. Ετσι, εν μέσω κρίσης, στην έκθεσή του για το οικονομικό έτος 2014 το ΕΕΣ διαπίστωνε ότι οι αλλαγές που έγιναν είχαν ως συνέπεια οι επιλέξιμοι μόνιμοι βοσκότοποι που ήταν περασμένοι στο σύστημα από 3,6 εκατ. εκτάρια το 2012 να μειωθούν σε 1,5 εκατ. εκτάρια το 2014. Σημειώνεται εδώ ότι μόνο για τα προβλήματα στο σύστημα αναγνώρισης αγροτεμαχίων (LPIS) επιβλήθηκαν στην Ελλάδα δημοσιονομικές διορθώσεις 608,6 εκατ. ευρώ για τα οικονομικά έτη 2007-2012. Από το 2015 η Κομισιόν αποφάσισε να κάνει χρήση της νέας νομοθεσίας που της επιτρέπει να μειώνει ή να αναστέλλει τις πληρωμές προς κράτη-μέλη των οποίων τα εθνικά συστήματα παρουσιάζουν σημαντικές και διαρκείς ελλείψεις και αποφάσισε να μειώσει τις πληρωμές του ΕΓΤΕ προς την Ελλάδα και μόνο.
Αν και τα επόμενα χρόνια το ΕΕΣ έγινε πιο «φειδωλό» στις αναφορές του στις δημόσιες εκθέσεις, δεν παρέλειπε να ενημερώνει για τα ευρήματά του τη Γενική Διεύθυνση Γεωργίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την DG Agri. Στην τελευταία έκθεση της DG Agri για το 2023 ο ΟΠΕΚΕΠΕ εμφανίζεται ως ο οργανισμός με το μεγαλύτερο περιθώριο λάθους, 6,38%, με τις άμεσες ενισχύσεις που θεωρούνταν επισφαλείς να ανέρχονται σε 126,63 εκατ. ευρώ. Ας σημειωθεί ότι τα συστήματα πληρωμών στην Ελλάδα μπήκαν από το 2019 σε καθεστώς επιτήρησης από την DG Agri, με τα προβλήματα να αφορούν τις ενισχύσεις για το ελαιόλαδο και τους βοσκοτόπους.