Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση κατά του ΣΥΡΙΖΑ για το θέμα της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της ΔΕΗ, πετώντας μάλιστα το γάντι στην αξιωματική αντιπολίτευση εφόσον το επιθυμεί να καταθέσει πρόταση μομφής.
Ο κ. Οικονόμου κατηγόρησε τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, ότι αδυνατεί να κατανοήσει την ανάγκη για την αναβάθμιση της Εταιρείας, σημειώνοντας ότι επί των ημερών του η ΔΕΗ είχε ζημίες ύψους 2,8 εκατ. ευρώ σε ημερήσια βάση.
«Όσο κυβερνούσε ο κ. Τσίπρας η ΔΕΗ έφτασε στα όσια της κατάρρευσης» είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και πρόσθεσε ότι το σχέδιο της κυβέρνησης για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου είναι ένα άλμα στο μέλλον.
«Πρέπει να αποφασίσουμε, επιτέλους, ποια ΔΕΗ θέλουμε», υπογράμμισε ο κ. Οικονόμου.
Ερωτηθείς σχετικά, για το ενδεχόμενο πρότασης μομφής από τον ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι «θα είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να συζητήσουμε αναλυτικά με στοιχεία και αριθμούς για το πότε η ΔΕΗ ήταν έτοιμη να καταρρεύσει, τίνος η πολιτική την οδήγησε σε αυτά τα όρια με τις συνέπειες που θα είχε για την οικονομία και τους πολίτες, να συζητήσουμε για ποια περίοδο η εταιρεία είχε αποτίμηση 300 εκατ. και πότε 2 δισ., πότε έχανε 2,8 εκατομμύρια ευρώ την ημέρα, ποιες πολιτικές την είχαν οδηγήσει στην απαξία. Θα είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να συζητήσουμε για τη διαφορά αντίληψης για την ανάπτυξη της χώρας και τη θωράκιση των συμφερόντων της κοινωνίας και των καταναλωτών».
Σε περίπτωση υποβολής πρότασης μομφής, «η κυβέρνηση θα μπορέσει να δώσει ουσιαστικές απαντήσεις σε κραυγές που ακούγονται και δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα».
Άκης Σκέρτσος για ΔΕΗ: Το Δημόσιο παραμένει ο κυρίαρχος μέτοχος που θα καθορίζει τη στρατηγική της
Την «επόμενη μέρα» της ΔΕΗ, τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η Επιχείρηση, αλλά και τον ρόλο που θα παίξει το Δημόσιο αφενός, οι ιδιώτες επενδυτές αφετέρου, περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό Αντ1.
Κληθείς, ειδικότερα, να σχολιάσει την επικείμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου στη ΔΕΗ με ταυτόχρονη μείωση του ποσοστού του Δημοσίου, ο υπουργός Επικρατείας επεσήμανε ότι «αυτός είναι ο τρόπος να παραμείνουν χαμηλές οι τιμές του ρεύματος». Στον αντίποδα, αντέτεινε, «αυτοί οι οποίοι υποστηρίζουν την απόλυτα κρατική ΔΕΗ, είναι αυτοί που τη βούλιαξαν. Κρατισμός και ΔΕΗ οδήγησαν πριν από δύο χρόνια σε μια καταχρεωμένη δημόσια εταιρεία ενέργειας, με 2,5 δισ. ζημιές, η αξία της στο χρηματιστήριο με το ζόρι έπιανε τα 300 εκατ. τη στιγμή που σήμερα είναι πάνω από 2 δισ., είχε ένα ακριβό τιμολόγιο». Και την ίδια στιγμή, συμπλήρωσε, «το ρεύμα παραγόταν από μια “βρώμικη” μορφή ενέργειας, τον λιγνίτη, με βάση τα διεθνή συστήματα εμπορίας ρύπων πρέπει να πληρώνουμε υψηλότερες τιμές ενέργειας λόγω του λιγνίτη».
Και, εστιάζοντας στο από εδώ και πέρα, τόνισε: «εδώ, πρέπει να γίνουν πολλά βήματα, ταυτόχρονα, για να αλλάξουμε ενεργειακό μείγμα, να γίνουν επενδύσεις από τη ΔΕΗ με ιδιωτικά κεφάλαια, το ελληνικό Δημόσιο δεν έχει τα χρήματα για να κάνει τις αναγκαίες επενδύσεις ώστε να έχουμε καινούρια δίκτυα, καλύτερες υπηρεσίες, φθηνότερο ρεύμα. Η ιδιωτική πρωτοβουλία θα βοηθήσει σημαντικά», δήλωσε ο Α. Σκέρτσος περιγράφοντας και τις προϋποθέσεις της επιτυχίας: «Σοβαρή ιδιωτική πρωτοβουλία και συμμετοχή σε εταιρείες υπό την καθοδήγηση του κράτους, χωρίς να απεμπολείται κανένα απολύτως δικαίωμά του», εν προκειμένω μάλιστα, «το 34% ουσιαστικά εξασφαλίζει στο ελληνικό Δημόσιο κυρίαρχο ρόλο, δεν υπάρχει στρατηγικός επενδυτής, θα υπάρξουν πολλοί (επενδυτές) μικρότερης εμβέλειας από τη συμμετοχή του Δημοσίου, που παραμένει ο κυρίαρχος μέτοχος, αυτός που θα καθορίζει τη στρατηγική της ΔΕΗ».
Και, ευκαιρίας δοθείσης, ο υπουργός Επικρατείας εξαπέλυσε επίθεση κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημειώνοντας ότι «η προηγούμενη κυβέρνηση είχε δεσμευθεί σε μια πώληση του 17% της ΔΕΗ, όπου τα χρήματα δεν θα έμεναν στην Ελλάδα, δεν θα πήγαιναν στη ΔΕΗ, θα πήγαιναν στους πιστωτές μας για την εξυπηρέτηση του χρέους. Με τον τρόπο που γίνεται τώρα η ιδιωτικοποίηση του 17% της ΔΕΗ, εξασφαλίζεται ο κυρίαρχος ρόλος του Δημοσίου, σε στρατηγικό ποσοστό 34%, με τρόπο που θα μπουν σοβαροί θεσμικοί επενδυτές αλλά σε μικρότερα ποσοστά».