Δεν είναι βέβαιο αν η προφητεία του μηχανισμού Αντικυθήρων μπορεί να εφαρμοστεί στις εισπράξεις των εισιτηρίων: ορισμένες εκτιμήσεις χρονολογούν τον μηχανισμό ήδη από το 200 π.Χ. Αλλά, αν μπορούσε, θα είχε προβλέψει ίσως την απογοητευτική επίδοση της ταινίας «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο Δίσκος του Πεπρωμένου» στο αμερικανικό και διεθνές box office την πρώτη εβδομάδα προβολής του, μια δεύτερη διαδοχική αποτυχία για καλοκαιρινό χολιγουντιανό μπλοκμπάστερ, αφότου το «The Flash» απέτυχε να ξεσηκώσει παγκόσμιο κοινό νωρίτερα τον Ιούνιο.
Ενώ η ταινία άνοιξε στο Νο 1 του αμερικανικού box office, το εκτιμώμενο συνολικό ποσό του Σαββατοκύριακου έναρξης (60 εκατ. δολάρια) υπήρξε απογοητευτικό – και κάτω από το μισό του ποσού των 120,7 εκατ. δολαρίων που πέτυχε το «Spider-Man: Across the Spider-Verse» το πρώτο Σαββατοκύριακο.
Η επίδοση του «Δίσκου του Πεπρωμένου» ήταν χαμηλή και στο παγκόσμιο box office, με 52 χώρες να καταγράφουν εισπράξεις 70 εκατ. δολαρίων, διαμορφώνοντας συνολικές εισπράξεις γύρω στα 130 εκατ. δολάρια για μια ταινία που φημολογείται ότι κόστισε περίπου 300 εκατ. δολάρια.
Η επίδοση του «Δίσκου του Πεπρωμένου» ήταν χαμηλή και στο παγκόσμιο box office, με 52 χώρες να καταγράφουν εισπράξεις 70 εκατ. δολαρίων, διαμορφώνοντας συνολικές εισπράξεις γύρω στα 130 εκατ. δολάρια για μια ταινία που φημολογείται ότι κόστισε περίπου 300 εκατ. δολάρια.
Γεγονός είναι ότι τα καλοκαιρινά μπλοκμπάστερ δεν αποτελούν πλέον τα εγγυημένα μεγαθήρια που ήταν στην προ-Covid εποχή. Τι πήγε όμως τόσο στραβά για ένα φαινομενικά ασφαλές στοίχημα; Στην περίπτωση του τελευταίου Ιντιάνα Τζόουνς, αποδεικνύεται εντελώς λανθασμένη στρατηγική η δημογραφική εξάρτηση από τις διαθέσεις ενός μεγαλύτερου, νοσταλγικού και κυρίως ανδρικού κοινού, αντί να ενσωματωθούν στοιχεία που θα μπορούσαν να προσελκύσουν ένα νεότερο και πιο ποικιλόμορφο κοινό.
Ο αναλυτής του αμερικανικού box office, Anthony D’Alessandro, αποδίδει αυτό το «καταστροφικό αποτέλεσμα» εν μέρει στην απόφαση της Disney να κάνει την πρεμιέρα της ταινίας στις Κάννες –πάντα μια ριψοκίνδυνη ενέργεια ειδικά για ένα στούντιο με τόσο έντονη συνείδηση της δημοσιότητας– όπου έλαβε σε μεγάλο βαθμό μέτριες κριτικές.
Σημειώνει επίσης ότι ένα άλλο πρόβλημα της ταινίας ήταν ότι παρέμεινε παγιωμένη στη φόρμουλα του ιστορικού franchise του και δεν κατέβαλε «καμία προσπάθεια … να το αναβαθμίσει και να το κάνει ελκυστικό σε ένα διαφορετικό κοινό κάτω των 40 ετών».
Και ο παράγοντας Φίμπι Γουόλερ-Μπριτζ; Δεν μέτρησε; Η Αγγλίδα ηθοποιός και σεναριογράφος εμφανίζεται στην ταινία ως βαφτισιμιά του Indy, αν και αξίζει να θυμηθούμε ότι, ως κινηματογραφική ερμηνεύτρια, δεν έχει το κύρος που θα αντιστοιχούσε στην τηλεοπτική της παρουσία. Ίσως είναι δύσκολο να το χωνέψουμε κάποιοι από εμάς, αλλά ο κόσμος δεν αποτελείται από οπαδούς του Fleabag – η εμφάνισή της στην ταινία μοιάζει αταίριαστη. Η ίδια έχει λειτουργήσει θαυμάσια ως μαγική σκόνη που πασπαλίστηκε σε μια ταινία Bond ή σε ένα prequel του Star Wars, αλλά δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι μπορεί να γίνει μαγικό ραβδί και να κάνει θαύματα στη μεγάλη οθόνη.
Ένα άλλο στοιχείο που ενδεχομένως λειτούργησε απωθητικά για το κοινό είναι ίσως και η τεχνολογία απογήρανσης (de-aging) που αφαιρεί μερικές δεκαετίες αλλά και αρκετές στρώσεις ανθρώπινου συναισθήματος από το πρόσωπο του Χάρισον Φορντ. Κοιτάξτε επίσης ποιον πολεμάει αυτήν τη φορά: τους ναζί. Δεν βλέπουμε αρκετούς από δαύτους καθημερινά στο Twitter;