Πώς επηρεάζει έναν δημιουργό που έχει μάθει στη μοναχικότητα και στην απομόνωση ο εγκλεισμός της πανδημίας;
Θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει τις εν λόγω συνθήκες ευνοϊκές αλλά δεν είναι. Η αδυναμία να βρεις υλικά, να τα αγγίξεις και η «click away» προσέγγιση, κάθε άλλο παρά διευκόλυναν τον καλλιτέχνη Νίκο Φλώρο κατά την προετοιμασία της μεγάλης έκθεσης που ετοιμάζει και θα παρουσιαστεί την άνοιξη του 2021, με θέμα τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, στον μουσειακό χώρο «Συλλογή Ελληνικών Ενδυμασιών “Βικτώρια Γ.Καρέλια”- Λύκειον των Ελληνίδων Καλαμάτας».
Η ύλη όμως είναι και θα παραμείνει πάντα το μέσο, το φθαρτό μέσο, και γι’ αυτό υπάρχουν τρόποι να αντικαταστήσεις ένα υλικό με κάποιο άλλο, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Φλώρος, μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Τα έργα τέχνης έχουν ως στόχο να μεταφέρουν ενέργεια. Το υλικό είναι δευτερεύον. Αυτή ήταν και η μεγαλύτερη πρόκληση για μένα, όταν κλήθηκα να δημιουργήσω έργα που αφορούσαν τους ήρωες επαναστάτες του 1821», σημειώνει.
Και προσθέτει: «Δεν υπάρχει σαφής απεικόνιση των προσώπων αυτών. Πώς ήταν η Λακαρίνα Μπουμπουλίνα ή τα χαρακτηριστικά του Κολοκοτρώνη… δεν ήταν οι άνθρωποι που θα κάθονταν να ποζάρουν για να έχουμε σήμερα κάποιο πορτρέτο τους. Όλα ήταν κατά προσέγγιση. Αυτό που επεδίωξα, με τα έργα που θα έχει ο κόσμος τη δυνατότητα να δει -καλώς εχόντων των πραγμάτων- την άνοιξη, είναι μια αποτύπωση της ενέργειάς τους. Να μεταφέρω ένα μήνυμα από το παρελθόν στον σύγχρονο Έλληνα που τόσο το χρειάζεται, τώρα περισσότερο από ποτέ».
Τα έργα του Νίκου Φλώρου έχουν φιλοξενηθεί σε μεγάλες εκθέσεις του εξωτερικού και σε χώρους μνημεία όπως αυτός του τότε Κρατικού Μουσείου του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Ισαάκ, στην Αγία Πετρούπολη, που επαναλειτούργησε ως ναός. Συγκινητική στιγμή στην πορεία του ήταν και η έκθεση «Από το Φως στο Σκοτάδι» στο Σπίτι-Μουσείο του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου «Museo Del Greco» στο Τολέδο της Ισπανίας, όπου 400 χρόνια μετά το θάνατό του Θεοτοκόπουλου, τα έργα του Νίκου Φλώρου βρέθηκαν δίπλα στα αυθεντικά έργα του μεγάλου El Greco, όπως περιγράφει ο ίδιος.
Μετά από πολλά χρόνια με συνεχή παρουσία στο εξωτερικό και με βασική πηγή έμπνευσης το «ελληνικό φως» και το αρχαιοελληνικό ιδεώδες, ο Νίκος Φλώρος επιστρέφει και καλλιτεχνικά στην πατρίδα του, για να παρουσιάσει μια έκθεση που τον ενθουσιάζει αλλά συγχρόνως του δημιουργεί το βάρος της ευθύνης απέναντι στους προγόνους του.
«Σκέφτομαι τον πρόγονό μου Νίκο Φλώρο που ήταν οπλαρχηγός και έπεσε στην μάχη, τον αποκεφάλισαν οι Τούρκοι. Περπατάω καμιά φορά στο δρόμο της Αθήνας που φέρει το όνομά του και νοιώθω δέος. Εύχομαι να καταφέρω με τα έργα μου να αποδώσω αυτό το μεγαλείο και το πνεύμα εκείνης της εποχής. Για μένα αυτά τα έργα θα είναι ένας φόρος τιμής σε εκείνους που θυσιάστηκαν για την ελευθερία μας», σημειώνει ο καλλιτέχνης.
Τα έργα από κουτάκια αλουμινίου και η πρόταση για τη Θεσσαλονίκη
Υλικά ευτελή, κουτάκια από αλουμίνιο, ξύλα, σύρματα αποτελούν το εφήμερο μέσο για να αποτυπώσει ιδέες διαχρονικές μέσα από τα έργα του. Έτσι περιγράφει ο Νίκος Φλώρος την επιλογή του να στραφεί σε ανακυκλώσιμα υλικά κατά το διάστημα που ζούσε στη Νέα Υόρκη.
«Σε μια χώρα που ο καταναλωτισμός ήταν έντονος αλλά η αγάπη για το νέο, το μοντέρνο, το καινοτόμο ήταν παρούσα, ένιωσα την επιθυμία να δημιουργήσω χρησιμοποιώντας αυτό το υλικό. Αυτό το ενδεχομένως ευτελές υλικό, στα μάτια μου ήταν μια μεγάλη παλέτα χρωμάτων», περιγράφει ο κ. Φλώρος.
Πλέον, κατά τον ίδιο, μπαίνουμε σε μια νέα εποχή όπου θα κυριαρχήσει η κίνηση. «Οραματίζομαι το μέλλον με γλυπτά και δημιουργίες μη στατικές», επισημαίνει. «Με αφορμή μια συζήτηση που είχα με την αντιπεριφερειάρχη και πρόεδρο του Οργανισμού Τουρισμού Θεσσαλονίκης Βούλα Πατουλίδου, έφτιαξα ένα προσχέδιο για το γλυπτό- σύμβολο που θα ταίριαζε στη Θεσσαλονίκη. Μια πόλη κοσμοπολίτισσα, κέντρο πολιτισμών που δέχεται επιρροές από τις γειτονικές χώρες με ανοιχτό πνεύμα, θα της ταίριαζε η γοργόνα, που παραπέμπει σύμφωνα με τον μύθο, στην αδερφή του Μεγά Αλέξανδρου», αναφέρει.
«Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι η Θεσσαλονίκη ήταν η πόλη που φιλοξένησε ένα έργο πρωτοποριακό και καινοτόμο, τις Ομπρέλες του Ζογγολόπουλου, οι οποίες έγιναν ένα από τα τοπόσημα της πόλης», καταλήγει ο κ. Φλώρος.