Ο «Πλούτος των Εθνών», του Άνταμ Σμιθ, θεωρείται δικαίως ένα αριστούργημα του 18ου αιώνα, χαρακτηρίζεται όμως από μία γοητευτική παράλειψη: Στις 1.008 σελίδες του δεν αναφέρεται ούτε μία φορά η λέξη «ενέργεια». Το ίδιο ισχύει και για πιο σύγχρονα κλασικά οικονομικά βιβλία, όπως «Η γνώση και ο πλούτος των εθνών», του Ντέιβιντ Γουορς, ή «Η προέλευση του πλούτου», του Έρικ Μπάινχοκερ.
Αυτό είναι περίεργο αν σκεφτεί κανείς ότι είναι αδύνατο να ασκήσεις οικονομική δραστηριότητα -στην πραγματικότητα, να διατηρήσεις την ίδια τη ζωή- χωρίς ενέργεια. Όπως λέει ο Τσαρλς Χολ, καθηγητής στο State University της Νέας Υόρκης, «η ενέργεια χρησιμοποιείται σε κάθε βήμα κάθε οικονομικής διεργασίας».
Ο Χολ είναι ένας από τους ερευνητές που προσπαθούν να θέσουν τα οικονομικά σε μία νέα βάση. Αντί να εξετάζουν το αντικείμενό τους μέσα από τους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης, το κάνουν μέσα από τους νόμους της θερμοδυναμικής. Δηλαδή της ενέργειας. Κάποιοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η ενέργεια είναι ένα δευτερεύον εμπόρευμα, δεδομένου ότι ο ενεργειακός τομέας ισοδυναμεί με το 5% μίας σύγχρονης οικονομίας. Ο Χολ και οι συνεργάτες του απαντούν ότι χωρίς αυτό το 5% η υπόλοιπη οικονομία είναι καταδικασμένη να σταματήσει.
Αν κάνουμε ένα βήμα πίσω και το σκεφτούμε, θα συνειδητοποιήσουμε ότι όλες οι επαναστάσεις πυροδοτήθηκαν στην πραγματικότητα από μετασχηματισμούς στην ενέργεια. Η εμφάνιση της σύγχρονης ζωής διευκολύνθηκε από την εκμετάλλευση της ενέργειας με έναν νέο τρόπο: Τη φωτοσύνθεση, που επέτρεψε σε μονοκυτταρικούς οργανισμούς να αποθηκεύσουν την ενέργεια του ηλίου με τη μορφή σακχάρων για μελλοντική χρήση. Η εφεύρεση της φωτιάς μάς επέτρεψε να καίμε έναν οργανισμό (νεκρά δέντρα) για να απελευθερώνουμε την ενέργεια σε έναν άλλο (τη χημική ενέργεια στα τρόφιμα). Η βιομηχανική επανάσταση ήταν άλλη μία ενεργειακή επανάσταση: Κάψαμε αποθηκευμένο ηλιακό φως με τη μορφή ορυκτών καυσίμων για να χτίσουμε τον σύγχρονο κόσμο.
Η ενέργεια προκάλεσε την πιο πρόσφατη οικονομική κρίση, όμως ο Χολ υποστηρίζει ότι το πρόβλημα έχει ξεκινήσει από παλιά. Όταν πρωτοήρθαμε σε επαφή με το πετρέλαιο, εξορύξαμε αυτό που ήταν πιο κοντά στην επιφάνεια. Το 1919 χρειαζόταν ένα βαρέλι πετρελαίου από ενεργειακή άποψη για να εξορυχθούν εκατό βαρέλια. Σήμερα, με την ίδια ποσότητα ενέργειας εξορύσσονται μόλις πέντε. Όταν, όμως, η ποσότητα της ενέργειας που χρειάζεται για να τροφοδοτεί μία οικονομία αυξάνεται, ο μη ενεργειακός τομέας πρέπει να συρρικνωθεί. Και αυτό εξηγεί γιατί η παραγωγικότητα έχει μείνει στάσιμη τις τελευταίες δεκαετίες σε όλον τον δυτικό κόσμο.
Τι μπορεί να γίνει; Ένα λαμπρό βιβλίο του Μάικλ Μουθουκρίσνα, καθηγητή στο LSE, θέτει την ενέργεια στο επίκεντρο. Για να αντιστραφεί η μείωση του αριθμού των βαρελιών που εξορύσσονται με το ενεργειακό ισοδύναμο ενός βαρελιού, θα πρέπει να αυξηθεί η χρήση της τεχνολογίας της πυρηνικής σχάσης. Ο απώτατος στόχος είναι να κατακτηθεί η πυρηνική σύντηξη, που επιτρέπει σχεδόν απεριόριστη καθαρή ενέργεια. Ο Μουθουκρίσνα πιστεύει ότι η καινοτομία που απελευθερώνει νέες ενεργειακές πηγές είναι εντελώς διαφορετική από την καινοτομία που εκμεταλλεύεται την υπάρχουσα προσφορά. Η πρώτη αποτελεί τον μόνο δρόμο για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη όπως εκείνη που υποστηρίζει τα 8 δισεκατομμύρια κατοίκων του πλανήτη. «Το ερώτημα», σημειώνει ο συγγραφέας, «είναι κατά πόσον έχουμε την ικανότητα να φτάσουμε στην επόμενη ενεργειακή μετάβαση, στο επόμενο επίπεδο αφθονίας και πολιτισμού».
Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι διαθέτει όλες τις απαντήσεις. Καθώς βαδίζουμε, όμως, προς μία ενεργειακή κρίση που θα καθορίσει τον επόμενο μισό αιώνα, δεν θα πρέπει να επικεντρωνόμαστε σε δίπολα όπως Δεξιά/Αριστερά ή μείωση φόρων/αύξηση δημοσίων δαπανών. Οι υποψήφιοι για την ηγεσία του Συντηρητικού Κόμματος στη Βρετανία δεν θέτουν μόνο τα λάθος ερωτήματα, μιλούν και τη λάθος γλώσσα.
(*) Ο Μάθιου Σιέντ είναι αρθρογράφος των Sunday Times