Οι δρόμοι και τα καταστήματα στη Μιανμάρ ήταν άδεια καθώς οι πολίτες πραγματοποιούν σιωπηλή απεργία σήμερα, πρώτη επέτειο από το πραξικόπημα που ανέτρεψε τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας, ενώ ΟΗΕ και ΗΠΑ αυξάνουν την πίεση στους στρατηγούς.
Η Ρανγκούν, η οικονομική πρωτεύουσα της Μιανμάρ, ήταν έρημη στο τέλος του πρωινού και πολλά καταστήματα είχαν κλειστές τις πόρτες τους. Η σιωπηλή απεργία πραγματοποιείται έπειτα από έκκληση που απηύθυναν οι αντίπαλοι της χούντας.
“Κανείς στη συνοικία μου δεν βγαίνει από το σπίτι του, οι δυνάμεις ασφαλείας κάνουν περιπολίες”, δήλωσε ένας κάτοικος της Ρανγκούν.
“Η σιωπή είναι η πιο ισχυρή κραυγή που μπορούμε να απευθύνουμε στους στρατιώτες και την αιματηρή καταστολή τους”, έγραψε ένας αντιφρονών στο Twitter.
Το πραξικόπημα
Μετά το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου 2021 εναντίον της ηγέτιδας της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Τσι έχουν πραγματοποιηθεί πολλές σιωπηλές απεργίες, μία εκ των οποίων τον Δεκέμβριο στη διάρκεια της οποίας άδειασαν οι δρόμοι της χώρας. Οι στρατηγοί είχαν προειδοποιήσει τότε ότι πλέον τέτοιου είδους ενέργειες ενδέχεται να χαρακτηρίζονται εσχάτη προδοσία. Επίσης είχαν απειλήσει να πάρουν τον έλεγχο των καταστημάτων που μένουν κλειστά.
Σήμερα ο επικεφαλής της χούντας Μιν Αούνγκ Χλάινγκ δεσμεύθηκε σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Global New Light να οργανώσει “ελεύθερες και δίκαιες” εκλογές “ μόλις η κατάσταση ηρεμήσει και σταθεροποιηθεί”.
Μετά το πραξικόπημα περισσότεροι από 1.500 πολίτες έχουν σκοτωθεί και σχεδόν 9.000 κρατούνται στις φυλακές του καθεστώτος, σύμφωνα με τοπικό παρατηρητήριο που καταγγέλλει περιστατικά βασανισμών, βιασμών και εξωδικαστικών εκτελέσεων.
Μπροστά στην αύξηση της βίας η διεθνής κοινότητα ενίσχυσε χθες Δευτέρα την πίεση στους στρατηγούς.
Ο ΟΗΕ ανακοίνωσε ότι θα ερευνήσει αν διαπράχθηκαν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
“Η διεθνής δικαιοσύνη έχει πολύ μακρά μνήμη”, προειδοποίησε ο Νίκολας Κούμζιαν επικεφαλής του ανεξάρτητου μηχανισμού έρευνας του ΟΗΕ για τη Μιανμάρ. Ο μηχανισμός αυτός, που συστήθηκε από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2018, συγκεντρώνει στοιχεία προκειμένου να μπορούν να ασκηθούν διώξεις.
Οι ΗΠΑ από την πλευρά τους επέβαλαν, σε συντονισμό με τη Βρετανία και τον Καναδά, νέες οικονομικές κυρώσεις στη Μιανμάρ. Στόχος των κυρώσεων είναι επτά πρόσωπα και δύο οντότητες “ που συνδέονται με το στρατιωτικό καθεστώς στη Μιανμάρ”, αλλά και οι πλέον υψηλόβαθμοι δικαστικοί της χώρας, ο γενικός εισαγγελέας, ο πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου και ο επικεφαλής της επιτροπής κατά της διαφθοράς, σύμφωνα με ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών.
“Δεν ξεχνάμε”
“Για όσο διάστημα το καθεστώς στερεί από τον λαό της Μιανμάρ τη δημοκρατική του φωνή, θα αναγκάζουμε τους στρατιωτικούς και τους υποστηρικτές τους να πληρώνουν”, προειδοποίησε ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν. “Λέω στον βιρμανικό λαό: δεν έχουμε ξεχάσει τη μάχη σας”.
Το Λονδίνο “θα υπερασπίζεται πάντα το δικαίωμα στην ελευθερία (…) Θα αναγκάσουμε αυτό το βίαιο και κατασταλτικό καθεστώς να λογοδοτήσει”, υποσχέθηκε η Βρετανίδα υπουργός Εξωτερικών Λις Τρας.
Μετά το πραξικόπημα που έβαλε τέλος σε μια δεκαετή δημοκρατική παρένθεση στη χώρα, η 76χρονη Αούνγκ Σαν Σου Τσι βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό σε άγνωστη τοποθεσία.
Εναντίον της βραβευμένης με Νόμπελ Ειρήνης έχουν απαγγελθεί πολλές κατηγορίες (παραβίαση της νομοθεσίας περί κρατικών μυστικών, εκλογική νοθεία, στάση, υποκίνηση σε ταραχές, διαφθορά…). Χθες της απαγγέλθηκαν νέες κατηγορίες, αυτή τη φορά επειδή άσκησε πίεση στην εκλογική επιτροπή στις βουλευτικές εκλογές του 2020, τις οποίες κέρδισε το κόμμα της.
Ήδη η Σου Τσι έχει καταδικαστεί σε έξι χρόνια κάθειρξη και κινδυνεύει να της επιβληθούν και άλλες ποινές.
Εκατοντάδες χιλιάδες εκτοπισμένοι λόγω χούντας
Η Μιανμάρ έχει βυθιστεί τους τελευταίους δώδεκα μήνες σε χάος. Η εξέγερση, στην οποία συμμετέχουν πολιτοφυλακές αλλά και διάφοροι στρατοί εθνοτικών μειονοτήτων, εντείνεται, ωθώντας τη χούντα να σκληρύνει ακόμη περισσότερο την καταστολή. Από τις συγκρούσεις έχουν ήδη εκτοπιστεί εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι.
Η ειδική απεσταλμένη του ΟΗΕ για τη Μιανμάρ Νοελίν Χέιζερ ζήτησε χθες να διεξαχθεί “ μια ανθρωπιστική συνάντηση” με τη συμμετοχή “ των περισσότερων πλευρών που συμμετέχουν” στη σύγκρουση.
Σε κοινή τους ανακοίνωση οι υπουργοί Εξωτερικών της Αυστραλίας, της Βρετανίας, της Νότιας Κορέας, των ΗΠΑ, του Καναδά και της ΕΕ κάλεσαν τη διεθνή κοινότητα να σταματήσει τη ροή “όπλων και εξοπλισμού” προς τους στρατιωτικούς στη Μιανμάρ.
Πολύ ήπιες ανακοινώσεις, όπως καταγγέλλουν πολλές μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι οποίες ζητούν από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να επιβάλει διεθνές εμπάργκο στις εξαγωγές όπλων προς τη Μιανμάρ.