Τη δυνατότητα να μετατραπεί σε στρατηγικό προμηθευτή κρίσιμων μετάλλων και πρώτων υλών για την Ευρώπη αποκτά η Metlen με τη νέα μεγάλη μεταλλευτική και βιομηχανική επένδυση των 295,5 εκατ ευρώ στον Αγιο Νικόλαιο Βοιωτίας.

Τη παράσταση φυσικά κλέβει η έναρξη παραγωγής για πρώτη φορά στην Ελλάδα του γαλλίου, και μάλιστα με ποσότητα 50 τόνους το χρόνο – όσο όλες μαζί οι ευρωπαικές εισαγωγές το 2022-  μετάλλου απαραίτητου για πλειάδα υψηλής προστιθέμενης αξίας εφαρμογών. Από τα μικροτσιπ των υπολογιστών έως τα φωτοβολταικά, τα LEDs, τους μαγνήτες διαρκείας και τον οπτοηλεκτρονικό εξοπλισμό, του οποίου το 95% της παραγωγής βρίσκεται στα χέρια της Κίνας.

Το σημαντικό παραγωγικό αυτό capacity συνδέεται άμεσα με τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά της επένδυσης, δηλαδή τη συνολική ετήσια παραγωγική δυναμικότητα 1,26 εκατ. τόνων αλουμίνας, μέσω της οποίας θα εξάγονται 1 εκατομμυρίο τόνοι βωξίτη το χρόνο, του οποίου το γάλλιο είναι υποπροιόν.

Τρία μέταλλα απαραίτητα για την ευρωπαϊκή βιομηχανία, το πράσινο μετασχηματισμό και την απεξάρτησή της από τη Κίνα, που λόγω της αυξανόμενης ζήτησης διεθνώς, αναμένεται ότι θα αυξάνουν την τιμή τους τα επόμενα χρόνια.

Το ελλειμματικό ισοζύγιο και τα ανταγωνιστικά κόστη

Αυτή ακριβώς η ανοδική πορεία στη ζήτηση είναι και το πρώτο «ατού» για το συγκεκριμένο επιχειρηματικό στοίχημα. Στο κομμάτι μάλιστα της αλουμίνας, τα στοιχεία για τη περιοχή άμεσου ενδιαφέροντος του ομίλου, δηλαδή Ευρώπη, Β.Αφρική, Μ.Ανατολή και Μαύρη Θάλασσα, δείχνουν ότι το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης θα διατηρηθεί ελλειμματικό για πολλά ακόμη χρόνια (στοιχεία Wood Mackenzie).

Στη περίπτωση της Ευρώπης το έλλειμμα υπολογίζεται σε πάνω από 2,5 εκατομμύρια τόνους και για τις υπόλοιπες περιοχές σε περισσότερους από 9,5 εκατομμύρια τόνους.

Το δεύτερο στοιχείο που συνδέεται με το πρώτο αφορά τις εκτιμήσεις ότι έχουν πλέον δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις για να είναι βιώσιμη η επένδυση και τα κόστη παραγωγής να είναι ανταγωνιστικά, ακόμη και έναντι αυτών της Κίνας. Αν δεν υπήρχαν αυτές οι προυποθέσεις, πολύ απλά δεν θα είχε ληφθεί χθες από τα όργανα της Metlen η τελική επενδυτική απόφαση για μια επένδυση 295,5 εκατ ευρώ σε ένα περιβάλλον αυξητικών τιμών, που σύμφωνα με τις προβλέψεις θα παραμείνουν ψηλά για χρόνια με πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα το γάλλιο.

Πάνω 240% οι τιμές στην επταετία

Αν και η παραγωγή του παραμένει μικρή, η ζήτηση μεγαλώνει με εκθετικούς ρυθμούς και συνδυαστικά με την αυξανόμενη εργαλειοποίηση του από το βασικό του παραγωγό, τη Κίνα, οι τιμές έχουν εκτιναχθεί. Χθες, 15 Ιανουαρίου 2025, διαπραγματεύονταν προς 931,15 δολάρια το κιλό. Είναι δυόμισι φορές πάνω από τα επίπεδα του 2018.

Ειδικά μετά τη μείωση από το καλοκαίρι του 2023 των εξαγωγών από τη Κίνα προς την Ευρώπη και της πρόσφατης, πλήρους απαγόρευσης τους προς τις ΗΠΑ η τιμή του γαλλίου «τρέχει» με 45% σε σχέση με πριν από μια διετία και κατά 240% απ’ ότι πριν μια επταετία.

Metlen: 4 παράγοντες για να γίνει στρατηγικός προμηθευτής της Ευρώπης σε πρώτες ύλες

Το τάιμινγκ και η ένταση στο εμπορικό τρίγωνο «ΗΠΑ- Κίνας- Ευρώπης

Το τρίτο «ατού» αφορά τη δυνατότητα της Metlen να απορροφήσει ελληνικά και ευρωπαϊκά κονδύλια μειώνοντας τουλάχιστον κατά 50% το κόστος της αρχικής επένδυσης.

Το τέταρτο είναι το τάιμινγκ της είδησης. Σε μια συγκυρία όπου η ένταση στις εμπορικές σχέσεις του τριγώνου «ΗΠΑ-Κίνας-Ευρώπης» χτυπάει κόκκινο, η Γερμανία μετρά δύο συνεχείς χρονιές ύφεσης, η ευρωπαϊκή βιομηχανία νοσεί, και η Κομισιόν καλείται να επανακαθορίσει το συμφέρον της Γηραιάς Ηπείρου στη νέα τάξη πραγμάτων, η παρουσία ενός νέου σημαντικού προμηθευτή στρατηγικών και κρίσιμων πρώτων υλών αποκτά άλλο βάρος.

Σε αυτό το περιβάλλον θα πρέπει να «διαβαστεί» η απόφαση της Metlen να επεκτείνει τη βιομηχανική μονάδα στο «Αλουμίνιον της Ελλάδας» και να επενδύσει σε μια νέα γραμμή βωξίτη, αλουμίνας και γαλλίου στον Αγιο Νικόλαο Βοιωτίας.

Η κίνηση ενισχύει προφανώς και τη θέση της Ελλάδας στο παγκόσμιο χάρτη, καθώς εφόσον υλοποιηθεί η επένδυση θα είναι μια από τις ελάχιστες διεθνώς με παρουσία στο συγκεκριμένο μέταλλο.

Η χώρα, με την επέκταση της υπάρχουσας μονάδας στο εργοστάσιο του Αλουμινίου, θα καταταγεί μεταξύ των 12 μεγαλύτερων παραγωγών αλουμίνας παγκοσμίως. Του μετάλλου δηλαδή από το οποίο εξάγεται ο βωξίτης, μέσω του οποίου λαμβάνεται κατόπιν επεξεργασίας το σπάνιο και πανάκριβο τα τελευταία χρόνια γάλλιο, το οποίο φλερτάρει πλέον με επίπεδα 1.000 ευρώ το κιλό.

Εξαγωγές σε Ευρώπη αλλά και ΗΠΑ

Σαν στοίχημα, η κίνηση της Metlen αποσκοπεί στην κάλυψη τόσο του μεγαλύτερου τμήματος των ευρωπαικών αναγκών, όπου παρουσία έχουν οι Ρωσία, Ουγγαρία και Σλοβακία, όσο και σε εξαγωγές σε άλλες περιοχές, ακόμη και στις ΗΠΑ, που εξαρτώνται κατά 100% από ξένες πηγές.

Το capacity είναι πολύ μεγάλο αν σκεφτεί κανείς πόσο μικρή είναι η παγκόσμια παραγωγή του συγκεκριμένου μετάλλου, που το 2023 κινήθηκε λίγο πάνω από τους 600 τόνους. Σημειωτέον ότι το 2022, πριν ξεκινήσουν οι κινεζικοί περιορισμοί, η ΕΕ εισήγαγε συνολικά 51 τόνους, ποσότητα που έπεσε το 2023 στα επίπεδα των 20 τόνων, για να μειωθεί περαιτέρω πέρυσι σύμφωνα με τα επίσημα ευρωπαϊκά στατιστικά.

Το στρατηγικό στίγμα της κίνησης αναδεικνύουν και οι πρώτες αντιδράσεις των αναλυτών με τη γερμανική Berenberg να μιλά για ένα «εξαιρετικό project» που θα δημιουργήσει επιπλέον ετήσιες πωλήσεις 1 δισ. ευρώ σε Ευρώπη και Β.Αμερική και όχι μόνο θα ενισχύσει την δυνατότητα καθετοποίησης της Metlen στον κλάδο του αλουμινίου, αλλά και θα προάγει τη γεωπολιτική ασφάλεια της ΕΕ.

Η Morgan Stanley «στέκεται» στη σημαντική ώθηση που θα δώσει η επένδυση στα EBITDA τοποθετώντας τον πήχη για το 2028 στα 1,3 δισ. ευρώ και η Πειραιώς στη στρατηγική έκθεση της Metlen σε προϊόντα υψηλής ζήτησης, όπως το γάλλιο, που χαρακτηρίζονται από «στενότητα» προσφοράς.

Το ιστορικό και όταν η ΕΕ πιάστηκε στον ύπνο

Η επένδυση στον Άγιο Νικόλαο Βοιωτίας δεν είναι ένα σχέδιο που προέκυψε «χθες». Έχει πέσει στο τραπέζι ήδη από το καλοκαίρι του 2023, όταν οι Βρυξέλλες, ανήσυχες έπειτα από την ανακοίνωση του Πεκίνου ότι μειώνει τις παγκόσμιες εξαγωγές δύο μετάλλων ζωτικής σημασίας για τους ημιαγωγούς, το γάλλιο και το γερμάνιο, απηύθυναν κάλεσμα προς τους ευρωπαίους παραγωγούς αλουμινίου -όπως η Metlen- να διερευνήσουν τα περιθώρια για τη παραγωγή των παραπάνω.

Τα μισά όμως από τα αλουμινάδικα στην Ευρώπη είχαν κλείσει λόγω του δυσθεώρατου ενεργειακού κόστους της διετίας 2021-2022. Από τα περίπου 10 – 11 μεγάλα εργοστάσια πρωτόχυτου αλουμινίου, είχαν απομείνει λιγότερα από τα μισά, μεταξύ των οποίων και η «Αλουμίνιον της Ελλάδας».

Κάποιοι είχαν κατεβάσει ρολά και δεν ξανάνοιξαν ποτέ ή μετέφεραν την παραγωγή αλλού, όπως στον Καναδά και τις ΗΠΑ, όπου τα επενδυτικά κίνητρα είναι γενναία και το βιομηχανικό ρεύμα, πολύ φθηνότερο. Το θέμα είναι πως όταν η Ευρώπη χρειάστηκε τα χυτήρια αλουμινίου ανταποκρίθηκαν ελάχιστοι, πολύ απλά γιατί πολλοί άλλοι δεν υπήρχαν πια.

Στη πράξη η επείγουσα έκκληση των Βρυξελλών πριν από ενάμισι χρόνο, ανέδειξε τα κενά και τις αντιφάσεις στην βιομηχανική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσον αφορά στην προμήθεια κρίσιμων πρώτων υλών, μια συνεχιζόμενη προβληματική κατάσταση που ωστόσο συνεπάγεται και ευκαιρίες, όπως δείχνει η απόφαση της Metlen.

Στον ενάμισι χρόνο που μεσολάβησε από το καλοκαίρι του 2023, οι συνθήκες ωρίμασαν, η τιμή του γαλλίου εκτοξεύθηκε στα ύψη απόρροια των κινεζικών περιορισμών στις εξαγωγές, που από το Δεκέμβρη του 2024 απαγορεύτηκαν εντελώς προς τις ΗΠΑ, ενώ τέθηκε σε ισχύ και η Πράξη της ΕΕ για τις Στρατηγικές και Κρίσιμες Πρώτες Υλες.

Η λήψη χθες από τα όργανα της Metlen της τελικής επενδυτικής απόφασης για την επένδυση των 295,5 εκατ ευρώ δείχνει ότι έχουν πλέον δημιουργηθεί οι συνθήκες, προκειμένου μια τέτοια επένδυση να είναι βιώσιμη, με τιμές παραγωγής ανταγωνιστικές, ακόμη και έναντι αυτών της Κίνας.

Διαβάστε ακόμη